Σαν σήμερα, στις 29 Μαΐου 1917 γεννήθηκε ο Τζον Κένεντι, ο οποίος αποτέλεσε το σύμβολο του αμερικανισμού και κατάφερε να γίνει πρότυπο για τους Αμερικάνους, καθώς και για ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν ο άνθρωπος που με την ελπίδα, την αισιοδοξία του και τη ρητορική του, γοήτευσε τους Αμερικάνους, αλλά και όσους βρίσκονταν εκτός των ΗΠΑ. Η ζωή του και το πρόωρο τέλος του, έδωσαν πλούσιο υλικό στον κινηματογράφο και στα ντοκιμαντέρ, που παρουσίαζαν τη ζωή του και προσπαθούσαν να ανακαλύψουν ποιος κρύβεται πίσω από τη δολοφονία του.
Λίγα λόγια για την ζωή του
Ο John Fitzgerald Kennedy γεννιέται στις 29 Μαΐου 1917 στο Brookline της Μασαχουσέτης, με τις δύο οικογένειες, τόσο τους Κένεντι όσο και τους Fitzgerald, να είναι ευκατάστατες και παραδοσιακές καθολικές, με καταγωγή από την Ιρλανδία. Έχοντας αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, και έχοντας τελέσει την στρατιωτική του θητεία,μετά το τέλος των εχθροπραξιών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εργάζεται για σύντομο χρονικό διάστημα ως ρεπόρτερ για εφημερίδα. Το 1946 ωστόσο, σε ηλικία 29 ετών, αποφασίζει να κατέβει στον πολιτικό στίβο: θέτει ως στόχο τη Βουλή των Αντιπροσώπων και θέτει υποψηφιότητα σε εργατικό προάστιο της Βοστόνης. Παρά βέβαια τις 3 θητείες του στο Κογκρέσο (1946-1952), ο Κένεντι θα συνειδητοποιήσει ότι δεν μπορεί να κάνει και πολλά από αυτή τη θέση, νιώθοντας ότι οι βαρετές διαδικασίες και τα συμφέροντα φαλκιδεύουν τις πολιτικές του φιλοδοξίες.
Το 1952, επιδιώκοντας μεγαλύτερες κοινοβουλευτικές θέσεις και άλλες σφαίρες επιρροής, ο Κένεντι κατεβαίνει υποψήφιος στην αμερικανική Γερουσία, νικώντας τελικά σε μια εκλογική αναμέτρηση μάλιστα που οι Ρεπουμπλικανοί κυριάρχησαν κατά κράτος. Η εκλογική του επιτυχία θα του εξασφαλίσει φήμη στο κόμμα των Δημοκρατικών, με όλους να συμφωνούν ότι ήταν η προσωπικότητα του νεαρού γερουσιαστή αυτή που καθόρισε τελικά την έκβαση.
Το 1956 χάνει την ευκαιρία να πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών ως υποψήφιος αντιπρόεδρος και τέσσερα χρόνια αργότερα, θέτει υποψηφιότητα ως πρόεδρος. Το 1960 λοιπόν, παίρνει το χρίσμα των Δημοκρατικών, επιλέγει τον Λίντον Τζόνσον ως συνυποψήφιο και ρίχνεται στη μάχη της αμερικανικής προεδρίας με τον ήδη αντιπρόεδρο της ρεπουμπλικανικής κυβέρνησης Ρίτσαρντ Νίξον. Στα τηλεοπτικά debates, ο Κένεντι επικρατεί κατά κράτος του Νίξον και στις 8 Νοεμβρίου 1960 γίνεται ο 35ος πρόεδρος των ΗΠΑ, έπειτα από ιστορική πλέον εκλογική αναμέτρηση.
Σε ηλικία μάλιστα 43 ετών, ήταν ο δεύτερος νεότερος πρόεδρος που γνώριζε η Αμερική, πίσω μόνο από τον Ρούζβελτ κατά έναν χρόνο (42)! Ήταν επίσης ο πρώτος καθολικός πρόεδρος, καθώς και ο πρώτος που είχε γεννηθεί μέσα στον 20ό αιώνα. Στις 20 Ιανουαρίου 1961 μάλιστα, κατά την τελετή της ορκωμοσίας του, θα δώσει τον θρυλικό πλέον λόγο επιδιώκοντας να εμπνεύσει τους συμπατριώτες του να γίνουν πιο ενεργοί πολίτες: «Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει για σένα η πατρίδα σου. Ρώτα τι μπορείς να κάνεις εσύ για την πατρίδα σου».
Τα σημαντικότερα επιτεύγματα στη σύντομη περιπέτειά του με την αμερικανική προεδρία θα σημειωθούν στην παγκόσμια σκακιέρα: κεφαλαιοποιώντας το εθελοντικό-ακτιβιστικό πνεύμα στη δημιουργία του οποίου είχε συμβάλλει και ο ίδιος, ο Κένεντι ιδρύει το 1961 το Ειρηνευτικό Σώμα, με τις πολιτιστικές και εξοπλιστικές δράσεις του φιλανθρωπικού προγράμματος της Αμερικανικής Κυβέρνησης να μετρά στα τέλη του αιώνα 170.000 εθελοντές σε περισσότερες από 135 χώρες. Επίσης το 1961, ο Κένεντι ιδρύει τη Συμμαχία για την Πρόοδο, με σκοπό την τόνωση των οικονομικών σχέσεων ΗΠΑ και Λατινικής Αμερικής και την εξάλειψη της φτώχειας.
Στα διεθνή του πεπραγμένα περιλαμβάνονται ωστόσο και μια σειρά από αμφιλεγόμενες δράσεις, όπως το πραξικόπημα που ενέκρινε κατά του Φιντέλ Κάστρο στην Κούβα: στις 15 Απριλίου 1961, 1.400 κουβανοί πρόσφυγες -άρτια εκπαιδευμένοι από τη CIA- εισβάλουν στον Κόλπο των Χοίρων με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος Κάστρο. Εκτός αυτών, τον Αύγουστο του 1961 επικρατεί μια σοβιετικής εμπνεύσεως κρίση στη Γερμανία, με την αστραπιαία οικοδόμηση του Τείχους του Βερολίνου: στην προσπάθειά του να αποτρέψει τις ορδές των προσφύγων να μεταναστεύουν από τον σοβιετικής κατοχής ανατολικό τομέα της πόλης στη -σύμμαχο των ΗΠΑ- Δυτική Γερμανία, ο σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ διατάζει την άμεση οικοδόμηση του τείχους της ντροπής, που θα γινόταν το πλέον μελανό σύμβολο της ψυχροπολεμικής διαίρεσης της πόλης.
Η μεγαλύτερη ωστόσο πρόκληση που αντιμετώπισε η κυβέρνηση Κένεντι ήταν η πυραυλική κρίση της Κούβας τον Οκτώβριο του 1962. Ανακαλύπτοντας ότι οι Σοβιετικοί είχαν θωρακίσει την «κόκκινη» Κούβα με ατομικούς βαλλιστικούς πυραύλους, ο Κένεντι αποκλείει το νησί και καλεί σε άμεση απόσυρσή τους, απειλώντας με πόλεμο: ο πυρηνικός όλεθρος πλανάται πάνω από την οικουμένη. Μερικές ταραχώδεις μέρες μετά, οι Σοβιετικοί θα συμφωνούσαν να αποσύρουν τους πυρηνικούς πυραύλους με την ταυτόχρονη διαβεβαίωση του Κένεντι ότι αφενός οι ΗΠΑ δεν θα επιτεθούν στην Κούβα και αφετέρου θα αποσύρουν τους δικούς τους πυρηνικούς πυραύλους από την Τουρκία.
Η λαμπρότερη ίσως συνεισφορά στην καριέρα του είναι η πράξη που υπέγραψε τον Ιούνιο του 1963 με τη Βρετανία και τη Σοβιετική Ένωση για τον δραστικό περιορισμό των πυρηνικών που κατείχαν οι χώρες, γεγονός που θα εξομάλυνε ως έναν βαθμό το ψυχροπολεμικό κλίμα.
Οι πολιτικές του
Στο εσωτερικό πεδίο, οι πολιτικές του Κένεντι κρίνονται μερικώς μόνο πετυχημένες: αναλαμβάνοντας καθήκοντα μέσα σε καθεστώς οικονομικής ύφεσης, πρότεινε σαρωτικές μειώσεις στη φορολογία εισοδήματος, αύξηση του κατώτατου μισθού, την ίδια στιγμή που ευαγγελίστηκε νέα κοινωνικά προγράμματα για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε υγεία, παιδεία και συγκοινωνιακό δίκτυο. Παρεμποδίστηκε ωστόσο καθοριστικά στο έργο του από τις τεταμένες σχέσεις του με το Κογκρέσο, πετυχαίνοντας τμήματα μόνο της μεταρρυθμιστικής του ατζέντας: μια μέτρια αύξηση στον κατώτατο μισθό και σχετική περιστολή των φορολογικών βαρών.
Η σφραγίδα ωστόσο του Κένεντι στο εσωτερικό των ΗΠΑ δεν ήταν άλλη από τη συνεισφορά του στα πολιτικά δικαιώματα των εγχρώμων. Παρά την έντονη αντίθεση των δημοκρατικών βουλευτών του από τον Νότο, ο Κένεντι στέλνει τον αδελφό του, γενικό εισαγγελέα (πλέον) Ρόμπερτ Κένεντι, στην πολιτεία του Μισισίπι τον Σεπτέμβριο του 1962 για να συνοδεύσει -με τη βοήθεια της αστυνομίας- τον πρώτο έγχρωμο φοιτητή (James Meredith) στο πολιτειακό πανεπιστήμιο. Κίνηση συμβολική, αλλά και ουσιαστική, η οποία έχει τρομερό αντίκτυπο στον αγώνα των εγχρώμων για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους. Περί τα τέλη του 1963, στον απόηχο της μεγαλειώδους πορείας των Αφρο-Αμερικανών στην Ουάσιγκτον και του περίφημου λόγου του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ «Έχω ένα όνειρο…», o Κένεντι καταθέτει στο Κογκρέσο την τροπολογία-θεμέλιο για τα πολιτικά δικαιώματα των έγχρωμων συμπατριωτών του: σε μια από τις τελευταίες πράξεις της θητείας αλλά και της ζωής του, το σχέδιο νόμου του Κένεντι θα περνούσε τελικά το 1964 (Civil Rights Act) και θα γινόταν ορόσημο για τη δικαίωση του κοινωνικού αγώνα των Αφρο-Αμερικανών.
Στις 22 Νοεμβρίου 1963 ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι πυροβολείται στο κεφάλι από ελεύθερο σκοπευτή ενόσω βρίσκεται στο Ντάλας συνοδεία αυτοκινητοπομπής.
Η σφαίρα που βρήκε τον Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, σκότωσε και το όραμα των Αμερικανών για την αλλαγή, όπως τη φανταζόταν και μοιραζόταν με τους ψηφοφόρους του ο ίδιος ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Το χέρι, το οποίο όπλισε την καραμπίνα, στο Ντάλας του Τέξας, την Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 1963, δε δολοφόνησε μοναχά έναν χαρισματικό και επικοινωνιακό άνδρα, αλλά και το αμερικανικό όνειρο.
Πηγή: newsbeast.gr