H Inge Prader έρχεται να εντυπωσιάσει με τη νέα της φωτογραφική δουλειά
Υπάρχουν δυο είδη φωτογράφων: ο εξερευνητής και ο δημιουργός. Οι μεν, ψάχνουν και ανακαλύπτουν τα υποκείμενα των φωτογραφιών τους, οι δε τα δημιουργούν μόνοι τους.
Πιθανόν σε πρώτο άκουσμα το Staged Photography- δηλαδή η στημένη φωτογράφιση- να φαίνεται εύκολη. Ωστόσο, είναι αρκετά πιο περίπλοκη απ’ ότι φαντάζει.
Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η Inge Prader, η οποία στα πλαίσια του φετινού φιλανθρωπικού Life Ball, έδωσε ξανά ζωή σε κλασικούς πίνακες του Gustan Klimt. Το αποτέλεσμα; Πραγματικά εντυπωσιακό!
Ανάμεσα στις φωτογραφικές αναπαραστάσεις της Prader, μπορεί κανείς να διακρίνει την Δανάη, τον Θάνατο και την Ζωή, καθώς και την Ζωοφόρο του Μπετόβεν. Πίνακες που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο ως θεματολογία όσο και ως προσέγγιση.
Ας ρίξουμε, όμως, μία πιο προσεχτική ματιά στα έργα:
Η μυθική Δανάη συναντάται συχνά ως αντικείμενο στην ζωγραφική, κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, καθώς αποτελεί σύμβολο θεϊκής αγάπης. Η ιστορία της εξελίσσεται σε μία υπόγεια φυλακή, όπου βρισκόταν εσώκλειστη από τον πατέρα της και Βασιλιά του Άργους, Ακρίσιο. Παρά τον εγκλεισμό της, ο παντοδύναμος Δίας, την επισκεπτόταν μεταμορφωμένος σε χρυσή βροχή, η οποία έρεε ανάμεσα στα πόδια της. Αποτέλεσμα των συχνών του επισκέψεων αποτέλεσε ο γιος τους, Περσέας.
Στον πίνακα του Klimt, η Δανάη εμφανίζεται κυρτή μέσα σ’ ένα πορφυρό πέπλο– ένδειξη βασιλικής καταγωγής- ενώ στα πόδια της ρέει η χρυσή βροχή. Ο πίνακας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των ερωτικών αναπαραστάσεων του Klimt.
Ο Θάνατος και η Ζωή είναι ένας απ’ τους πιο γνωστούς πίνακες του Klimt, όχι άδικα, καθώς βραβεύτηκε το 1911 στην Παγκόσμια Έκθεση Τέχνης, στην Ρώμη.
Ο Klimt, θεωρούσε τον συγκεκριμένο πίνακα ως το καλύτερο έργο του, πεποίθηση που φαίνεται ν’ αναθεώρησε το 1915, όπου και ξεκίνησε να πραγματοποιεί τις πρώτες αλλαγές στον πίνακα.
Ο πίνακας αναπαριστά τον φαύλο κύκλο της ζωής και του θανάτου. Πρόκειται για ένα διχοτομημένο μοτίβο ανάμεσα στον θάνατο και το ανθρώπινο γένος. Ο θάνατος εμφανίζεται μέσα σ’ ένα μουντό χρωματικά φόντο, να κρατά στα χέρια του έναν αργαλειό, παρομοιάζοντας την ζωή με νήμα.
Σε αντίθεση, το ανθρώπινο γένος αναπαριστάται διακριτά πιο ζωηρά. Δεν πρόκειται για ένα συγκεκριμένο υποκείμενο, αλλά για την ανθρωπότητα εν γένει.
Ένας άντρας, μία ηλικιωμένη, ένα μωρό και ένα σωρό ανθρώπινες μορφές βρίσκονται περιπλεγμένες μεταξύ τους, υπονοώντας ιδέες, όπως η φιλία, η μητρότητα και η ρωμαλεότητα.
Από το 1915 και έπειτα ο πίνακας άρχισε σταδιακά να αναδιαμορφώνεται, αποκτώντας χρυσές λεπτομέρειες. Η προσέγγιση της Prader, βρίσκεται πιο κοντά στην τελική εκδοχή του έργου, χωρίς ωστόσο να την αναπαριστά πιστά.
Στην θέαση των έργων της χρυσής περιόδου του Klimt, η Ζωοφόρος του Μπετόβεν, σίγουρα ξεχωρίζει. Το πρωτότυπο έργο με πλάτος τριαντατέσσερα μέτρα και ύψος δύο, είναι εμπνευσμένο από την 9η του Μπετόβεν. Συγκεκριμένα, από την ανάλυση της από τον Βάγκνερ, ο οποίος χρησιμοποίησε εκφράσεις του Γκαίτε, ώστε να περιγράψει την αίσθηση που δημιουργεί η μουσική: “άγρια θέληση […] μέθη της οδυνηρής απόλαυσης […] εναλλαγή της ηδονής με την αγωνία”.
Ο Klimt ζωγράφισε τον πίνακα το 1901, στα πλαίσια της 14ης Vienna Secessionist, προς τιμής του μεγάλου Συνθέτη. Παρά τις όποιες κακομεταχειρίσεις, το έργο σήμερα εκθέτεται στην Βιέννη.
Η Ζωοφόρος του Μπετόβεν παρουσιάζει τον διακαή πόθο του ανθρώπου για ευδαιμονία και την ατελείωτη μάχη ενάντια στις δυνάμεις του κακού.
Ο πίνακας μας αφηγείται μία σύντομη ιστορία, με πρωταγωνιστή έναν ακέραιο Ιππότη, ντυμένο με χρυσή πανοπλία. Μοναδικός του αντίπαλος είναι, ο Τυφώνας που συμβολίζει το κακό. Ο Τυφώνας περιτριγυρίζεται από εντυπωσιακές γυναικείες φιγούρες και από τις θυγατέρες του: την αρρώστια, την τρέλα και τον θάνατο.
Η κορύφωση του έργου έρχεται μέσω της κάθαρσης και της τελειωτικής υπεροχής του καλού έναντι του κακού. Η ευτυχία προσεγγίζεται μέσα από την τέχνη, την ένωση και την συντροφικότητα. Έννοιες που αποτυπώνονται στον καμβά με δύο γυμνά, αγκαλιασμένα, σώματα και την συνοδεία αγγέλων να τραγουδούν τους στίχους του Schiller, από την 9η.