Η θρησκεία αποτελούσε ανέκαθεν ένα ευαίσθητο σημείο τόσο για τους πιστούς της όσο και για τους πιο αμφιλεγόμενους της πίστης. Ως γνωστόν υπάρχουν διαφορετικές θρησκείες και διαφορετικοί θεοί που αποτελούν σημείο αναφοράς για τους πιστούς, αφού οι ίδιοι εκλαμβάνουν τη θρησκεία σαν ένα στοιχείο της ταυτότητας τους. Το ίδιο ισχύει και για τους επιφυλακτικούς της ιδέας της ύπαρξης μιας ανώτερης θεϊκής δύναμης, η οποία έχει τη δυνατότητα να καθορίζει και να ελέγχει τα επίγεια «εκ των άνω».
Τα θρησκευτικά πιστεύω μιας ανθρώπινης κοινότητας κατέχουν μια σχέση αλληλεξάρτησης με το κοινωνικό πλαίσιο. Υπήρχαν εποχές κατά τις οποίες η Εκκλησία και το Κράτος ήταν έννοιες αλληλένδετες, ασκώντας σημαντική επίδραση η μια στην άλλη. Η θρησκεία που δίδασκε μέσα από αλληγορίες και παραλληλισμούς την ηθική, επιβάλλοντας τα πρώτα της ορθής κοινωνικής στάσης, συχνά εμπλέκονταν με τη πολιτική, το προσωπικό όφελος, το κύρος και την εξουσία με αποτέλεσμα να απαλλοτριώνει η ίδια την βασική της ουσία, το καλό, το ορθό και το ηθικό. Το αρνητικό πρόσωπο της θρησκείας, έγινε φανερό κατά την πάροδο των χρόνων, τη στιγμή που η πίστη έγινε φανατισμός και η θρησκεία αιτία πολέμων.
Πόλεμοι και αποτρόπαια ανθρώπινα εγκλήματα συνόδευαν την σκληρή πραγματικότητας της πίστης καθώς η θρησκεία «παρερμηνεύτηκε» και απέκτησε το ρόλο του καθοδηγητή σε μάχες αλλόθρησκων με στόχο την επιβολή των δικών της πιστεύω. Η διαφθορά και η ανηθικότητα οδήγησαν την αποστασιοποίηση ενός μεγάλου μέρους της κοινωνίας από την θρησκεία, το ίδιο το Κράτος επιχείρησε να απολέσει τους στενούς δεσμούς του παρελθόντος με την Εκκλησία. Νόμοι εκδόθηκαν στο όνομα της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας ώστε ο εκκλησιαστικός και κρατικός τροχός να αυτονομηθούν. Ωστόσο, οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν δε φάνηκαν αρκετές για να εμποδίσουν το πολεμικό όραμα των «πιστών».
Ένας νέος θρησκευτικός πόλεμος βρίσκεται προ των πυλών που εξαπλώνεται σαν επιδημίας σε όλο τον κόσμο, σκορπώντας θύματα στο πέρασμα του. Ένα μαύρο πέπλο έχει εξαπλωθεί σε πολλές χώρες που η τύχη τους φαίνεται αβέβαια καθώς αποτελούν πιθανά «θηράματα» για τους φανατικούς της θρησκευτικής πίστης. Συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για την ισλαμική θρησκεία η οποία σκορπά το φόβο σε ευρωπαϊκές και μη χώρες με βασικό τους στόχο την εξόντωση των αλλόθρησκων. Ο δικός τους νόμος είναι η καταδίκη των ανθρώπων που εκφράζουν διαφορετικά θρησκευτικά πιστεύω από τους θύτες τους. «Ζωντανό» παράδειγμα αποτελεί η σφαγή 147 χριστιανών φοιτητών στη Κένυα.
Εν ψυχρώ δολοφονία μιας ολόκληρης τάξης φοιτητών έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο της Γκαρίσα στην Κένυα από ένοπλους της Ισλαμικής τρομοκρατικής οργάνωσης Αλ-Σαμπάμπ. Το σφάλμα που κλήθηκαν να πληρώσουν με την ίδια τους τη ζωή αθώοι φοιτητές ήταν ότι προσευχήθηκαν στον Ιησού. Ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τον φρικιαστικό τρόπο δράσης της οργάνωσης έρχονται στην δημοσιότητα, την ίδια στιγμή που συγγενείς και φίλοι θρηνούν τον χαμό των αγαπημένων τους. Μαρτυρίες από αυτόπτης μάρτυρες βγαίνουν στο φως μεταφέροντας την απελπιστική πραγματικότητα που βίωσαν μέσα στο πανεπιστήμιο τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Αλ Σεμπάμπ, η οποία είναι σύμμαχος της αλ-Κάιντα, μάχεται κατά της Κένυας από το 2011, όταν κενυατικά στρατεύματα στο πλαίσιο διεθνούς δύναμης του ΟΗΕ, απώθησαν του μαχητές της, από τις μεγάλες πόλεις της Σομαλίας. Όπως οι τρομοκράτες δήλωσαν, η επίθεση αποτελεί αντίποινα για την κακομεταχείριση μουσουλμάνων μέσα στην Κένυα. Οι προθέσεις τους εκδηλώθηκαν γύρω στις 05:30 το πρωί τοπική ώρα την Πέμπτη, όπου μια ομάδα ενόπλων σκότωσε δύο φρουρούς στην είσοδο του πανεπιστημίου, έπειτα άνοιξε προς πάσα κατεύθυνση εντός της πανεπιστημιούπολης, προτού εισβάλει στους κοιτώνες, όπου είχαν βρει καταφύγιο εκατοντάδες φοιτητές, τους οποίους κράτησε για πολλές ώρες ομήρους.
Οι Σομαλοί ισλαμιστές Σεμπάμπ, διαχώρισαν τους ομήρους τους από τους μουσουλμάνους. Σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες, όλοι οι υπόλοιποι εκτελέστηκαν. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκε η Χριστιανική Ένωση του πανεπιστημίου, η οποία είχε συγκεντρωθεί για να προσευχηθεί την ώρα της επίθεσης, πληρώνοντας «ακριβά» το τίμημα. Σκηνές εν ψυχρώ δολοφονίες εκτυλίσσονται μπροστά τα μάτια συμφοιτητών. Συγκεκριμένα, Ο φοιτητής Ρόιμπεν Μουαβίτα, 21 ετών, δήλωσε σήμερα ότι οι τρεις κοπέλες είχαν γονατίσει μπροστά από τους ενόπλους και ικέτευαν να τις λυπηθούν. «Το λάθος που έκαναν ήταν ότι είπαν ‘Χριστέ μας, σώσε μας’ – τότε τις πυροβόλησαν» αποκάλυψε ο Μουαβίτα στο πρακτορείο Ρόιτερς.
Την ίδια στιγμή, φοιτητές που κατάφεραν να ξεφύγουν από αυτή την ανθρώπινη τραγωδία γίνονται μάρτυρες της θρησκευτικής επίθεσης με θύματα τους συμφοιτητές τους. «Ακούγονταν πολλοί πυροβολισμοί, ανάμικτοι με κραυγές. Άκουσα άνδρες να φωνάζουν ‘Είμαστε οι Αλ Σεμπάμπ, ήρθαμε απόψε να σας επισκεφθούμε’… Τέσσερις από εμάς τρέξαμε και πηδήξαμε από ένα παράθυρο του πρώτου ορόφου και μετά σκαρφαλώσαμε στο συρματόπλεγμα», είπε ο Τόνι Οτιέντε, 22 ετών. «Ήμουν σε σύγχυση, είχα τρομοκρατηθεί και έτρεμα αλλά δεν φώναζα κι αυτό με έσωσε», είπε μια 24χρονη φοιτήτρια, η Σούζαν Κιτόκο, από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύεται, η οποία πήδηξε από ένα παράθυρο για να γλιτώσει. Ακόμη μια επιζήσασα της πολύνεκρης επίθεσης, η 19χρονη Σίνθια Καρότιτς, κατάφερε να σώσει τη ζωή της μένοντας κρυμμένη σε ένα μεγάλο ντουλάπι και καλύφθηκε με ρούχα αρνούμενη να εμφανιστεί ακόμη κι όταν κάποιοι συμφοιτητές της βγήκαν από τις κρυψώνες τους έπειτα από απαίτηση των ενόπλων δραστών της οργάνωσης αλ-Σεμπάμπ.
Της επίθεσης στα γραφεία της Παρισινής σατιρικής εφημερίδας Charlie Hebdo, πριν από μερικούς μήνες, έπεται η σφαγή των φοιτητών του Πανεπιστημίου της Γκαρίσα. Μια «ταινία τρόμου» θέτει την αφετηρία της με βασικού πρωταγωνιστές τους ισλαμιστές και τα αθώα θύματά τους. Ωστόσο οι ισχυροί του κόσμου δε φαίνεται να θορυβήθηκαν τόσο από τη συγκεκριμένη τρομοκρατική ενέργεια, ούτε διαδήλωσαν για τις αθώες ψυχές που χάθηκαν όπως έγινε στην περίπτωση των γραφείων της γνωστής εφημερίδας, ως ένδειξη αντίστασης στη τρομοκρατία που σπείρουν οι πιστοί του Κοράνι. Είναι άξιο απορίας γιατί κανείς δεν αντιδρά σε αυτή την ανθρωποκτονία, πως κανείς δεν αναρωτιέται ποιος και πότε θα βάλει ένα τέλος στη τρομοκρατία που αφήνει στο διάβα της χιλιάδες αθώα πτώματα. Η μόνη απορία που γεννάται είναι «Ποιος θα είναι το επόμενο θύμα;».