Κοιτάχτε μπήκε στη φωτιά! είπε ένας απ’ το πλήθος.
Γυρίσαμε τα μάτια γρήγορα. Ήταν
στ’ αλήθεια αυτός που απόστρεψε το πρόσωπο όταν του
μιλήσαμε. Και τώρα καίγεται. Μα δε φωνάζει βοήθεια.

Διστάζω. Λέω να πάω εκεί. Να τον αγγίξω με το χέρι μου.
Είμαι από τη φύση μου φτιαγμένος να παραξενεύομαι.

Ποιος είναι τούτος που αναλίσκεται περήφανος;
Το σώμα του το ανθρώπινο δεν τον πονά;

Η χώρα εδώ είναι σκοτεινή. Και δύσκολη. Φοβάμαι.
Ξένη φωτιά μην την ανακατεύεις μου είπαν.

Όμως εκείνος καίγονταν μονάχος. Καταμόναχος.
Κι όσο αφανίζονταν τόσο άστραφτε το πρόσωπο.

Γινόταν ήλιος.

Στην εποχή μας όπως και σε περασμένες εποχές
άλλοι είναι μέσα στη φωτιά κι άλλοι χειροκροτούνε.

Ο Ποιητής μοιράζεται στα δυο.

 

Το παραπάνω ποιήμα, “Ο καιόμενος”, εντάσσεται στην ποιητική συλλογή “Μεταίχμιο Β΄ του Τάκη Σινόπουλου, η οποία εκδόθηκε λίγα χρόνια μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου [1949].

Το 1957 [έτος έκδοσης του ποιήματος] παραμένει μια σκοτεινή εποχή για την ελληνική κοινωνία, που μανιωδώς προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της, έπειτα από τις κακουχίες της κατοχής και το κυνήγι μαγισσών, που ακολούθησε κατά τα επόμενα έτη. Η πολιτική απομόνωση της αριστεράς εξακολουθεί να υφίσταται και η ανελευθερία έχει πλέον καταστεί συστατικό στοιχείο του πολιτικού γίγνεσθαι, με αποκορύφωμα τις συνεχείς διώξεις, γνωστών και μη, κομμουνιστών. Μέσα σ’ αυτή την πραγματικότητα, ο ελληνικός λαός βρίσκεται αντιμέτωπος με 2 εναλλακτικές λύσεις: την αντίσταση και την υποχώρηση. Μεγάλο μέρος του επιλέγει μάλλον συνειδητά την τελευταία, καθώς είναι πιο ανώδυνη. Αποφασίζει ότι είναι προτιμότερο να θυσιάσει μέρος του εαυτού του, σκοτώνοντας τα ιδανικά του, παρά να θυσιαστεί ο ίδιος για τις πεποιθήσεις του. Επιλέγει να υπάρχει σωματικά καταπιέζοντας τις σκέψεις και την προσωπικότητα του. Ο φόβος θριάμβευσε και πάλι!

Τάκης Σινόπουλος

Ο ποιητής, Τάκης Σινόπουλος.

Εντός του φιλήσυχου πλήθους, ξεχωρίζει η μορφή του “καιόμενου”, του μοναδικού ανθρώπου που κατόρθωσε να νικήσει την παθητικότητα των συγχρόνων του και δεν παρέλυσε από την τρομοκρατία των ισχυρών. Είναι αυτός που παρά τις αντιξοότητες δεν λύγισε, που εξακολούθησε να πιστεύει με πάθος σε κάτι μεγαλύτερο από τον ίδιο. Είναι αυτός που διέθετε την απαραίτητη ψυχική δύναμη για να αποδεχθεί πως η ιδέα του ήταν σημαντικότερη από τον ίδιο, επειδή ενδεχομένως προϋπήρχε αυτού ή θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά το δικό του τέλος. Είναι αυτός που πιστεύει ότι οι ιδέες είναι αθάνατες και κάποιες από αυτές μπορούν πραγματικά να αλλάξουν τον κόσμο, εφόσον βρεθούν κάποιοι που θα είναι διατεθειμένοι να καούν καταμόναχοι, ώστε να τους δώσουν πνοή.

Ένας ρομαντικός ήρωας είναι ο “καιόμενος” του Σινόπουλου, που πέθανε κραυγάζοντας σιωπηρά την επιθυμία του να αλλάξει τον κόσμο. Η αλήθεια είναι όμως, πως απλά τον ταρακούνησε για λίγο, γιατί δυστυχώς μία και μόνο θυσία ποτέ δεν είναι αρκετή για να μεταβάλλει την πραγματικότητά μας. Οι μεγάλες αλλαγές χρειάζονται περισσότερες θυσίες από ακόμα περισσότερους καθημερινούς ήρωες.

Οι μονάδες με τα σπουδαία ιδανικά και τα ακόμα πιο φωτεινά όνειρα δεν πρέπει να αφήνονται μοναχοί τους στην πυρά. Ο φόβος, που μπορεί κάποτε να ακινητοποιεί πλήρως το σώμα και τις σκέψεις μας, διαθέτει επίσης, σε κάποιες άλλες στιγμές, την ικανότητα να λειτουργεί καταλυτικά προς την ενεργοποίηση του αμυντικού μας συστήματος. Αυτές ακριβώς τις στιγμές χρειαζόμαστε, που θα μας μετατρέψουν από απλούς θεατές, σε ήλιους που εκπέμπουν το δικό τους φως. Σε ήλιους ικανούς να φωτίσουν τις σκοτεινές εποχές που κυριαρχούνται απο κολλημένα μυαλά.

Σχόλια