Γιατί το “Όταν έκλαψε ο Νίτσε” είναι το βιβλίο που πρέπει να διαβάσεις
Το βιβλίο “Όταν έκλαψε ο Νίτσε” εκδόθηκε το 1992, στην Ελλάδα όμως έγινε γνωστό τουλάχιστον μια δεκαετία αργότερα.
Ο συγγραφέας του, Irvin David Yalom, γεννημένος το 1931 στην Ουάσινγκτον από Εβραίους γονείς, κατέχει μια μοναδική θέση στην ιστορία της ψυχιατρικής και της ψυχοθεραπείας ως ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της υπαρξιακής σχολής και από τους σημαντικότερους ερευνητές και κλινικούς της ομαδικής ψυχοθεραπείας.
Με το πρώτο του αυτό μυθιστόρημα απευθυνόταν στην ψυχοθεραπευτική κοινότητα ως αναγνωστικό κοινό. Θέλησε, όπως ο ίδιος αναφέρει σε δοκίμιό του “να εισαγάγει τον σπουδαστή της ψυχοθεραπείας στις βασικές αρχές της υπαρξιακής θεωρίας με το διδακτικό μυθιστόρημα, ως νέο διδακτικό εργαλείο.” Όμως κατάφερε πολλά περισσότερα από αυτό: το βιβλίο κέρδισε το Χρυσό Μετάλλιο της Κοινοπολιτείας ως το καλύτερο μυθιστόρημα του 1993, μεταφράστηκε σε 16 γλώσσες και έγινε best seller σε πολλές χώρες.
Ο Yalom λοιπόν επιχειρεί να συσχετίσει την ψυχοθεραπεία με την υπαρξιακή φιλοσοφία, κι έτσι μεταφερόμαστε στην Βιέννη του 19ου αιώνα, στην τότε μητρόπολη των διανοητικών ζυμώσεων.
Ο επιφανής γιατρός Γιόζεφ Μπρόιερ δέχεται επιστολή από μια γυναίκα, η οποία σε έντονο ύφος του ζητά μια συνάντηση. Στη συνάντηση αυτή η νεαρή Ρωσίδα Λου Σαλομέ, μια κοπέλα με εκρηκτική παρουσία, του λέει πως είναι επιτακτική ανάγκη να γιατρέψει τον φίλο της Νίτσε από την απόγνωση και τις αυτοκτονικές τάσεις που τον έχουν κυριέψει και για τις οποίες η ίδια πιστεύει ότι φέρει κάποια ευθύνη. Μόνο που ο ασθενής δεν θα πρέπει να γνωρίζει τίποτα για τον αληθινό λόγο της θεραπείας του, νομίζοντας πως αυτή προορίζεται για τα προβλήματα υγείας που επίσης αντιμετωπίζει.
Ο Μπρόιερ δέχεται τελικά να αναλάβει την ιδιόρρυθμη αυτή περίπτωση και έτσι μετά από λίγο καιρό δέχεται επίσκεψη από έναν άνθρωπο που εξωτερικά με τίποτα δεν παραπέμπει στο σπουδαίο και επιβλητικό πνεύμα που η Λου Σαλομέ του είχε παρουσιάσει.
Μετά την πρώτη τους συνάντηση όμως ο γιατρός υποτάσσεται στο πνεύμα του φιλοσόφου. Μετά τα πρώτα ραντεβού τα βράδυα στο σπίτι αφού γευματίζει με την οικογένειά του, συζητά με τον νεαρό μαθητευόμενο και επιστήθιο φίλο του Ζίγκμουντ Φρόυντ, την ιδιάζουσα περίπτωση του ασθενούς.
Ο Μπρόιερ έπειτα προτείνει στον φιλόσοφο μια ανταλλαγή: ο γιατρός θα ασχοληθεί με τα προβλήματα της υγείας του Νίτσε και εκείνος θα επιχειρήσει να τον βοηθήσει έτσι ώστε να απελευθερωθεί από κάποιες αλλότριες σκέψεις που τον βασανίζουν. Η ισχυρή νοητική επαφή θα τους οδηγήσει σε έναν ανυπέρβλητης αξίας διάλογο επί πολλών θεμάτων σχετιζόμενα πάντα με τον άνθρωπο, το πνεύμα, την αξία και τον προορισμό του.
Τέλος, σκόπιμο θα ήταν να αναφέρουμε πως αν και οι χαρακτήρες του βιβλίου ήταν όλοι τους υπαρκτά πρόσωπα, συνάντηση ανάμεσα στους Γιόζεφ Μπρόιερ και Φρίντριχ Νίτσε ουδέποτε συνέβη.
Η αρχική πρόθεση του συγγραφέα ήταν να γράψει ένα μυθιστόρημα που να εκτυλίσσεται ανάμεσα στον Φρόυντ και στον Νίτσε. Κάτι τέτοιο όμως δεν θα είχε καμία ιστορική βάση αφού το 1882 όταν, όπως είναι γνωστό από επιστολές του, ο φιλόσοφος είχε χωρίσει με την νεαρή Ρωσίδα και σκεφτόταν έντονα την αυτοκτονία. Τότε όμως ο Φρόυντ ήταν μόλις 27 και δεν είχε στραφεί ακόμα στην ψυχιατρική.
Γι αυτόν λοιπόν το λόγο ο συγγραφέας επιλέγει τον Μπρόιερ, φίλο και μέντορα του Φρόυντ, που πρώτος διατύπωσε και χρησιμοποίησε ψυχοδυναμική θεωρία και ψυχοδυναμικές μεθόδους ήδη από το 1881.