«Ρε Cookie, πάμε κανένα Cinemaδάκι;» με ρώτησε τις προάλλες το γλυκό μου.

Και κάπως έτσι βρέθηκα ένα ήσυχο βράδυ με εισιτήρια για το The Intern, να ονομάζω έναν τοσοδούλη ροζ μονόκερο-φιγουρίνι που πήραμε από το Movie Store του Βίλατζ, να μοιράζομαι έναν κουβά μέτρια Popcorn και να πνίγω τις τύψεις μου που δεν πήρα τα πόδια μου να πάω στο Frapress Meeting την ίδια μέρα.

Αν κάνει κανέναν να νιώθει καλύτερα είμαι 101% σίγουρη πως είτε η Coca Cola μου είχε φουλ ξεθυμάνει, είτε πως μου έδωσαν Pepsi.

Σε τι κόσμο ζούμε.

 

Θυμάται κανείς το “Devil Wears Prada”;

Ε λοιπόν, φανταστείτε τι θα είχε γίνει αν η Αννούλα η Χάθαγουεϊ ήταν στη θέση της Μέρυλ Στριπ και διηύθυνε μια Start Up ιστοσελίδα μόδας το 2015 (χωρίς να είναι τόσο μπιτς).Στην οποία ιστοσελίδα-εταιρία να είχε για ασκούμενο τον Ρόμπερτ Ντε Νιρο φυσικά.

 

the intern

 

Ο Μπεν είναι χήρος και έχοντας, ως συνταξιούχος, δοκιμάσει τα πάντα για να περάσει δημιουργικά τον χρόνο του, αποφασίζει να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα που ζητάει ηλικιωμένους απασχολούμενους στην ιστοσελίδα ρούχων AboutTheFit.

Φυσικά εκεί ξεχωρίζει σαν την μύγα μες στο γάλα, διότι ελάχιστοι από τους συναδέλφους του είναι άνω των 35.

Παλεύοντας, λοιπόν, να συνεννοηθεί με όλη την πιτσιρικαρία που τον αντιμετωπίζει σαν εξωγήινο, να μάθει πως λειτουργεί η σύγχρονη τεχνολογία και να φανεί χρήσιμος, καταλήγει ως βοηθός της Τζουλς, που ίδρυσε και διευθύνει την εταιρία.

Η αφοσιωμένη, πλην όμως, εργασιομανής Τζουλς, που από την μία σκοτώνεται κάθε μέρα να προλάβει τα ραντεβού της (καθώς η εταιρία της αδυνατεί να διαχειριστεί την ίδια της την επιτυχία), και από την άλλη προσπαθεί να διατηρήσει την προσωπική της ζωή σε μια ισορροπία, αρχικά δεν του δίνει πολλή σημασία, και ακολουθεί την κλασσική τακτική του: «Ευχαριστώ αλλά όχι ευχαριστώ, προτιμώ να τα κάνω όλα μόνη μου».

Κάπου εδώ καταλάβατε ότι φυσικά αυτό θα αλλάξει και οι δύο τους θα αναπτύξουν μια ιδιαίτερη σχέση και μπλα μπλα μπλα.

 

Ναι, όχι «μπλα μπλα μπλα»!

Διότι παρ’όλο που η ταινία ακολουθεί κάποια κλασσικά μοτίβα ως προς την πλοκή και τους χαρακτήρες τους οποίους τοποθετεί σε αυτήν, είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη, ειδικά αν ρίξουμε μια ματιά στο τι έχουμε δει τελευταία σε ταινίες που κατά τα άλλα θεωρούνται σύγχρονος κινηματογράφους.

 

Αν εξαιρέσουμε τους πρωταγωνιστές, βλέπουμε ηθοποιούς που γνωρίζουμε κυρίως από σειρές και ταινίες της τελευταίας δεκαετίας, γεγονός που όμως είναι μια ευχάριστη αλλαγή και βοηθάει τον θεατή να επικεντρωθεί στις διαδράσεις μεταξύ τους ως προς το σύνολο, παρά να κολλήσει στον ρόλο του Τάδε Ταδόπουλου, διότι τον έχει δει άλλες εκατόν πενήντα πέντε φορές στην οθόνη τα τελευταία χρόνια.

Η πλοκή ήταν συναρπαστική, περνούσε ενδιαφέροντα μηνύματα και σεβάστηκε τον θεατή αρκετά, ώστε να μην ενδώσει στον πειρασμό να ακολουθήσει τα γνωστά κλισέ που θα περίμενε να δει κανείς σε μια αντίστοιχη ταινία.

No spoilers, αλλά ειλικρινά μέχρι και την τελευταία στιγμή περίμενα ο αξιαγάπητος γεράκος να πάσχει από κάποιο δραματικό πρόβλημα υγείας, η δυναμική businesswoman να καταλήξει μαζί του μετά από μια υπαρξιακή κρίση «στο-ράφι-θα-μείνω-και-όταν-πεθάνω-θα-με-φάνε-οι-γάτες-μου» ή τουλάχιστον να δούμε έναν μεγάλο τσακωμό μεταξύ τους, στον οποίο ο ένας θα πρέπει να ζητήσει συγγνώμη από τον άλλον ώστε να τα ξαναβρούνε στο τέλος της ταινιούλας και να πάμε όλοι σπίτι με το αίσθημα της κάθαρσης.

 

Οι χαρακτήρες έχουν βάθος, παρελθόν-παρόν-μέλλον, και κάθε λεπτό μαθαίνουμε ολοένα και κάτι καινούριο για αυτούς, και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Ακόμα και όταν κατά διαστήματα κάνουν πράγματα που δεν μας αρέσουν, αυτό δεν τους κάνει κακούς ή αντιπαθητικούς, παρά ενισχύει την ανθρώπινή τους υπόσταση.

 

Τέλος, η ταινία καταφέρνει να ισορροπήσει περίτεχνα το στοιχείο του κωμικού με το σοβαρό, χωρίς να γίνεται ούτε τσίρκο ούτε ψυχομπούκωμα.

Τουλάχιστον για όλα τα παραπάνω θέλω να χαρίσω στην σκηνοθέτη και σεναριογράφο το πρωτότοκο παιδί μου.

Ή μια γλάστρα με γαρύφαλλα για το σπίτι βρε αδερφέ, η σκέψη μετράει.

 

Όσον αφορά τα μειονεκτήματα, well, εντάξει, θα είμαι ειλικρινής:

Ενώ η ταινία γενικά προσπάθησε να προωθήσει το διαφορετικό, σε ορισμένα σημεία κατέληξε πάλι να γενικεύσει όσον αφορά την αναπαράσταση των φύλων και να συγκρίνει ανόμοιες καταστάσεις.

Τρανό παράδειγμα το γεγονός ότι ο Μπεν, ως εκπρόσωπος της παλαιάς συντηρητικής γενιάς ανδρών που επιμένουν να κυκλοφορούν παντού στην πένα και που πέρασαν όλη τους τη ζωή στην ίδια δουλειά, θεωρείται κατά κάποιο τρόπο ανώτερος από τους συναδέλφους του, οι οποίοι παρουσιάζονται ως το στερεότυπο των συναισθηματικά ανώριμων εκπροσώπων της γενιάς του Facebook και του Twitter.

 

the intern

 

Επιπλέον, θεώρησα κάπως «εύκολη λύση» το να παρουσιαστεί ο πρωταγωνιστής ως την ρομαντική εικόνα του αλάνθαστου και εύστροφου καλού παππούλη που λέει σε όλα ναι, έχει απεριόριστη υπομονή, ποτέ δεν γκρινιάζει και ακόμα και όταν εκφέρει κριτική το κάνει με ευγένεια και τακτ.

Είμαι η μόνη που θεωρεί πως τέτοιοι χαρακτήρες είναι τόσο ρεαλιστικοί όσο και η νεραϊδονονά της Σταχτοπούτας;

Συν, καταλαβαίνω πως η Τζουλς έπρεπε να είναι το καλό παράδειγμα για την εργαζόμενη γυναίκα που δεν βάζει κανέναν πάνω από το όνειρό της, όμως σοβαρά τώρα, κανείς δεν βρέθηκε να της θυμίσει πως «Βρε συ, δεν είσαι μόνη σου σε αυτήν την ζωή, δείξει και λίγη κατανόηση για της ανάγκες των δικών σου ανθρώπων»;

 

Παρά τις κάποιες ενστάσεις μου πάντως, όταν έπεσαν οι τίτλοι τέλους παρέμεινα ένα-δύο λεπτά ακόμα στην θέση μου γκρινιάζοντας και κλαψουρίζοντας ότι ήθελα να δω κι άλλο.

Όχι, το ότι έπρεπε να σηκωθώ νωρίς να πάω τράπεζα και σχολή την άλλη μέρα δεν είχε καμία σχέση.

Εν πάση περιπτώσει, δείτε την ταινία, προλαβαίνετε.

The Intern: Η κωμωδία που είχαμε όλοι ανάγκη
85%ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ75%
ΠΛΟΚΗ-ΑΦΗΓΗΣΗ85%
ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ-ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ95%
ΜΗΝΥΜΑ90%
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ70%
ΑΞΙΟΜΝΗΜΟΝΕΥΤΕΣ ΣΚΗΝΕΣ95%

Σχόλια