"Κατερίνα" του Αύγουστου Κορτώ στο Θέατρο Θησείον
0%Συνολική βαθμολογία
Βαθμολογία αναγνωστών 11 Ψήφοι
79%

Ο Γιώργος Νανούρης διασκευάζει και σκηνοθετεί το πολυαναγνωσμένο “βιβλίο της Κατερίνας” του συγγραφέα Αύγουστου Κορτώ στο θέατρο Θησείον -ένα θέατρο για τις τέχνες. Η παράσταση συνεχίζει για δεύτερη χρονιά, λόγω της μεγάλης της επιτυχίας και ειναι sold out. Η ηθοποιός Λένα Παπαληγούρα ενσαρκώνει τον ρόλο της Κατερίνας, της διπολικής εκείνης μάνας, της γυναίκας που, από τότε που γνωρίζει τον εαυτό της, παλεύει με τη μανιοκατάθλιψη. Μαζί της στη σκηνή βρίσκεται και ο Λόλεκ, ο οποίος με την κιθάρα του ανα χείρας ντύνει μουσικά τον δραματικά έντονο μονόλογο της Κατερίνας, η οποία παρασύρεται μαζί του στη δίνη των σπαρακτικών μελωδιών που δημιουργείται από το γρατζούνισμα των χορδών του οργάνου. Ο Γιώργος Νανούρης συμμετέχει και αυτός με τον δικό του τρόπο στη παράσταση, δίνοντας τις μοναδικές σκηνοθετικές του πινελιές που την απογειώνουν. Όταν τα φώτα χαμηλώνουν, ο ίδιος, κρατώντας ένα φακό, φωτίζει από διαφορετικές κάθε φορά οπτικές γωνίες την Κατερίνα και τον Λόλεκ, δημιουργώντας πολυδιάστατες σκιές από τις φιγουρες στο χώρο. Εκείνη τη στιγμή που ο φακός εστιάζει στη Κατερίνα, ο θεατής αισθάνεται ότι φωτίζεται κατά κάποιον τρόπο το σκοτάδι της μαύρης και ταλαιπωρημένης ψυχής της, ούτως ώστε να κατανοήσουμε το δράμα που βιώνει και να συμπάσχουμε μαζί της. Από την άλλη, όταν η σκηνή φωτίζεται, ο φακός σβήνει και η Κατερίνα αποκτά ένα διαφορετικό πρόσωπο, ο μονόλογος κινείται σε πιο γρήγορους ρυθμούς, ο πόνος της συναντά το χιούμορ και ξεκινά να περιγράφει τα πρόσωπα της ζωής της και το πώς αυτά συνδέονται με εκείνη. Δε λείπουν, ωστόσο, οι στριγγλιές και οι κραυγές της ηρωίδας οι οποίες αποτυπώνουν με τον πιο εύγλωττο τρόπο την τραγωδία της.

Ο γιος μου με βρηκε“, φράση-κλειδί της παράστασης. Με αυτή ξεκινάει και με αυτή τελειώνει η παράσταση. Με την ίδια ένταση στη φωνή, με το ίδιο ηχόχρωμα. Με την ίδια κατάνυξη. Το επαναλαμβανόμενο άκουσμα αυτής της φράσης προκαλεί ρίγος που σε ταρακουνάει και σε υποψιάζει για το τί πρόκειται να ακολουθήσει στη συνέχεια. Και όταν ακόμα τελειώνει νιώθεις ότι όντως έτσι έγιναν τα πράγματα.’Ετσι ένιωθε η ίδια η Κατερίνα εκείνη τη στιγμή του θανάτου της, νεκρή στο κρεβάτι της με μια σωρό από κουτάκια χαπιών γύρω της. “Ο γιος μου με βρήκε χαράματα Παρασκευής, πέντε μέρες πριν κλείσει τα εικοσιτέσσερα. Κατάλαβε πως είχα πεθάνει κι ας μην είχε αλλάξει τίποτα στον χώρο“. Η αυτοχειρία της Κατερίνας συνέβη μια μέρα σαν όλες τις άλλες και τώρα βρίσκεται επί σκηνής και μας αφηγείται αυτοσαρκάζοντας τη πολυτάραχη ζωή της, μια ζωή που αποστρέφεται, αλλά δε μπορεί να γλυτώσει… Μια ζωή που περιστρέφεται γύρω από τον ευαίσθητο ψυχισμό της, μπλεγμένο με φάρμακα, χάπια, στοργή, αγάπη και μίσος, στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται ο γιος της. Παλέυει με την αρρώστια της προσπαθώντας να αγκιστρωθεί σε όποιον μπορεί, σύζυγο και γιο, και παράλληλα έρχεται αντιμέτωπη με την ομοφυλοφιλία του γιου της. Αυτό όμως που τη νοιάζει είναι να είναι εκείνος ευτυχισμένος κι ας ορίζει την ευτυχία του όπως θέλει, αρκεί να μη πληγωθεί. Γιατί η ίδια, μοναδική στιγμή που αισθάνθηκε ευτυχία στη ζωή της, ήταν στη γέννηση του γιου της και συγκεκριμένα όταν εκείνος, βρέφος ακόμη, ακουμπησμένος στο στήθος της άνοιξε τα μάτια του και την κοίταξε για πρώτη φορά. Έτσι, λοιπόν, η Κατερίνα δε φοβάται το θάνατο, γιατί όπως ισχυρίζεται και η ίδια “το ρήμα τρελαίνομαι είναι χειρότερο από το πεθαίνω“. Το να ζεις μέσα στη δίνη της κατάθλιψης και να φοβάσαι μήπως ξαφνικά εκεί όπου επικρατεί ησυχία εσύ αρχίσεις να στριγγλίζεις και να χτυπιέσαι έιναι μια φρίκη.

Βράδυ Τετάρτης, λοιπόν, και το μικρό θέατρο κατάμεστο. Θα αναρρωτιέται κανείς τί ευχαρίστηση έχει το να παρακολουθείς τη ζωή μιας γυναίκας με άρρωστο ψυχισμό, που η ίδια αυτοαποκαλείται “ατύχημα“. Υπάρχουν και παραστάσεις που σκοπός τους είναι να προβληματίζεται ο θεατής με αυτό που παρακολουθεί και χωρίς να το καταλαβαίνει ευχαριστιέται ενδόμυχα με το άρτιο καλλιτεχνικό θέαμα. Όταν τελειώνει η παράσταση, νιώθει μια ανάταση ψυχής εγαταλείποντας το θέατρο.. Αυτό το ένιωθες και με το παραπάνω όταν έφευγες από την “Κατερίνα”.

Δύο ειναι οι λόγοι, κατά τη γνώμη μου, που σε κάνουν να θέλεις να δεις την παράσταση: ο πρώτος είναι η Λένα Παπαληγούρα με την εξαιρετική ερμηνεία που σε έκανε να ανατριχιάσεις σύγκορμος καθόλη τη διάρκεια της παράστασης. Η γεμάτη σπαραγμό φωνή της, οι συναισθηματικές της εξάρσεις, το ηχηρό γέλιο που κρύβει θυμωμένο πόνο, το αβίαστο κλάμα στο τέλος από την ένταση της ερμηνείας, αποτελούν στοιχεία της ηθοποιού που δεν μπορεί να προσπεράσει ή και να αμφισβητήσει κανείς, διότι φανερώνουν το ποιόν της. Αυτά επικροτήθηκαν από το χειροκρότημα του κοινού στο τέλος που την έκανε να συγκινηθεί μαζί μας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η ιστορία παρουσιάζει αυτοβιογραφικά στοιχεία, δηλαδή βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα της ζωής του συγγραφέα, οπότε μοιραία τον καθένα μας είναι πιθανό να τον συναρπάσει ή εξιτάρει μια τέτοια ιστορία. Αξίζει, επομένως, το ενδιαφέρον και τη προσοχή να δει κανείς τη μεταφρορά αυτού του βιβλίου στο θέατρο, γιατί η εμπειρία που αποκομίζει κανείς είναι συγκλονιστική.

Σχόλια