Ανταπόκριση/Φωτογραφίες/Συνέντευξη: Ιάσων Γρηγορόπουλος
[English version is coming soon!]
Καλώς ήρθες, άτυχε νεανία, σε αυτό το όμορφο άρθρο. Άτυχος, διότι για να το διαβάζεις σημαίνει πως ανήκεις στο μέρος του πληθυσμού ο οποίος δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στην Λίμνη Κοκκινογείων το Σουκού που μας πέρασε. Μην σκας, μικρέ μου φίλε! Ο Jason ταξίδεψε 658 χιλιόμετρα μόνο για σένα και να σε διευκολύνει να οπτικοποιήσεις αυτή την εμπειρία και να ζηλεύεις πιο εύκολα εμάς που παρευρεθήκαμε. Πάμε!
Πρωί Σαββάτου στα ΚΤΕΛ Δράμας και σχεδόν ψήνουμε σπαλομπριζόλες πάνω στο πεζοδρόμιο από τη ζέστη. Γεγονός περίεργο, διότι σύμφωνα με τα δελτία καιρού θα έπρεπε να κυκλοφορούμε με πιρόγες από τις καταιγίδες… Όταν επιτέλους καταφτάνει το λεωφορείο, δεν αρκούν οι θέσεις για να μεταφέρει όλους τους fuzzταστικούς κατασκηνωτές κι έτσι επιστρατεύεται και δεύτερο. Ευτυχώς ο οδηγός στο δικό μου ψιλιάστηκε τη φάση και δεν έβαλε ντιριντάχτες στο τέρμα όπως προβλέπει το πρωτόκολλο του επαγγέλματος. Λίγα χιλιόμετρα πριν φτάσουμε στον προορισμό μας πέσαμε πάνω στο μπλόκο της αστυνομίας όπου αναγκαστήκαμε να ξεφορτώσουμε τα πάντα και να σταθούμε κάτω από τον ήλιο όσο τα αξιολάτρευτα σκυλάκια της δίωξης σνιφάρανε ό,τι αποσκευή υπήρχε. Ευτυχώς δεν έδειξαν να ενδιαφέρονται για το σάντουιτς με μπέικον που είχα στο σακίδιο μου.
Προσγείωση του λεωφορείου στον πλανήτη Κοκκινόyeah, στήσιμο σκηνής, εξερεύνηση του χώρου και μπυρίτσα με τη συνοδεία των soundchecks που έδιναν την εντύπωση preview μέχρι να ξεκινήσει το show.
Κάντε κλικ πάνω στα ονόματα των συγκροτημάτων για να διαβάσετε για την εμφάνισή τους.
Σε αυτό το σημείο ήταν που δικαιώθηκε η ΕΜΥ, καθώς ξεκίνησαν να πέφτουν οι πρώτες σταγόνες, μόνο για να διαψευσθεί ξανά μετά από 20 λεπτά, όταν πέρασε η μπόρα και τα σύννεφα διαλύθηκαν. Όλο αυτό προκάλεσε μία καθυστέρηση του προγράμματος κατά μία ώρα και την αναβολή της εμφάνισης των άτυχων Psychedelic Trips To Death.
Ως λάτρης του Holy Moon EP, πορώθηκα απίστευτα στο άκουσμα της απίστευτης διασκευής των MC5, Black To Comm και θα το χαρακτήριζα το απόλυτο μακροσκελές jam ως κλείσιμο για την εξαιρετική εμφάνισή τους. Άλλωστε πως να αντισταθεί κανείς στο κάλεσμα του “Come on, come on! Clap your hands!”; Έτσι και έκανε το ελληνικό κοινό. Για τους ενδιαφερόμενους, το τρίο θα επισκεφθεί ξανά την χώρα μας με τις παρακάτω εμφανίσεις:
16/10/2015 Αθήνα – An Club
17/10/2015 Λάρισα – Stage Club
18/10/2015 Ιωάννινα – Μαύρη Τρύπα
19/10/2015 Θεσσαλονίκη
Και έτσι έληξε η πρώτη μέρα στον Fuzztasticό Πλανήτη.
Η δεύτερη μέρα, ξημέρωσε με Metallica για εγερτήριο και την συνοδεία μουγκανητών συγκατασκηνωτών μου. Όχι και το πιο ευχάριστο ξύπνημα που έχω κάνει. Ευτυχώς όταν πήγαμε για τον πρωινό καφέ, ο ηχολήπτης το γύρισε στους Tuber.
Σύντομα το αυτί μου πήρε ότι οι Elder θα ετοιμάζονταν για soundcheck και έτσι δεν έχασα την ευκαιρία να παρακολουθήσω αυτό το έξτρα μεζεδάκι μουσικής. Αποδείχτηκε καλή απόφαση μιας και μπόρεσα να κλέψω λίγο από το χρόνο του Nick (κιθαρίστα και τραγουδιστή) και του Jack (μπασίστα) για να ανταλλάξουμε δυο κουβέντες και να κανονίσουμε μία από κοινού συνέντευξη μαζί με τον πλέον φίλο μου Βασίλη από το Downtuned Mag. Έτσι τους συναντήσαμε στο εστιατόριο δίπλα από τη λίμνη για μια απολύτως εποικοδομητική συζήτηση υπό τους ήχους των Their Methlab και αργότερα των Big Nose Attack. Ορίστε τι μάθαμε:
ΒΑΣΙΛΗΣ: Αυτή είναι η πρώτη σας φορά στην Ελλάδα. Ποια είναι τα συναισθήματά σας και οι προσδοκίες σας για αυτή την εμφάνιση, η οποία είναι λίγο παράδοξη για εμάς, μιας και θα περίμενε κανείς να σας δει για πρώτη φορά στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη;
JACK: Είναι ένα φεστιβάλ, σαν από αυτά που έχουμε παίξει στο παρελθόν, όπως σε μικρές πόλεις στη Γερμανία ή την Αυστρία στη μέση του πουθενά, οπότε δεν φαίνεται τόσο τρελό για εμάς να παίζουμε στην εξοχή. Για την ακρίβεια είναι αρκετά ωραίο γιατί μας δίνεται η ευκαιρία να δούμε την ελληνική εξοχή η οποία είναι πανέμορφη.
[…]
ΒΑΣΙΛΗΣ: Ποιοι είναι οι 5 δίσκοι που θεωρείτε σταθμούς και διαμόρφωσαν τους Elder που έχουμε σήμερα στην Κοκκινόγεια;
NICK: Θα πω Colour Haze. Τώρα, όλα τα άλμπουμ τους είναι παρόμοια, αλλά κυρίως το ομώνυμο τους και το Tempel. Σίγουρα το Red των King Crimson. Δεν ξέρω αν έχετε εσείς κανένα…
JACK: Κοίτα, είναι πάρα πολλά. Θα πω Gentle Giant εγώ.
MATT: Σίγουρα Motorpsycho.
NICK: Ναι, υπάρχουν στιγμές των Motorpsycho [που μας ενέπνευσαν]. Αλλά όταν άκουσα τον Stefan Koglek από τους Colour Haze για πρώτη φορά, έγινε αμέσως μία τεράστια έμπνευση κιθάρας για μένα. Ξεσήκωσα αρκετό από το στυλ του για το Dead Roots Stirring. Ήταν κάτι σαν οδηγός. Προσπαθούσα να ακούσω τα riffs του, να τα αναλύσω και να καταλάβω πώς τα παίζει. Αυτό από την μία. Οι Motorpsycho από την άλλη έχουν μία ελεύθερη φόρμα. Μπορούν να γράψουν 20λεπτα τραγούδια, μπορούν να γράψουν και 3λεπτα τραγούδια. Είναι μία πολύ ευέλικτη μπάντα. Οπότε, αυτές είναι οι βασικές επιρροές για εμένα.
[…]
JASON: Πρόκειται να παίξετε σε μερικές ώρες σε ένα από τα μεγαλύτερα ροκ φεστιβάλ της Ελλάδας, ως headliners. Πώς αισθάνεστε για αυτό;
NICK: Είναι ωραίο! Κολακευτικό για την ακρίβεια. Δεν περιμέναμε να είμαστε headliners, γιατί απ’όσο ξέρω την προηγούμενη χρονιά ήταν οι Radio Moscow και είναι αρκετά πιο γνωστοί από εμάς. Είναι ωραίο γιατί ξέρω ότι έχουμε και μεγάλη υποστήριξη από underground σχήματα και τους οπαδούς τους – ξέρετε, τα λιγότερο γνωστά τα οποία δεν θα μπορούσαν να αναδειχθούν χωρίς αυτό το φεστιβάλ.
JASON: Σας ανησύχησαν καθόλου οι πρόσφατες οικονομικές εξελίξεις που συνέβησαν στην Ελλάδα; Σας επηρέασαν με κάποιο τρόπο;
JACK: Ε, ήταν μία σκέψη. Όλα αυτά συνέβησαν όσο ήμασταν σε τουρ στην Ευρώπη και τύχαινε να συνδεόμαστε στο ίντερνετ και τον υπόλοιπο κόσμο και που και που διαβάζαμε πράγματα όπως “Στην Ελλάδα θα πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα.” και ήμαστε σε φάση… “Α, οκ…”
NICK: “…Θα παίξουμε ακόμα εκεί;”
JACK: Ναι, γιατί δεν ξέραμε αν θα υπάρχει ακόμα το ευρώ μέχρι να φτάσουμε εδώ. Αλλά στο τέλος φαίνεται τα πράγματα να δούλεψαν καλά.
JASON: Οπότε δεν είχατε κάποιο πρακτικό πρόβλημα;
NICK: Όχι, κανένα απολύτως.
JASON: Χαίρομαι για αυτό.Ήσαστε σε ένα μεγάλο τουρ σε όλη την Ευρώπη λοιπόν. Πώς ήταν αυτό σαν εμπειρία; Έχετε ξαναβρεθεί τόσο καιρό μακριά από την πατρίδα;
NICK: Ήταν πολύ μεγάλο τουρ. Δεν έχουμε ξανακάνει κάτι τέτοιο για περισσότερο από 4 εβδομάδες στο παρελθόν, οπότε φαντάσου πώς είναι να το διπλασιάζεις. Ωστόσο ήταν τέλεια, ένα ταξίδι στο οποίο ζήσαμε πολλά. Νιώθω σαν να έζησα τα τελευταία χρόνια της ζωής μου σε αυτό το διάστημα.
JASON: Είχατε καθόλου την δυνατότητα να γνωρίσετε τις χώρες τις οποίες επισκεφθήκατε ή απλά παίζατε σε ένα live και φεύγατε αμέσως για το επόμενο;
NICK: Εξαρτάται. Μερικές φορές που είχαμε τη μέρα ελεύθερη, μπορούσαμε να δούμε κάτι, αλλά δυστυχώς, συνήθως μας απασχολούσε κυρίως να ξεκουραστούμε και έτσι δεν εξερευνούσαμε ιδιαίτερα. Είναι αλήθεια ότι με το τουρ βλέπεις τον κόσμο, αλλά από το δρόμο και μέσα από το τζάμι ενός αυτοκινήτου. Πας να παίξεις σε ένα μαγαζί, πας για ύπνο και ξυπνάς στο επόμενο μαγαζί.
JASON: Οπότε θα λέγαμε ότι είναι κυρίως δουλειά και λιγότερο διακοπές…
JACK: Σίγουρα! Και κάποιες μέρες που είχαμε ελεύθερες, όπως στην Wiesbaden της Γερμανίας όπου ήμαστε εκεί για 2 μέρες, έτυχε να κυκλοφορήσω στο κέντρο της πόλης πέντε-έξι φορές και ήμουν σε φάση ” Α, ναι! Ξέρω την Wiesbaden αρκετά καλά! Ξέρω πώς να πάω στο σταθμό του τρένου!” [Γέλια]
JASON: Για το επερχόμενο show, τι περιλαμβάνει η setlist αν δεν έχετε αντίρρηση να την αποκαλύψετε;
NICK: Είναι μια καλή μίξη από παλιά και καινούρια… Κυρίως κομμάτια από το Dead Roots Stirring και Lore και έχουμε και ένα κομμάτι από το EP μας Spires Burn/Release. Αλλά όχι πολύ παλιά από το ομώνυμο…
JASON: Να πάρει!
[Γέλια]
JASON: Όσον αφορά μελλοντικές σας δουλειές, σκοπεύετε να συμπεριλάβετε κάποια doom στοιχεία (χωρίς να εννοώ να επιστρέψετε στο στυλ του S/T) ή έχετε αφήσει αυτό το ύφος πίσω σας;
NICK: Μου αρέσει η heavy μουσική και τα αργά σημεία στα τραγούδια. Υποθέτω ότι αυτό θα είναι ένα στοιχείο στη μουσική μας για πάντα, απλά φαντάζομαι πως θα αποκτήσει ένα πιο ευρύ φάσμα. Δεν μπορώ να πω με σιγουριά πάντως, καθώς μόλις ξεκινήσαμε να γράφουμε κάποια κομμάτια για τον επόμενο δίσκο και ένα από αυτά, βασικά, είναι αρκετά doom-y.
JASON: Ωραία! Η μουσική σας ήταν πάντα μεγάλη έμπνευση για μένα, καθώς δημιουργεί εικόνες από θρυλικές εποχές με χαμένα βασίλεια κλπ, οπότε θα ήθελα να σας ρωτήσω κάτι με μεγάλη σημασία για μένα: Για τι μιλάνε οι δίσκοι σας; Είναι βασισμένοι πάνω σε κάποιο θέμα ή ιστορία που σας επηρέασε;
NICK: Θα μπορούσα να πω ότι όλα τα άλμπουμ είναι θεματικά κατά κάποιο τρόπο. Το ομώνυμο ήταν κυρίως για μυθολογικές ιστορίες, Κόναν ο Βάρβαρος και τέτοια φάση. Οι στίχοι του Dead Roots Stirring είναι εμπνευσμένοι από το βιβλίο “War & Peace” του Leo Tolstoy, μιας και αναφέρεται σε μεγάλα ζητήματα της ανθρωπότητας, το να ζει κανείς έχοντας επίγνωση του θανάτου του και πώς ο άνθρωπος αντιμετωπίζει την ιδέα του να είναι μόνος του στο σύμπαν. To Lore είναι σχεδόν η επέκταση των ίδιων θεμάτων, για ιδέες σχετικά με τη θρησκεία και τη φιλοσοφία και όλα αυτά τα πράγματα που απασχολούν το μυαλό μου. Αλλά τα άλμπουμ δεν είναι βασισμένα σε κάποια συγκεκριμένη ιστορία. Εξαρτάται από το τραγούδι. Για παράδειγμα το τραγούδι Legend από το Lore είναι λίγο διηγηματικό, είχα στο μυαλό μου την Ιωάννα της Λωραίνης, την ηρωίδα της Γαλλίας, αλλά δεν μπορεί κανείς να το αντιληφθεί αυτό διαβάζοντας τους στίχους. Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά κατά κάποιο τρόπο ταιριάζει η θεματολογία που έχουν τα άλμπουμ, η οποία έχει να κάνει με διαφορετικές φιλοσοφίες, θρησκεία και μυθολογία που ο άνθρωπος δημιούργησε προκειμένου να εξηγήσει τη ζωή. Μου αρέσει η ιδέα το να γράφω στίχους με τους οποίους μπορούν να ταυτιστούν όλοι οι άνθρωποι, όταν ζούμε σε ένα κόσμο όπου η περισσότερη pop μουσική ασχολείται με την εμφάνιση και θέματα σχετικά με το “εγώ”. Μου αρέσει η ιδέα ενός τραγουδιού το οποίο σχετίζεται με ευρύτερα θέματα μεταξύ όλων των ανθρώπων, ακόμα και αν δεν φαίνεται στο τέλος.
JASON: Οπότε έχετε σκεφτεί ποτέ να φτιάξετε εξολοκλήρου ένα δίσκο βασισμένο σε ένα θέμα; Το ρωτάω αυτό διότι παρακολούθησα πρόσφατα ένα μικρού μήκους animation film για το οποίο γράψατε τη μουσική και το σχεδίασε ο Adrian Dexter, ο γραφίστας σας και μου άρεσε απίστευτα και σκέφτηκα πως ταιριάζει στην μουσική σας.
NICK: Ναι, ήταν πολύ ωραίο και μου άρεσε που έγραψα τη μουσική. Έχουμε σκεφτεί κάποιες φορές για θεματικά άλμπουμ, αλλά είναι αρκετά δύσκολο για εμάς να γράφουμε κατά αυτό τον τρόπο. Γράφουμε τμηματικά και με τρόπους όπου οι στίχοι σίγουρα θα μπορούσαν να διαμορφώσουν ένα concept – θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κάνουν στα Dead Roots Stirring και Lore. Αλλά δεν είναι κάτι που έχουμε μελετήσει πάρα πολύ.
JACK: Αυτά τα τμήματα και κυρίως η φύση της μουσικής είναι κάπως μοναδικά για εμάς – σχεδόν μας βοηθάνε να γράψουμε πρωτότυπα τραγούδια.
JASON: Ώστε η συνεργασίας με τον Adrian Dexter συνεχίζεται, υποθέτω. Διότι ταιριάζετε σαν καλλιτέχνες, ηχητικώς και οπτικώς.
NICK: Ναι, για την ακρίβεια ήταν μαζί μας στο τουρ όλο αυτόν τον καιρό, αλλά όχι σήμερα. Έφτιαχνε animations για τα lives μας, ξέρεις με προτζέκτορες κλπ. Είναι ένας πολύ καλός μας φίλος.
JACK: Ναι, μεγαλώσαμε στη ίδια πόλη όλοι μας.
JASON: Να του δώσετε τους χαιρετισμούς μου και κυρίως τον σεβασμό μου για τα έργα του, που συνόδευσαν τόσο καιρό τη μουσική σας. Κλείνοντας, θα θέλατε να πείτε κάτι στους φίλους σας στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό;
NICK: Σας αγαπάμε, παιδιά! Σας ευχαριστούμε και συνεχίστε να μας εμπνέετε!
JACK: Ευχαριστούμε που μας καλέσατε εδώ για να σας παίξουμε τη μουσική μας!
Αυτοί ήταν οι Elder λοιπόν, παιδάκια. Χάρη στο Βασίλη και την Ευγενία, μάθαμε διάφορα άλλα πράγματα, όπως την άποψή τους για το πού ανήκουν στην μουσική σκηνή, προτιμήσεις σε χώρους για live και άλλα ενδιαφέροντα που θα βρείτε στο δικό τους μέρος της συνέντευξης. Ως φίλος (και) του doom είδους θα κρατήσω πως απ’ ό,τι φαίνεται το πρώτο τους άλμπουμ αποτελεί ενός είδους μαύρο πρόβατο στην δισκογραφία τους και δεν το προβάλουν πολύ (ίσως κουράζονται να κουρδίσουν σε ντο). Κρίμα για εμάς που θα θέλαμε να ακούσουμε το Rrridddle Of Stteeel. Ωστόσο, εξελίσσονται συνεχώς, βαδίζοντας σε όλο και πιο ανεξερεύνητα μονοπάτια της μουσικής. Ο χρόνος θα δείξει που θα τους οδηγήσει αυτό. Σίγουρα κάπου ψηλά.
Επιστρέφοντας στο χώρο του live, πρόλαβα περίπου το δεύτερο μισό του set των Big Nose Attack το οποίο αποδείχτηκε απολαυστικό. Θα γίνω και εγώ γραφικός και θα πω, πως έχω ξεφύγει προ καιρού από την νοοτροπία του μαυροκλειδικού ήχου από τον οποίο έχουν εμπνευστεί οι μεγαλομύτες μουσικοί και έτσι δεν μπόρεσα να τον εκτιμήσω πλήρως. Ωστόσο φαίνεται πως δεν πτοούνται από αυτές τις παρομοιάσεις και έχουν αναπτύξει το δικό τους χαρακτήρα. Αυτό που είναι σίγουρο είναι πως ταίριαζαν απόλυτα στο καλοκαιρινό mood του φεστιβάλ και ο κόσμος το εκτίμησε αυτό.
Το τρίο από την Μαχασουσε-… Μασαχουσ- ΑΠΟ ΤΗ ΒΟΣΤΩΝΗ ΤΕΛΟΣ ΠΑΝΤΩΝ έκανε την εμφάνισή του και η τρίχα είχε γίνει κάγκελο. Ο κάθε τυπικός πιωμένος Έλληνας γκάριζε ακόμα και στο soundcheck, κάτι που στην γλώσσα του μεταφράζεται ως ένδειξη ενθουσιασμού και προσμονής για ένα σημαντικό γεγονός και εκεί είχαμε την ευκαιρία να τον θαυμάσουμε στο φυσικό του περιβάλλον. Μετά από μερικά λεπτά αναμονής που μου φάνηκαν σαν αιώνες, ανάβλυσαν από τους ενισχυτές οι πρώτες νότες του μπάσου. Και μετά drums. Και κιθάρα. Ήταν αλήθεια: άκουγα το Dead Roots Stirring ζωντανά. Είναι περιττό να αναφέρω πως η εκτέλεση ήταν αυτούσια με την έκδοση του δίσκου. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι πως οι υπόλοιποι μουσικόφιλοι, τραγουδούσαν παράλληλα με τον Nick Disalvo, τους δυσεύρετους στίχους του τραγουδιού. Ακολούθησε η μελωδική εισαγωγή του Compendium, η οποία μοιάζει ύποπτα με αυτή του Another Night των Camel, όπως εύστοχα παρατήρησε ο φίλος μου Δημήτρης. Και στη συνέχεια κοπάνημα στα κολοσσιαία riffs του. Αφού τραγουδήσαμε όλοι “faces change, thought returns to dust-ashen countenance, holy rust-I am compendium!”, ακολούθησε ένας περίεργος χορός των τυμπάνων που αποδείχθηκε πως αποτελούσε την εισαγωγή για την live έκδοση της εξαιρετικής ορχηστρικής σύνθεσης III. Η μπάντα είχε εξαιρετική ενέργεια στη σκηνή, ιδιαιτέρως ο μπασσίστας Jack, που φαινόταν να διασκεδάζει με τα εκτοξευόμενα κουτάκια μπύρας.
Ύστερα ακόμα ένα κομμάτι από το Lore, το Spirit At Aphelion, στο οποίο ίσως φαινόταν πιο έντονα η απόκλιση από την έκδοση του δίσκου μιας και έπρεπε να περιοριστεί στα τρία βασικά όργανα. Ο frontman των Αμερικάνων ήταν αρκετά επικοινωνιακός με το κοινό και βρήκε την ευκαιρία να σχολιάσει για την αξιόλογη προσπάθεια για την διεξαγωγή του φεστιβάλ και το πόσο χαρούμενοι ήταν που βρίσκονταν για πρώτη φορά στη χώρα μας. Σειρά είχε το Release για να ικανοποιηθούν ακόμα και οι πιο απαιτητικοί θαυμαστές της μπάντας και κλείσιμο με το τρομερό Gemini, το κομμάτι που πιθανόν εισήγαγε τον περισσότερο κόσμο στην μουσική των Elder. Μια μεγάλη στεναχώρια φάγαμε όταν η μπάντα δεν επέστρεψε για το τυπικό encore, παρ όλες τις ικετευτικές μας κραυγές. Ας ελπίσουμε πως θα έχουμε την ευχαρίστηση να τους ξαναδούμε σύντομα από κοντά.
Τραγουδήσαμε “I was old when I was too young – I was wrong when I was just right” στο Superfreak, Brainmaker από το υπέρτατο Use, σατανικά ναρκωτικά από το μακρινό διάστημα στο All Around, τσιγαροεγκαύματα στα χέρια μας στο Just A Burn, Voodoo U Do, η καταραμένη η γραμμή στο Line, Soma, συγκινηθήκαμε στο This Is U, κ@@λώσαμε τη ζωή μας με το bass solo του Baby, God is Dead και σπρωχτήκαμε ανελέητα στο Trigger Happy. To encore των “Στώκων” περιλάμβανε το εκρηκτικό Dead Rock Commandos και Children Of The Sun στο οποίο για άλλη μια φορά ανέβηκαν οι -γραφικοί πλέον- φανατικοί του, πάνω στην σκηνή για να το τραγουδήσουν.
Και κάπως έτσι έκλεισε και η δεύτερη μέρα σε ένα εκπληκτικό φεστιβάλ, που οργανώθηκε, πραγματοποιήθηκε και υποστηρίχθηκε από ανθρώπους με ένα κοινό: την αγάπη για τη μουσική. Τέλος, θέλω να παραθέσω μία δήλωση του Στέφανου Δήμου, συνδιοργανωτή του φεστιβάλ:
Η ελληνική ροκ σκηνή υπάρχει και η δυναμικότητα και η κινητικότητά της είναι ΤΕΡΑΣΤΙΑ. Γι αυτό “φταίνε” αποκλειστικά και μόνο οι μπάντες αυτού του τόπου που έχουν τραβήξει τον κόσμο στο ροκ. Παιδιά τα οποία παλεύουν να μαζέψουν 50 και 100 ευρώ για να πάρουν ένα πεταλάκι, ή καινούριες χορδές, ή έναν ενισχυτή για να παίξουν ποιοτική μουσική, ξέροντας ότι κατά πάσα πιθανότητα δεν θα τα κάνουν απόσβεση αυτά τα λεφτά ποτέ. Από οικονομικής απόψεως όμως.. Γιατί ο κόσμος καταλαβαίνει σε κάθε νότα, τις θυσίες του καθενός και την αγάπη και το μεράκι του, και τον ανταμείβει γι αυτό με ένα χειροκρότημα, με ένα χαμόγελο, με ένα χτύπημα στην πλάτη.
Οι ντόπιες μπάντες, και ο κόσμος γύρω από αυτές είναι η σκηνή. Όχι οι διοργανωτές, οι promoters, τα μαγαζιά, οι σύλλογοι ή δεν ξέρω γω ποιος άλλος διοργανώνει λάιβ σε αυτή τη χώρα. Αν δεν υπήρχαν οι ντόπιες μπάντες, να συσπειρώσουν όλους εμάς και να μας ξεκουνήσουν απ τον καναπέ μας, για να πάμε να δούμε ένα λάιβ, δεν θα περνούσε καμία underground μπάντα από δω. Γιατί πολύ απλά δεν θα βρισκόμασταν πουθενά στον συναυλιακό χάρτη του πλανήτη.
Την επόμενη μέρα, καθώς περίμενα το τρένο της επιστροφής, βρήκα την ευκαιρία να ρωτήσω όσους παρευρέθηκαν, για ποιες μπάντες πήγαν στο φεστιβάλ και ποιες τους έκαναν την μεγαλύτερη εντύπωση από αυτές που δεν ήξεραν:
Ήρθαν για: | Τους άρεσαν: | |
Sativa | 3 | |
Instant Boner | 7 | |
Night Knight | 5 | |
Psychedelic Trips To Death | 3 | |
Black Hat Bones | 5 | |
Black Rainbows | 6 | |
Samsara Blues Experiment | 10 | 2 |
Their Methlab | 4 | |
The Big Nose Attack | 2 | |
Stonebringer | 3 | 7 |
Whereswilder | 3 | |
Temple Of The Smoke | 8 | |
Nightstalker | 6 | 4 |
Elder | 8 | 5 |
Επίσης όταν ρώτησα ποιες μπάντες θα θέλανε να δουν του χρόνου, πήρα τις εξής απαντήσεις: Villagers Of Ioannina City, Dead Meadow, My Sleeping Karma, Colour Haze, Re-Stoned/Maat Lander, Naxatras, Brotherhood Of Sleep, Ancestors
Πείτε μας κι εσείς τη γνώμη σας στα σχόλια!
Ευχαριστούμε την Fuzzscope για τη φιλοξενία!