“Όποιος φοβάται να υποφέρει, υποφέρει ήδη απ’ αυτό που φοβάται.” είπε κάποτε ο Γάλλος δοκιμιογράφος Michel de Montaigne. Δύναμη, βία και τρομοκρατία στηρίζονται οντολογικά και πρακτικά στο οπλοστάσιο της χειραγώγησης: στο φόβο.

Ο φόβος έχει έννοιες που έχουν οριστεί με διάφορους τρόπους – είτε φιλοσοφικά,  με ρίζες στον πυρήνα της ανθρώπινης οντολογίας, είτε πολιτικά, με ρίζες στις απαρχές της γέννησης του έθνους-κράτους, είτε ρητορικά, ως εργαλείο πειθούς και χειραγώγησης.

Στην τρίτη κατηγορία φόβου, συγκαταλέγεται και η Επίκληση Φόβου ως τακτική πειθούς, της οποίας χαρακτηριστικό είναι η προσπάθεια επιρροής της στάσης και της συμπεριφοράς μέσω της προβολής όλων εκείνων των καταστροφικών συνεπειών που θα επιφέρει η μη συμμόρφωση με τις προτεινόμενες στάσεις (Neuman & Levy, 2003:1).

Η επίκληση στον φόβο είναι σήμερα η πιο ευρεία έκφανση του κατασκευασμένου φόβου μέσω της ρητορικής κατασκευής του με πιο αναγνωριστική μορφή την επικοινωνία και διάχυσή του από τα ΜΜΕ. Το εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτού του κατασκευασμένου φόβου είναι πως χρησιμοποιεί προς όφελός του όλους τους μη κατασκευασμένους φόβους  με βασικό στόχο τον περιορισμό της ελευθερίας της σκέψης.

Πυρήνας μιας στρατηγικά κατασκευασμένης επίκλησης φόβου είναι η τοποθέτηση του φόβου στο επίκεντρο της σκέψης του δέκτη, να τον γιγαντώσει και τέλος να του προσφέρει τις λυτρωτικές προτεινόμενες λύσεις για την αποφυγή του. Πίσω όμως από αυτές τις προτεινόμενες λύσεις δεν κρύβεται τίποτε άλλο από τους στρατηγικούς στόχους των κατασκευαστών αυτού του φόβου.

Σε έναν κόσμο υπερ-πληροφόρησης, υπερκατανάλωσης, υπερ-τρομολαγνείας, δεν φοβόμαστε απαραίτητα όλα εκείνα που αποτελούν πραγματική απειλή, αλλά περισσότερο όλα εκείνα που προβάλλονται ως τέτοια. Η βία και η τρομοκρατία, λεκτική και μη, υπό την απειλή του «αγνώστου» , σε συνδυασμό με τον καταιγισμό στρατηγικά κατασκευασμένων φόβων, έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ελευθερίας της σκέψης και την υποκινούμενη συγκρότηση μιας σειράς επιβαλλόμενων πεποιθήσεων.

Ο κατευθυνόμενος και στοχευμένος φόβος στηρίζεται είτε στην ανάδυση μιας χειροπιαστής, άμεσης και έντονης απειλής, είτε στην ανάδειξη ενός επικείμενου ρίσκου το οποίο διατρέχουμε. Ο Φρόιντ ισχυριζόταν ότι οι μάζες είναι χειραγωγήσιμες και εύπλαστες και ότι μπορεί κάποιος να αγγίξεις τις επιθυμίες και τους φόβους τους για να τις χρησιμοποιήσει προς όφελός του. Επομένως ο ρητορικός φόβος συνδέεται άρρηκτα με την προπαγάνδα μέσω του ελέγχου των συναισθημάτων της μάζας και  τις τελευταίες δεκαετίες έχει μετατραπεί σε ένα διαχρονικό επικοινωνιακό εργαλείο της πολιτικής . Πιο χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα της επίκλησης του φόβου στην πολιτική επικοινωνία είναι η τηλεοπτική αντιδιαφήμιση για την προεκλογική καμπάνια των Δημοκρατών με υποψήφιο τον Λίντον Τζόνσον το 1964, στην οποία προβάλλεται ένα κοριτσάκι να μαδάει μια μαργαρίτα, ενώ μία ανδρική φωνή στο βάθος ακούγεται να μετράει αντίστροφα για την πυρηνική καταστροφή.(βλ. βίντεο) Στο μηδέν, έκρηξη και φωτιά! Για την ιστορία αναφέρω, πως το ανατριχιαστικό αυτό σποτ αποσύρθηκε αμέσως μετά την πρώτη ημέρα προβολής του, έχοντας όμως πρώτα κάνει τον γύρο του κόσμου στα τηλεοπτικά δελτία και σηματοδοτώντας έναν νέο, πιο ώμο και τρομολαγνικό τρόπο πολιτικής διαφήμισης.

Εξίσου σημαντική μέσα σε όλα είναι και η ένταση του φόβου, η οποία επίσης μπορεί να επικοινωνηθεί με διάφορους τρόπους. Συνήθως προτιμάται μέσω αντιπαραβολών και εξομοιώσεων μιας φοβικής κατάστασης του χθες με κάποια του σήμερα. Είναι γεγονός πως οι ιστορικά θεμελιωμένοι φόβοι ανακαλούνται ευκολότερα και πετυχαίνουν πιο αποτελεσματικά τους στρατηγικούς στόχους μίας επίκλησης αυτών (π.χ., πόλεμος, ναζισμός, κατοχή, λιμός, μετανάστευση, φτώχεια). Ως εκ τούτου, η ρητορική χρήση ιστορικά θεμελιωμένων φόβων επιτυγχάνει να κινητοποιεί ένα ακόμα χαρακτηριστικό του φόβου – την πιθανότητα πραγμάτωσης της απειλής.

Μπορεί το άγνωστο εν γένει να φοβίζει, μα όχι το απολύτως άγνωστο. Η απειλή από έναν απολύτως άγνωστο και μακρινό εχθρό δεν έχει καταφέρει να εσωτερικευθεί και να προκαλέσει φόβο. Το απολύτως άγνωστο δεν έχει στοιχεία ανάκλησης στο υποσυνείδητό μας, άρα δεν είναι ικανό να μας προκαλέσει και την αίσθηση του φόβου. Ο πραγματικός φόβος πηγάζει από την απειλή ενός αναγνωρίσιμου εχθρού που φέρει γνωστούς παρελθοντικούς κινδύνους ή άγνωστες δυνατότητες κλιμάκωσης αυτών. Η διαδικασία της εσωτερίκευσης του φόβου με σκοπό την ανάκλησή του είναι μια περίπλοκη ακολουθία ψυχολογικών στάσεων και καταστάσεων η οποία εξαρτάται άμεσα από το κοινό στο οποίο απευθύνεται ο πομπός. Γι’αυτό  και στα φοβικά μηνύματα που διαχέονται στα ΜΜΕ (ή κατασκευάζονται από το ίδια τα Μέσα) συνήθως επικαλούνται ευρείες και πανανθρώπινες έννοιες, οι οποίες βρίσκονται σε κίνδυνο ή απειλούνται.

Αυτήν την πραγματικά κρίσιμη περίοδο που διανύουμε, η προπαγάνδα των ΜΜΕ ίσως έχει αγγίζει το ζενίθ της ιστορίας της. Ο κόσμος βρισκόμενος σε ψυχολογική κατάρρευση, μόνο το άκουσμα του σήματος ειδήσεων στα κανάλια φαντάζει σαν πολεμική σειρήνα. Εδώ και χρόνια τώρα, τα ΜΜΕ έχουν μεταμορφωθεί σε ένα παλίμψηστο καταθλιπτικό, ψευδόμενα, κατασκευάζοντας ειδήσεις και επιδιδόμενα σε αυθαίρετες ερμηνείες.

Ο φόβος πάντα ξεκινάει από την άγνοια. Ας κατανοήσουμε αυτές τις απαρχές του φόβου, της πηγής της φοβολαγνείας, της τρομοκρατίας, των βαθύτερων κινήτρων και στόχων των κατασκευαστών τους και ας ελπίσουμε πως η ελευθερία της σκέψης μας δεν έχει υπονομευθεί ακόμα, η κριτική μας σκέψη δεν έχει διαστρευλωθεί και ότι ο φόβος του αγνώστου δεν μας αποσπά την προσοχή από το γνωστό, γιατί κανένα πάθος δεν κλέβει τη θέληση και τη λογική απ’ το μυαλό του ανθρώπου, όσο ο φόβος.

 

«Πρέπει να φοβάσαι, παιδί μου. Έτσι θα γίνεις νομοταγής πολίτης.» – Jean-Paul Sartre

 

 

Σχόλια