Θα ήταν εύλογο να αναρωτηθεί κανείς τον τρόπο με τον οποίο οι δύο αυτές έννοιες, Φιλοσοφία και Δίκαιο, αλληλεπιδρούν μεταξύ τους με ένα τρόπο τόσο ιδιαίτερο. Μερικές φορές τα προφανή είναι κι εκείνα τα οποία ο άνθρωπος αδυνατεί να αποκρυπτογραφήσει.
Επί τούτου, ας προσδιορίσουμε αρχικά τον όρο της Φιλοσοφίας. Φιλοσοφία ονομάστηκε η τάση των ανθρώπων, ήδη από τους αρχέγονους ελληνικούς και ρωμαϊκούς πολιτισμούς, έως και την εποχή του Μεσαίωνα, της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού, να παρατηρούν, να διερωτώνται και να αναζητούν απαντήσεις σε ερωτήματα τα οποία η ανθρώπινη επινοητικότητα φαινόταν να αδυνατεί να επεξηγήσει. Τα ερωτήματα συνήθως έθιγαν βαθύτατα θέματα είτε επίγεια, όπως η ύπαρξη του ανθρώπου πάνω στον κόσμο και η συνύπαρξη με τα άτομα του κοινωνικού περιβάλλοντος στο οποίο ζει, είτε αναζητούσαν συμπαντικές αλήθειες.
Το καθήκον το οποίο ένας φιλόσοφος είχε κληθεί να φέρει εις πέρας, όμως, δεν είχε αποκλειστικό σκοπό την εύρεση απαντήσεων στα όποια ερωτήματα απασχολούσαν την κοινωνία, αλλά εκτεινόταν στην υποχρέωση του φιλοσόφου να τη βελτιώσει τον κόσμο γύρω του μέσω των γνώσεων και των παρατηρήσεων του. Σε αυτό το σημείο, τολμούμε να πούμε, ότι ξεκίνησε η διαδικασία της δημιουργίας του Δικαίου. Ένα από τα ζητήματα τα οποία απασχόλησαν ιδιαίτερα τους μεγαλύτερους φιλοσόφους που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, όπως για παράδειγμα τον Πλάτωνα στην “Πολιτεία” του, μέχρι και τους οραματιστές του Διαφωτισμού Λενάρδο Φουριέ και Σαιν-Σιμόν, ήταν η δημιουργία μιας ιδεαλιστικής πολιτείας.
Πώς μία πόλη λειτουργεί ορθά; Με ποιους τρόπους οδηγείται στην ευδαιμονία; Τί είναι Δίκαιο; Τί είναι νόμιμο και τί παράνομο; Είναι κάποια από τα ερωτήματα τα οποία μονοπώλησαν το ενδιαφέρον από τα πρώτα χρόνια που δημιουργήθηκαν κοινωνίες ανθρώπων. Το Δίκαιο, λοιπόν, δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα σύστημα κανόνων που επιβάλλονται έχοντας ως αυτοσκοπό τη ρύθμιση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Σε ένα κοινωνικό περιβάλλον είναι λογικό και αποδεκτό να υπάρχουν πολλές και διαφορετικές επιθυμίες και ανάγκες, όμως οι πόροι είναι λίγοι. Έτσι, τίθεται το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα μοιραστούν αυτοί οι πόροι ακριβοδίκαια, ούτως ώστε να αποφευχθούν οι συγκρούσεις και η πόλη να συνεχίσει να λειτουργεί ομαλά, θέτει, συνεπώς κανόνες οι οποίοι καλούνται να εφαρμοστούν στην πράξη για το κοινό συμφέρον.
Φυσικά, οι ιθύνοντες της έννοιας και της λειτουργίας του Δικαίου, δεν είχαν δημιουργήσει τη συστηματική διάρθρωση που συναντούμε τη σημερινή εποχή. Το Δίκαιο παράγεται από διαφορετικό όργανο στην πορεία της ιστορίας. Η εφαρμογή του Δικαίου στους πρώτους αιώνες εμφάνισης του, όταν ακόμη ο άνθρωπος δε ζούσε σε οργανωμένες κοινωνίες, ήταν εντελώς γενική και αφηρημένη. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, και τη βοήθεια της φιλοσοφίας η οποία έκανε τους ανθρώπους ικανούς να αναζητούν τρόπους για τη βελτίωση της συνύπαρξης τους στα πλαίσια ενός οργανωμένου κράτους, έδωσε στο Δίκαιο τη σύσταση που γνωρίζουμε τώρα.
Για να συνοψίσουμε, λοιπόν, η φιλοσοφία δημιούργησε ερεθίσματα σε ανθρώπους οι οποίοι έθεσαν τις βάσεις για την ανάπτυξη του γνωστικού εύρους τους σε τομείς απαραίτητους για την επιβίωση στα βάθη των αιώνων. Μία από τις ανησυχίες τους έφερε στο προσκήνιο την έννοια του Δικαίου. Το Δίκαιο είναι μία διαδικασία που με το χρόνο αλλάζει, δεν είναι αιώνιο και ούτε απαραβίαστο. Πάντα, όμως θα υπάρχει για να εξασφαλίζει στο μέγιστον δυνατόν την αρμονική συμβίωση του ανθρωπίνου είδους.