Ο Τζέρρυ άνοιξε το ντουλάπι του. Η αναστάτωση ήταν ακόμα εκεί. Δεν είχε κατεβάσει το πόστερ κι ούτε είχε πάρει τα παπούτσια της γυμναστικής: τ’ άφησε εκεί να παραμένουν ως σύμβολα. Σύμβολα τίνος πράγματος; Δεν ήταν βέβαιος. Κόιταξε μελαγχολικά στο πόστερ τις λέξεις, που είχαν πειραχτεί: Τολμώ να διαταράξω το σύμπαν;
Το συνηθισμένο πανδαιμόνιο του διαδρόμου τον περιέβαλε: πόρτες ντουλαπιών που κοπανιόντουσαν, άγριες κραυγές και σφυρίγματα, πόδια που βροντούσαν κάτω…
«Τολμώ να διαταράξω το σύμπαν;»
«Ναι, τολμώ, τολμώ. Νομίζω.»
Ο Τζέρρυ κατάλαβε ξαφνικά τι ήταν το πόστερ: ο μοναχικός άντρας στην παραλία να στέκεται ορθός, μόνος και άφοβος, να ζυγιάζεται επάνω στη στιγμή όπου πρόκειται να κάνει τον εαυτό του ν’ ακουστεί και να γνωριστεί στον κόσμο, στο σύμπαν.
Όλα ξεκινάνε και όλα τελειώνουν εδώ. Όταν είσαι έφηβος, νιώθεις ακριβώς αυτό το πράγμα. Νιώθεις το χάος μέσα σου, και γύρω σου ο κόσμος αισθάνεσαι να εκπέμπει μια σκληρότητα, αλλά πολλές φορές και μια αισιοδοξία. Μια αισιοδοξία που όμως μπορεί να ανατραπεί την αμέσως επόμενη στιγμή.
Η σκληρότητα του εφηβικού κόσμου αποτυπώνεται με ρεαλισμό στο βιβλίο του Ρόμπερτ Κόρμιερ με τίτλο ‘Ο πόλεμος της σοκολάτας’. Ποτέ δεν ξεχνάς τα βιβλία που διάβασες στην εφηβεία σου, και για μένα ‘Ο πόλεμος της σοκολάτας’ είναι ένα από αυτά. Στενάχωρο, ωμό, άκρως ρεαλιστικό. Διαβάζοντάς το συμπάσχεις, προβληματίζεσαι, ενθουσιάζεσαι, αηδιάζεις, πονάς, εξοργίζεσαι.
Και τι γίνεται όταν αποφασίσεις να εναντιωθείς στο εκάστοτε σύστημα; Έχεις το θάρρος να το κάνεις όταν νιώθεις πως αυτό είναι που χρειάζεται να κάνεις; Προχωρώντας στην ιστορία του βιβλίου, αυτά τα ερωτήματα σε βασανίζουν ολοένα και περισσότερο. Τι θα έκανες στη θέση του ήρωα; Έχεις εσύ το θάρρος να υπομείνεις κοινωνικές κατακραυγές, σχεδόν μίσος θα μπορούσαμε να πούμε, απ’ τον περίγυρό σου προκειμένου να υποστηρίξεις τα ιδανικά σου; Γιατί ο Τζέρρυ -ο ήρωας του βιβλίου- τολμά να κάνει κάτι. Τολμά να εναντιωθεί στους κανονισμούς και στα ‘πρέπει’ των άλλων. Με άσχημη δυστυχώς κατάληξη.
Όμως ποιος είναι ο ‘εχθρός’ στην προκειμένη περίπτωση; Σε ποιους εναντιώνεται ο Τζέρρυ και ο κάθε Τζέρρυ που συναντάς κι εσύ κι εγώ στο σχολείο, στο δρόμο, στην ενήλικη ζωή; Που συναντάς καμιά φορά φευγαλέα στον καθρέφτη σου, αλλά ευθύς αποστρέφεις το βλέμμα σου; Στον ‘πόλεμο της σοκολάτας’ όλοι είναι συνένοχοι, ακόμα κι εσύ διαβάζοντάς το. Γιατί αθέλητα μαγεύεσαι απ’ τους υπόλοιπους ήρωες, που με τόση σκληρότητα και αναισθησία αντιμετωπίζουν τον κόσμο. Γιατί στο βάθος τους καταλαβαίνεις. Γιατί ζούμε σ’ ένα σκληρό κόσμο. Γιατί η θλιβερή διαπίστωση του ήρωα σε πνίγει και θέλεις να φωνάξεις πως δεν είναι έτσι, πως όσο σκληρός κι αν δείχνει ο κόσμος, στο βάθος πονάει κι αυτός: ‘Σου λένε να κάνεις αυτό που σου πάει, αλλά δεν το εννοούν. Δε θέλουν να κάνεις αυτό που σου πάει, εκτός αν τύχει να πάει και σ’ εκείνους. Είναι για γέλια, Φιστίκι, είναι κοροϊδία. Μη διαταράξεις το σύμπαν, Φιστίκι, ό,τι κι αν λένε τα πόστερ.’