”Αριστεροί διαξιφισμοί, από τον Μαρξ στον Αλτουσέρ” 

Ο «φετιχισμός του εμπορεύματος»

«Ο φετιχισμός του εμπορεύματος είναι μόνο μια καθορισμένη κοινωνική σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους που γι’ αυτούς παίρνει εδώ τη φανταστική μορφή μιας σχέσης των πραγμάτων ανάμεσά τους. Για να βρούμε ένα ανάλογο φαινόμενο, πρέπει να το αναζητήσουμε στη σκοτεινή περιοχή του κόσμου της θρησκείας. Εδώ τα προϊόντα του ανθρώπινου εγκεφάλου φαίνονται σαν να είναι ανεξάρτητα, προικισμένα με δική τους ζωή , επικοινωνούν με τους ανθρώπους και μεταξύ τους. Το ίδιο γίνεται και με τα προϊόντα του ανθρώπινου χεριού στον κόσμο των εμπορευμάτων. Αυτό το ονομάζω φετιχισμό, που κολλάει στα προϊόντα της εργασίας μόλις αρχίσουν να παράγονται σαν εμπορεύματα και που γι’ αυτό είναι αχώριστος από την εμπορευματική παραγωγή. Αυτός ο φετιχικός χαρακτήρας του κόσμου των εμπορευμάτων πηγάζει από τον ιδιόμορφο κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας που παράγει εμπορεύματα». (Κεφάλαιο, Τόμος πρώτος, σελίδα 86)

Σε ένα παράλληλο σύμπαν, ο Μαρξ θα έπινε ούζο με τον Αλτουσέρ  με θέα το Σαρωνικό, η Agnes Varda  και  ο Σεμπαστιάο Σαλγάδο  θα τραβούσαν  φωτογραφίες, ενώ ο  Μητροπάνος θα  απογείωνε, όπως συνήθιζε άλλωστε, τον παιάνα των Αλκαίου και Μικρούτσικου  για την αλησμόνητη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Αυτά σε ένα παράλληλο σύμπαν· στα «γήινα» ο Αλτουσέρ  ‘’απάντησε’’ στον Μαρξ με ένα εκτενές  χειρόγραφο, το καλοκαίρι του 1978,  με τίτλο Marx dans ses limites.  Το κείμενο –κριτική του Αλτουσέρ  στον μαρξικό «φετιχισμό  του εμπορεύματος» αποτέλεσε το  18ο κεφάλαιο του άρθρου και τιτλοφορείται ως  ‘’Sur le fetichisme” ( Για τον φετιχισμό).

Εδώ, λοιπόν, ο Αλτουσέρ διαπιστώνει πως στον φετιχισμό του εμπορεύματος, οι υψηλές απαιτήσεις των σκέψεων του Γερμανού,  δημιούργησαν παβλοφικού τύπου αντιδράσεις και μια τεράστια φιλολογία, η οποία αναπαράγονταν και  υπερθεματίζονταν στα διάκενα της – φιλοσοφικής-  εξέλιξης.

Ο Μαρξ, λέει ο Αλτουσέρ, γνωρίζει πως διακυβεύονται πολλά νοήματα. Μολαταύτα, παίζει αριδήλως με την πολλαπλότητα των δυνατών νοημάτων, χρησιμοποιώντας ως αποδεικτικό του όπλο τη θρησκεία. Παγιδευμένος  στο θρησκευτικό μοντέλο πραγματεύεται τις  κοινωνικές σχέσεις, άλλοτε μεταξύ ανθρώπων και άλλοτε μεταξύ πραγμάτων. «Όταν επικαλείται τις άμεσες κοινωνικές σχέσεις των προσώπων στις ίδιες τις εργασίες τουςυιοθετεί ένα αξίωμα φιλοσοφικής υφής ενώ, παράλληλα, επικαλείται πράγματι μια διπλή διαφάνεια, η οποία θεμελιώνεται και στις δύο περιπτώσεις στην αμεσότητα: 1/ η σχέση κάθε υποκειμένου με το προϊόν της εργασίας του (πράγμα) είναι διαφανής, 2/ η σχέση των υποκειμένων μεταξύ τους, στη διαδικασία της συλλογικής (κοινωνικής) εργασίας τους είναι διαφανής (υπάρχει διαφάνεια στις σχέσεις γιατί είναι άμεσες)».  Με άλλους λόγους, επιχειρηματολογώντας  κάποιος στη βάση ενός  αμιγούς φιλοσοφικού  αξιώματος, μπορεί να ισχυριστεί ότι η σχέση μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου  είναι μια διαφανής σχέση καθότι άμεση, εκτός και αν αναζητήσει αυτή τη διαφάνεια, λόγω της αμεσότητας, εκεί όπου κυριαρχεί, δηλαδή στο εμπορευματικό δίκαιο ή μάλλον στην ιδεολογία του δικαίου.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν  τη μαρξιστική ιδεολογία του δικαίου, καταλήγουμε πως αφού όλες οι εμπορευματικές σχέσεις θεμελιώνονται στην «αμεσότητα της κατοχής των “πραγμάτων” από κάθε υποκείμενο δικαίου, αυτή η διαφάνεια επεκτείνεται σε όλες τις νομικές σχέσεις». Όθεν, όντας η σχέση του υποκειμένου δικαίου με τα πράγματα, σχέση ιδιοκτησίας, αποτελεί, ταυτόχρονα, μια σχέση που περιλαμβάνει το δικαίωμα αλλοτρίωσης, άρα πώλησης και αγοράς των “πραγμάτων” (εμπορευμάτων), έτσι ώστε η άμεση και διαφανής σχέση του υποκειμένου με το πράγμα να εμφανίζεται ως μια κοινωνική σχέση. Επομένως,  η έννοια του δικαίου ταυτίζει τις διαπροσωπικές-κοινωνικές  σχέσεις,  με τις σχέσεις των «εμπορευμάτων (πραγμάτων) μεταξύ τους, επειδή δεν [είναι] παρά η άλλη πλευρά τους».

Στην πραγματικότητα η θεωρία  του «φετιχισμού του εμπορεύματος» αποτελεί μια  προσπάθεια  επικοινωνίας συγκεκριμένων ιδεών, μέσω παραβολικών εικόνων. Επί παραδείγματι, η παραβολή του Ροβινσώνα για τις σχέσεις διαφάνειας στο νησί του ή οι διαπροσωπικές σχέσεις στην φεουδαρχική κοινωνία και το παράδειγμα του ελεύθερου συνεταιρισμού παραγωγών, έχουν έναν και μοναδικό στόχο: την ανάδειξη της εδραίας άποψης, ότι όλες οι κατεστημένες κοινωνικές σχέσεις, είτε ροβινσωνικές (η σχέση του Ροβινσώνα με τον εαυτό του είναι μια κοινωνική σχέση) είτε φεουδαρχικές ή πατριαρχικές, αυτές οι «εμπορευματικές σχέσεις δεν υπήρχαν ανέκαθεν, δεν είναι μοιραίες, ο κομμουνισμός θα τις καταργήσει» .

Ως εκ των ανωτέρω, συμπεραίνουμε ότι ο Μαρξ προσανατολιζόταν στην ανάδειξη [μέσα από εύληπτα παραδείγματα], όλων εκείνων των συστημάτων εκμετάλλευσης όπου διαχρονικά και τεχνηέντως,υποδαυλίζουν το φρόνημα της εργατικής τάξης και δημιουργούν μια κοινωνία δύο ταχυτήτων. Τις υπεραιωνόβιες σκέψεις του Μαρξ επισφράγισε ο γνωστός Βρετανός οικονομολόγος Άντονι Άτκινσον , ο οποίος πριν λίγο καιρό δήλωσε:

«η ανισότητα, δεν είναι  καμιά φυσική συνέπεια, κάποιου  χαρακτηριστικού της σύγχρονης οικονομίας, αλλά συνέπεια συνειδητών επιλογών που μπορούν κάλλιστα να ανατραπούν».

Ο κομμουνισμός, λοιπόν θα τις ανατρέψει! Έτσι θα δημιουργηθεί ένα  πραγματικά πλούσιο  έθνος. «Ένα έθνος, στο οποίο, ο εργάτης  θα  δουλεύει έξι αντί για δώδεκα ώρες  και ο πλούτος του θα μετριέται με τον ελεύθερο διαθέσιμο χρόνο, την καλλιτεχνική, επιστημονική, μορφωτική και κάθε μορφής ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του, της προσωπικότητας του κάθε ατόμου ξεχωριστά». Εν αντιθέσει με το υπάρχον κοινωνικοοικονομικό σύστημα, και τους εκπροσώπους του φιλοταρισμού, που  χρησιμοποιούν  την τεχνολογία εχθρικά απέναντι στον εργάτη  μετατρέποντάς τον  από «δούλο-μηχανή», που ήταν στην αρχαιότητα, σε εξάρτημα και σε σύγχρονο «δούλο της μηχανής».

 

« Αλλά ο Μαρξ μας δίνει στη συνέχεια μια σειρά παραδειγμάτων που έχουν τελείως διαφορετική πειστικότητα». Πρόκειται για παραδείγματα που αποτελούν προϊόντα  μιας διανοητικής, αμυντικής στάσης, παρά για ιδεολογικές ‘’θεωρίες’’. Μιλάμε, δηλαδή για ένα χωνευτήρι  θεωριών, άλλες με λιγότερο, άλλες με περισσότερο ιδεολογικό χαρακτήρα· θεωρίες, όπως αυτές των Μερκαντιλιστών, που πίστεψαν ότι κάθε πλούτος (αξία) έγκειται στην ποιότητα ορισμένου μετάλλου (χρυσός, ασήμι), των Φυσιοκρατών, που πίστεψαν ότι μόνον το έδαφος ήταν παραγωγικό, των Ιδεολόγων κάθε λογής που θεωρούν ότι το κεφάλαιο συγκροτείται από “πράγματα” (μέσα παραγωγής) κλπ». Παράλληλα, όμως, με αυτήν  την επίκριση προς τις ”ψευδαισθήσεις των οικονομολόγων”,  των «ιδεολόγων που κάνουν τη δουλειά τους ως ιδεολόγοι», ισοσκελίζει και ταυτίζει τις εν λόγω ψευδαισθητικές θεωρητικές προσεγγίσεις με τον φετιχισμό . Όπως, χαρακτηριστικά, αναφέρει ο Αλτουσέρ: «Το βραχυκύκλωμα με το οποίο ο Μαρξ αποδίδει αυτές τις “ψευδαισθήσεις οικονομολόγων” στον ενύπαρκτο- εμπορευματικό κόσμο φετιχισμό είναι τουλάχιστον βιαστικό και αποτελεί έναν τρόπο -που θα έχρηζε δικαιολόγησης- να τους απαλλάξει από τη θεωρητική ευθύνη τους με επίκληση “του εμπορευματικού κόσμου”».

Οι παραπάνω σκέψεις δεν αποτελούν μία ιδιότυπη παρέκβαση, διότι αν αφήσουμε κατά μέρος το φετιχισμό ως  μια θεωρία που εμφανίζεται κατά κάποιο τρόπο  αναγκαία και θεμελιώνεται εδώ κατά σύμπτωση στην αφαίρεση της αξίας και στην εμπορευματική μορφή της,  το μόνο αξιοσημείωτο  γεγονός που διαμείβεται στο κείμενό μας είναι ό,τι λέγεται συναρτώμενο με ό,τι δεν λέγεται.  Καθότι, η μόνη αυταξία ανάμεσα σε όλα τα παραδείγματα που αναφέρει ο Μαρξ, είναι οι “ψευδαισθήσεις των περισσότερων οικονομολόγων”. Υποστηρίζει, ότι κατά το μάλλον ή ήττον, οι θεωρητικές κατασκευές –αναντιλέκτως- μπορούν και πρέπει να λειτουργούν  ως κυτίδα  οικονομικής σκέψης. Όχι σε έναν “εμπορευματικό κόσμο”, αλλά σε έναν ήδη προχωρημένο “καπιταλιστικό κόσμο”: έναν –οικονομικοπολιτικό- κόσμο στον οποίο υπάρχουν όχι μόνο εμπορεύματα και χρήμα-χρυσός, αλλά επίσης η μισθωτή εργασία, άρα η καπιταλιστική εκμετάλλευση, καθώς και το κράτος.

Ερειδόμενος στα όσα αναφέρθηκαν, ο Αλτουσέρ, ως εμβριθής ιστοριοδίφης της μαρξιστικής ελεγείας, συμπέρανε πως στον φετιχισμό επιχειρείται  να συναχθεί -μέσα  από μια απόλυτα αυτοσχέδια και φανταστική θεωρία-  η αναγκαιότητα των ψευδαισθήσεων των περισσότερων οικονομολόγων”, δηλαδή  εκείνων που ζούσαν σε έναν κόσμο τελείως διαφορετικό από εκείνον της σχέσης μεταξύ αξίας και αξιακής μορφής, χωρίς να λαμβάνονται  υπ’ όψη «οι συγκεκριμένες σχέσεις αυτού του κόσμου που τον [κάνουν] κόσμο και όχι κεφάλαιο ενός βιβλίου»! Το ολίσθημα- η βασική έλλειψη του κειμένου, στην προσπάθεια κατανόησης του πραγματικού του νοήματος, είναι  η  μη διασάφηση του ρόλου  του δικαίου, του κράτους και των ιδεολογιών στη δημιουργία των “ψευδαισθήσεων των οικονομολόγων”. Ουσιαστικά, η μη αποκρυστάλλωση της διαπίστωσης  πως όταν μιλούμε για δίκαιο μιλούμε πάντα για το κράτος, κάτι το οποίο δεν μπορεί να συναχθεί από τις εμπορευματικές σχέσεις.

Καταληκτικά, το φιλοσοφικό condominium μεταξύ (των) Μαρξ και Αλτουσέρ δεν επιτυγχάνεται, καθώς για τον τελευταίο, το γεγονός ότι προσεγγίζεται με εμπορευματικούς όρους το δίκαιο, το κράτος, το δίκαιο μέσα στα κρατικά πλαίσια, αλλά και η ιδεολογία- για την οποία θα μιλήσουμε εκτενέστερα σε επόμενο κείμενο- αποτέλεσαν casus belli. Χαρακτηριστικό της  διαφωνίας του με τον Μαρξ και το ‘’φετιχισμό του εμπορεύματος [στον οποίο οφείλει τα πρώτα φιλοσοφικά του κλέη] είναι το κάτωθεν απόσπασμα. Λέει, λοιπόν, « το δίκαιο και η ίδια νομική ιδεολογία βρίσκονται στην καρδιά αυτής της (δυνάμει κυρίαρχης) ιδεολογίας- της αστικής ιδεολογίας […]  η οποία σχετίζεται  με τις “ψευδαισθήσεις” της “παντοδυναμίας της εργασίας”, που θεμελιώνουν την ψευδαίσθηση μιας “θεωρίας του φετιχισμού του εμπορεύματος” ενός φιλοσόφου ονόματι Μαρξ, ο οποίος πληρώνει για πρώτη φορά εδώ το τίμημα του ότι ξεκίνησε την ανάλυση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (Το Κεφάλαιο) με μια ορισμένη ιδέα της σειράς έκθεσης που του επέβαλε να “αρχίσει” από την προκαθορισμένη αρχή: από την πιο απλή αφαίρεση, από την αξία».

Ο Μαρξ οδηγήθηκε σ’ αυτήν την ανεμώλια πεποίθηση, εξαιτίας του ότι ξεπέρασε εκείνα -για να χρησιμοποιήσουμε αυτούσιο τον αλτουσεριανό όρο-  τα ‘’απόλυτα όρια’’ που (πρέπει) να έχει κάθε συγγραφέας. Γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε, συνοψίζει στο ‘’ Marx dans ses limites ‘’,  το γεγονός ότι ο μαρξιστικός φετιχισμός  δεν ανάγεται κατ’ αποκλειστικότητα κι εξ ολοκλήρου σ’ αυτόν που τον δημιουργεί (υποκείμενο)  αλλά σε κάποιο αντικείμενο. Δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας, ότι η πολιτικοοικονομική αλλά και η ιδεολογική λειτουργία του κράτους είναι αρκετή για να «υποπτευόμαστε ότι αυτή η εξαιρετικά περίπλοκη πραγματικότητα μπορεί να βρίσκεται στη βάση τεράστιων μυστικοποιήσεων που προχωρούν πολύ πιο πέρα από την ψευδαίσθηση. Μυστικοποιήσεων, που επιδαψιλεύουν ψευδαισθήσεις για την πραγμάτωση -ύπαρξη  κοινωνικών  σχέσεων μεταξύ υποκειμένων, ανθρώπων, ως  σχέσεις μεταξύ πραγμάτων.

Βιβλιογραφία:

  • Althusser, Louis. Το πρόβλημα του «φετιχισμού» στον Μαρξ. και Μετάφραση, Δημήτρης Δημούλης. Ιανουάριος – Μάρτιος 1999, Θέσεις (τ.66)
  •  Louis Althusser, Etienne Balibar, Roger Establet, Pierre Macherey, Jacques Ranciere, Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα,2002
  • Balibar Etienne. Η φιλοσοφία του Μαρξ. Αθήνα : Νήσος, 1999
  • Karl MarxFriedrick Engels. Η Γερμανική Ιδεολογία (φάκελος σημειώσεων μαθήματος Engels-Marx). Πάτρα : Πανεπιστήμιο Πατρών, 2014.
  • Νίκος Μπογιόπουλος, Είναι ο καπιταλισμός ηλίθιε, Αθήνα: Λιβάνη, 2011
  • Montag Warren. Althusser and his contemporaries. Durham and London : Duke University Press, 2013
  • Κούβδος Ιάσονας. Μια ανάγνωση της θεωρίας της ιδεολογίας του Λουί Αλτουσέρ. Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2012, Θέσεις (τ.120).
  • Γιάννης Μπαλαμπανίδης, Ευρωκομμουνισμός, Αθήνα:Πόλις ,2015
  • Althusser Louis. Φιλοσοφικά. s.l. : Πολίτης, 1994. σσ. 58-59.
  • Μπαλτάς Αριστείδης και Φουρτούνης, Γιώργος. Ο Λουί Αλτουσέρ και το τέλος του κλασικού Μαρξισμού.  : Πολίτης, 1994. σ. 16

Σχόλια