Ένα μικρό κοριτσάκι, ορφανό, που έχει τραβήξει τα πάνδεινα από τους συγγενείς και κηδεμόνες της, και που, πολύ γρήγορα στέλνεται σε ορφανοτροφείο. Ένα κοριτσάκι, που μεγαλώνοντας, όντας γκουβερνάντα σ’ ένα απομονωμένο και επιβλητικό σπίτι, θα βρει τον έρωτα στο πρόσωπο του κυρίου Ρότσεστερ, αφεντικό της και ιδιοκτήτης του παράξενου αυτού σπιτιού. Το κοριτσάκι αυτό είναι η Τζέιν Έιρ. Η Τζέιν πρέπει να επιστρατεύσει όλη της την υπομονή, την αφοσίωση και το θάρρος της, προκειμένου και η ίδια και ο κύριος Ρότσεστερ να ευτυχήσουν. Γιατί η ευτυχία δεν είναι τόσο εύκολη τελικά, και τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται στους άγριους βάλτους του Θόρφιλντ, καθώς ο κύριος Ρότσεστερ προσπαθεί να κρύψει σκοτεινά μυστικά.
«Ήμουνα συνεπαρμένη. Κουβέντιαζα μαζί του όσο φάγαμε και πολλήν ώρα ύστερ’ από το φαγητό μ’ ευχαρίστηση και άνεση. Δεν ένιωθα κανένα περιορισμό, τίποτα που να μ’ εμποδίζει να νιώθω τη ζωή, να γελώ μαζί του. Ήμουν ευτυχισμένη μαζί του γιατί ήξερα πως ταιριάζαμε. Κι αυτό έφερνε φως σε όλο τον εαυτό μου. Μ’ όλο που ήτανε τυφλός, χαμόγελα άρχισαν να χαράζουνε στο πρόσωπό του και τα χαρακτηριστικά του χάσανε την πικραμένη τους όψη.»
Στις 6 Οκτωβρίου του 1847, εκδίδεται το βιβλίο «Τζέιν Έιρ(Jane Eyre)» της Σαρλότ Μπροντέ. Με το βιβλίο αυτό ήρθε η μεγάλη επιτυχία και η αναγνώριση, καθώς τα έργα της δεν έχαιραν μεγάλης αποδοχής από τους κριτικούς (αν και υπήρξαν αρκετές συζητήσεις για την ταυτότητα του «Κάρερ Μπελ», ψευδώνυμο συγγραφέως). Βέβαια, η «Τζέιν Έιρ», ήταν ουσιαστικά κάτι σαν την αυτοβιογραφία της, καθώς διακρίνουμε πολλές ομοιότητες ανάμεσα στην ηρωίδα και την Σάρλοτ.
Η «Τζέιν Έιρ» καταφέρνει και ξεχωρίζει από τα λογοτεχνικά πρότυπα της βικτωριανής εποχής, ενώ έχει χαρίσει συγκίνηση σε αμέτρητους αναγνώστες ανά τον κόσμο. Γιατί όμως; Η Τζέιν είναι μια διαχρονικά σύγχρονη ηρωίδα, μια γυναίκα εγκλωβισμένη σ’ ένα περιβάλλον που αρνείται πεισματικά την αλλαγή. Τι πιο διαχρονικό απ’ αυτό; Πώς γίνεται αυτή η διάσταση του έργου να μην αγγίζει τους αναγνώστες της κάθε εποχής;
«Την ώρα που χτενιζόμουνα, κοιτάχτηκα στον καθρέφτη και είδα πως δεν ήμουνα πια άσχημη. Το πρόσωπό μου ήτανε γεμάτο ζωή κι ελπίδα. Τα μάτια μου έλεγες κι είχανε πολυκοιτάξει μια πηγή χαράς και δανειστήκανε τη λάμψη από τα διάφανα νερά της. Πολλές φορές έκανα προσπάθεια να μην κοιτάξω τον κύριό μου, γιατί φοβόμουνα πως η μορφή μου δεν του άρεσε: σήμερα, μπορούσα να υψώσω τα μάτια μου σ’ αυτόν, χωρίς να φοβάμαι μην τυχόν τον πικράνω με την ασχήμια μου. Φόρεσα ένα καλοκαιρινό φουστάνι, ελαφρό κι ανοιχτόχρωμο. Μου φάνηκε πως ποτές δε μ’ είχε στολίσει ρούχο καλύτερα, γιατί ποτέ κανένα τους δεν το ‘χα φορέσει με τόση χαρά.»
Παρά την αδιαφιλονίκητη αυτοπεποίθησή της και το ακατανίκητο πείσμα της, η Τζέιν είναι ένας απλός, φυσιολογικός άνθρωπος που είναι θύμα των περιστάσεων. Με «προβληματικές» προσωπικότητες να την περιβάλουν, όπως η θεία της-ανίκανη να αγαπήσει, ή ο κύριος Ρότσεστερ-εγκλωβισμένος στα φαντάσματα του παρελθόντος, αυτή όμως καταφέρνει να φωτίσει πρόσωπα και καταστάσεις.
Επομένως, η «Τζέιν Έιρ» είναι ένας συνδυασμός μυστηρίου και έρωτα. Μια ιστορία φαινομενικά ρομαντική, με δυνατά μαθήματα ζωής.