15 albums που δεν έλαβαν τη θέση που τους άξιζε

Κάποια συγκροτήματα δεν είδαν ποτέ τα φώτα της δημοσιότητας να στρέφονται πάνω τους. Κάποια άλλα, ενώ δέχτηκαν την ευρεία αναγνώριση που τους άξιζε, είδαν κάποιες απ’ τις πιο αξιόλογες δουλειές τους να παραγκωνίζονται και να μην εκτιμούνται τόσο όσο παλαιότερες ή μεταγενέστερες  τους. Τα παραδείγματα είναι σίγουρα πολλά. Παρακάτω ακολουθούν μονάχα 15 απ’τα πιο τρανταχτά παραδείγματα albums που υποτιμήθηκαν σκληρά την εποχή που κυκλοφόρησαν ή που δεν έχουν λάβει, ακόμη και σήμερα, την θέση που τους αξίζει στην ιστορία της μουσικής του τελευταίου αιώνα:

 

1. Edgar Broughton Band – Edgar Broughton Band (1971)

Edgar Broughton Band.cΤο ομώνυμο τρίτο album του συγκροτήματος από το Warwick της Αγγλίας, αποτελεί σίγουρα και το πιο ολοκληρωμένο τους. Μπορεί να μην είναι το πιο σκληρό τους και να μην έφτασε τόσο ψηλά στα charts όσο το προηγούμενο τους, αλλά μόλις μέχρι το No.28, αποτελεί, όμως, σίγουρα ένα album με αρχή και τέλος, σαφή προσανατολισμό και στιγμές που αγγίζουν επάξια καλλιτέχνες όπως οι Black Sabbath, ο Frank Zappa, οι Grateful Dead και οι Jefferson Airplane. Το ‘Meat Album’, όπως είναι γνωστό, λόγω του προκλητικού εξώφυλλου του, εισάγεται με το ονειρικό ‘Evening Over Rooftops’ για να  περιπλανηθεί μέσα είτε από πιο heavy μονοπάτια (‘The Birth’,’Don’t Even Know Which Day Is’,’House of Turnabout’), είτε πιο folk (‘Poppy’,’Thinking of You’) και να καταλήξει μεγαλειωδώς στο ‘For Doctor Spock Parts 1 & 2’, το οποίο θυμίζει νοερά Pink Floyd. Πάντοτε, όμως, με έντονο το στοιχείο της ψυχεδέλειας στις κιθάρες και την φυσαρμόνικα τους, γεγονός που τους κατατάσσει στα πιο χαρακτηριστικά συγκροτήματα του βαρύ ψυχεδελικού ύφους της εποχής. Αυτό ήταν το album στο οποίο πειραματίστηκαν περισσότερο από ποτέ και ακόμα αυτό που θα μπορούσε να τους οδηγήσει ένα βήμα παραπάνω. Αυτό, βέβαια, δεν συνέβη ποτέ, κάτι το οποίο πολλοί υποστηρίζουν πως οφείλεται στην πρωτοκαθεδρία άλλων συγκροτημάτων παρόμοιου ύφους εκείνη την περίοδο, όπως οι Black Sabbath και οι Led Zeppelin. Όπως κι αν έχει, όμως, σήμερα είναι γνωστό πως υπήρξαν ένα άκρως επιδραστικό και καινοτόμο συγκρότημα της Αγγλίας της εποχής, κι ακόμη κι αν δεν έχουν λάβει την ανάλογη ανταπόκριση, όσοι τους γνωρίσουν δεν θα τους ξεχάσουν ποτέ.

2. Mudhoney – Superfuzz Bigmuff plus Early Singles (1990) 

Mudhoney- Superfuzz BigmuffOι Green River (1984) ήταν μία απ’ τις πρώτες μπάντες της περιοχής του Seattle που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως grunge – αν όχι η πρώτη. Όταν αυτοί διαλύθηκαν το 1988, τα μέλη τους Mark Arm και Steve Turner δημιούργησαν τους Mudhoney και κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο EP τους, Superfuzz Bigmuff, τον Οκτώβρη του ίδιου έτους. To album, που κυκλοφόρησε αργότερα το 1990, είναι ένα compilation, το οποίο περιλαμβάνει το EP αυτό, 2 singles, που είχαν κυκλοφορήσει νωρίτερα, όπως και 2 cover σε τραγούδια των Sonic Youth(‘Halloween’) και των Dicks(‘Hate the Police’). Αποτελεί ουσιαστικά το δεύτερο album τους, μετά το ομώνυμο τους και ενώ δεν μπήκε ποτέ στα charts και ακόμη και σήμερα δεν τυγχάνει ευρείας αναγνώρισης, περιλαμβάνει 12 τραγούδια, το καθένα από τα οποία είναι από μόνο του ένας grunge ύμνος. Θα έπρεπε, όχι απλά να στέκεται δίπλα στις μεγάλες επιτυχίες των Nirvana,Pearl Jam,Soundgarden και Alice In Chains, αλλά να αναγνωρίζεται ως ένας εκ των βασικών προδρόμων τους. Εδώ κατάφεραν να συνδυάσουν όπως λίγοι τους metal,punk,noise και alternative ήχους και να σκιαγραφήσουν ταυτόχρονα τη προκλητικότητα (‘Touch Me I’m Sick’), τη χυδαιότητα (‘Sweet Young Thing Ain’t Sweet No More’), την ανυπακοή (‘Hate the Police’), την αδιαφορία (‘You Got It’), την επιρρέπεια (‘If I Think’,’Need’), την λύσσα (‘Burn It Clean’,’In n Out Of Grace’), την εσωστρέφεια και τον εγωισμό (‘Chain That Door’) μιας νέας γενιάς που είχε ανδρωθεί κάτω από έναν γκρίζο βιομηχανικό ουρανό, τώρα ένιωθε χαμένη και η απάντηση της σε όλα ήταν ένας ιδιότροπος μηδενισμός. Στο ‘No One Has’ ουρλιάζουν ‘I’ve been so close to nowhere out, I don’t lock the door no more-I lost my mind about a million times, still ain’t sure what I’m looking for-I ain’t looking for the easy way and I ain’t looking to lose myself’, δίνοντας αμέσως το έναυσμα στη νέα φρενήρη σκηνή, που θα κυριαρχήσει έως τα μέσα της δεκαετίας του 90. Όσοι τους ακολούθησαν τους χρωστούν πολλά.

3. The Gun Club – Fire of Love (1981)

gun-club-fire-of-love-album-cover-artΤο ντεμπούτο album των Gun Club είναι ένα πρωτοφανές μείγμα blues,punk και country αναφορών. Είναι ίσως απ’τις πρώτες και λιγοστές περιπτώσεις που ένα συγκρότημα συνδύασε τόσο επιτυχημένα τους κλασσικούς punk rock ρυθμούς με τις μελωδίες της αμερικάνικης folk. Οι Gun Club εδώ πήραν όλες τους τις καταβολές, διασκεύασαν Robert Johnson (!) και κατάφεραν να οδηγήσουν τον punk ήχο του δεύτερου μισού των 70s στην νέα δεκαετία, προσθέτοντας του ευφυώς στοιχεία που τον αναπροσάρμοζαν, του επέτρεπαν να ελιχθεί προς ένα πιο ευρύ κοινό και ταυτόχρονα άνοιγαν τον δρόμο για το punk blues, το psychobilly, καθώς και πλήθους νέων πιο πειραματικών garage συγκροτημάτων, που ξεπρόβαλαν στη συνέχεια . Παρ’ όλο που υπήρξε ένα πολύ καινοτόμο album και πάρα πολλοί μουσικοί έχουν εκφράσει τον σεβασμό τους και έχουν παραδεχτεί την επιρροή, που τους άσκησε, το Fire of Love, δεν άγγιξε ποτέ τα ανάλογα μεγέθη ανταπόκρισης. Παρέμεινε για πάντα ένα underground διαμάντι, χαρακτηριστικό του νέου garage κιθαριστικού ήχου, που εμφανίστηκε στις αρχές των 80s. Θα έπρεπε, όμως, να έχει αλλάξει πολλά, ίσως και τα πάντα. Με singles δυναμίτες, όπως τα ‘Sex Beat’ και ‘Fire Spirit’, και μικρά λυρικά punk blues έπη, όπως τα ‘She’s Like Heroin to Me’, ‘For The Love Of Ivy’ και ‘Jack On Fire’, τα οποία έχουν διασκευαστεί από πλήθος καλλιτεχνών, του αξίζει σίγουρα μια θέση στο πάνθεον των albums, της εποχής που κυκλοφόρησε, τουλάχιστον. Μαζί με τους Cramps έφτιαξαν μια καινούρια μουσική σκηνή, κι ας μην κατάφεραν ποτέ το όνομά τους να ακουστεί τόσο όσο αυτών.

4. The Seeds – The Seeds (1966)

TheSeedsCoverΤο ντεμπούτο των Seeds αποτελεί ένα απ’τα πιο τρανταχτά παραδείγματα του garage ήχου των 60s. Η διορατικότητα του frontman τους Sky Saxon είναι εμφανής σε κάθε σημείο του album και καταφέρνει να βάλει γερά τις βάσεις για την κορύφωση της psych rock, του acid rock και του punk στην διάρκεια της επόμενης μιάμιση δεκαετίας. Παρ’ όλο που σήμερα αναγνωρίζεται από αρκετούς η συμβολή τους και πάλι δεν έχουν φθάσει στο επίπεδο αναγνώρισης άλλων ψυχεδελικών proto-punk συγκροτημάτων, όπως οι Velvet Underground, οι Stooges και οι Kinks. Πόσο μάλλον στην εφταετία, που υπήρξαν δυναμικά ενεργοί, όταν και δεν κατάφεραν να αναδυθούν παρά μόνο ως τοπικοί ήρωες του Los Angeles της Califonia. Τα singles του album, ‘Can’t seem to make you mine’,’Pushin too Hard’ και ‘Try to Understand’  είναι ένα προς ένα μικρά, αφόρητα χορευτικά διαμάντια, που θα πρέπει να παίζονται ακατάπαυστα σε κάθε rock μαγαζί που σέβεται τον εαυτό του. Ενώ στο ‘Evil Hoodoo’ παρουσιάζουν τις noise καταβολές τους και δημιουργούν έναν ήχο που θα επηρεάσει μπάντες ακόμα και τρεις δεκαετίες μετά. Αν δεν είχαν βρεθεί σε μια τόσο περίεργη συγκυρία, όπου δεκάδες μπάντες ξεπρόβαλαν κάθε χρόνο με αντίστοιχες προτάσεις, θα είχαν σίγουρα εκτιμηθεί ως ένα εκ των πιο εναλλακτικών και πρωτοπόρων συγκροτημάτων, στην Αμερική, της εποχής εκείνης.

5. Beck – Odelay (1996)

beck_odelay-gal-coversΠαρ’ όλο που δεν είναι το album του Beck, που περιλαμβάνει τα hits ‘Loser’ και ‘Pay No Mind’, είναι αυτό που τελικά τον καθιερώνει ως έναν εκ των πιο παραγωγικών, πειραματιζόμενων, εναλλακτικών,πολυμήχανων και πρωτοπόρων μουσικών της Αμερικής των 90s. Δύο χρόνια μετά το Mellow Gold, ο Beck διαψεύδει με τον καλύτερο τρόπο όσους βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν one-hit wonder και συνθέτει ένα album γεμάτο σύγχρονους blues ύμνους, παραγεμισμένους με lo-fi αισθητική, rap, πρόζα, samples, κιθαριστικά ξεσπάσματα και folk διαγράμματα. Αποδεικνύει ότι είναι ο πιο άξιος συνεχιστής της Grunge/No-Wave/Alternative σκηνής του πρώτου μισού της δεκαετίας. Μέσα απ’τα αποκαίδια της επανάστασής τους, ο Beck μαζεύει προσεκτικά τους κάλυκες, και τους χρησιμοποιεί για να σκρατσάρει βινύλια των 60s, ως σελιδοδείκτες σε βιβλία του Tom Robbins και ταυτόχρονα ως αποκούμπι των παραινέσεων του . Παίρνει τα διδάγματα των θείων Pixies, στέκεται αντίκρυ στους Beastie Boys και μονολογεί περί των άδειων μπαρ και της νοσταλγίας στο τέλος του δρόμου του αμερικανικού ονείρου. Με το χαρακτηριστικό του αποστομωτικό  χιούμορ φτύνει λέξεις μπολιασμένες στην παραμόρφωση και ψελλίζει ήχους χαμηλόφωνα σαν μονάκριβα μυστικά. Έχοντας και τους Dust Brothers δίπλα του στην παραγωγή, παρουσιάζει εδώ την πιο ώριμη και ολοκληρωμένη δουλειά του, που παρά τα δύο Grammy που πήρε και την ανάδειξή της σε κάποια απ’ τα μεγαλύτερα μουσικά περιοδικά, έμεινε, μάλλον, στο περιθώριο, με τα singles μονάχα, ‘Where It’s At’ και ‘Devil’s Haircut’ να ξεχωρίζουν και ενίοτε να παίζουν και στο ραδιόφωνο, χωρίς να έχουν την τύχη ωστόσο του πολύ πιο πιασάρικου ρυθμού του ‘Loser’. Σε αυτό το album πάντως ο Beck φθάνει μουσικά στο απόγειό του, προσφέροντας έναν πολύ καλό λόγο να ψάξεις το παρελθόν του και να παρακολουθήσεις το μέλλον του.

6. ESG – Come away with ESG (1983)

653776ESG_-_Come_Away_With_ESG”Η πιο δυναμική μπάντα, που μπορούσε να προσφέρει η Νέα Υόρκη την δεκαετία του 80”, ιδρύθηκε το 1978 στο Νότιο Bronx από τις τέσσερις αδερφές Scroggins και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο της, αυτό, το 1983. Το album περιλαμβάνει έντεκα τραγούδια με εθιστικούς ρυθμούς, δυνατά μπάσα, ρυθμικά drums και επαναλαμβανόμενα ονειρικά φωνητικά.  Η μουσική τους αν και άκρως χορευτική ξεφεύγει απ’ τα στεγανά της εποχής, δίνοντας μια πιο σκοτεινή χροιά, που θυμίζει νοερά ακόμα και τους  Siouxsie and the Banshees. Επηρεασμένοι τόσο από την μουσική των ghetto, την funk και την dance, όσο και από τη post-punk σκηνή, κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα κράμα, που αγαπήθηκε κυρίως από τους underground κύκλους, που δεν ακολουθούσαν τα διαδεδομένα τότε ρεύματα. Οι djs της proto-house έπαιζαν ώρες ατελείωτες πάνω στους ρυθμούς τους, οι Wu-Tang Clan και οι Beastie Boys χρησιμοποίησαν samples τους, και οι PiL τους κάλεσαν να κάνουν μαζί περιοδεία. Παρ’ όλο που η τύχη  δεν ήταν με το μέρος τους, αυτές οι κυρίες επαναπροσδιόρισαν την χορευτική μουσική κατά μεσής του αστραφτερού παραληρήματος της disco, άνοιξαν τον δρόμο για τη drum ‘n’ bass και επιρρέασαν, τόσο με τα beats τους, όσο και με τα φωνητικά τους, πλήθος συγκροτημάτων, που εκτείνεται από τους Stereo Mc’s μέχρι τους Jamiroquai. Σίγουρα μία απ’τις καλύτερες και ποιοτικότερες προτάσεις των 80s, που δεν πούλησε ποτέ, όμως, όσο έπαιξε.

7. Arthrur Brown – The Crazy World of Arthur Brown (1968)

Crazy World of Arthur Brown - Long LostO Arthur Brown, στο ντεμπούτο του, σε προσκαλεί στον εφιάλτη του, φτιάχνοντας ένα soundtrack μεταξύ Hitchcock, David Lynch και Steven King . Πέραν των έντονων psych rock και blues καταβολών του, το album αυτό αποτέλεσε μία απ’ τις πιο καινοτόμες κυκλοφορίες της εποχής στην Βρετανία. Η λυτή θεατρικότητα του Brown προσδίδει στοιχεία rock όπερας στο album και διαδίδει ένα πρωτόγνωρο στυλ, χωρίς το οποίο καλλιτέχνες όπως ο Alice Cooper ή ακόμα και ο Marilyn Manson πιθανότατα δεν θα είχαν επιτύχει ποτέ σε τόσο μεγάλο βαθμό. Μετά από ένα εισαγωγικό πρελούδιο και ένα ποίημα, ο Brown δηλώνει, “I’m the God of Hellfire”, και μπαίνει ένα απ’τα χαρακτηριστικότερα χορευτικά psych singles (‘Fire’), τα φωνητικά του οποίου αγγίζουν τον Ian Gillan, με τα πλήκτρα να βρίσκονται σε πλήρη παροξυσμό και τον Brown να διαμηνύει θεομηνίες. Και κάπως έτσι ξεκινάει ένα απ’ τα πιο σκοτεινά parties στην ιστορία του rock. Η επιρροή του τόσο στην Αγγλία , όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι τεράστια και ολόκληρα είδη, όπως το glam και το shock rock του οφείλουν τα μέγιστα. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι αν το ‘Fire’ κατέκτησε παγκόσμια φήμη και έφτασε ψηλά στα charts, η συμβολή του album, στο σύνολό του, στις μετέπειτα εξελίξεις της rock ‘n’ roll και pop μουσικής δεν έχει γίνει τόσο αντιληπτή. Υπόγεια, όμως, γεννάει ήχους, που χωρίς να είναι πάντοτε εμφανές ακούμε σε πλήθος πειραματιζόμενων rock συγκροτημάτων των τελευταίων δεκαετιών και υποσυνείδητα θα στοιχειώνουν για πάντα κάθε καλλιτέχνη που θα επιχειρήσει κάποιο αντίστοιχο μουσικό-θεατρικό show.

8. Beach Boys – Sunflower (1970)

sunflowerΌταν έχεις να κάνεις με ένα group όπως οι Beach Boys, που έχουν κυκλοφορήσει 29 albums και είναι ακόμη και σήμερα ενεργοί, έστω και με ελλειπή σύνθεση, καθίσταται αυτόματα δύσκολο να ξεχωρίσεις κάποια από τις δουλειές τους. Κάποια albums τους, βέβαια,  όπως τα ‘Pet Sounds’,’Good Vibrations’ και ‘Smiley Smile’, δεν θα μπορούσαν να είναι στη λίστα, καθώς επανειλημμένα έχουν δεχτεί τους διθυράμβους τους. Θα μπορούσε στην θέση αυτή να βρίσκεται το πολύ πιο ψυχεδελικό και εμπνευσμένο ‘Friends’. Το ‘Sunflower’, όμως, είναι το πρώτο album τους, που κάθε μέλος συμμετέχει στην σύνθεση των τραγουδιών. Ως αποτέλεσμα, έχουμε από την μία, την πρώτη πιο καλοκαιρινή πλευρά, όπου επικρατούν  οι καλιφορνέζικες surf καταβολές και ενίοτε πιο rockabilly διαθέσεις του Dennis Wilson, και από την άλλη, την άκρως πιο χειμωνιάτικη πλευρά, όπου επέρχονται η πιο psych νοσταλγικές μελωδίες των Bruce Johnston,Brian Wilson και Mike Love, με ένα ‘Tears in the Morning’, που χαμογελάει με τρόπο στο ‘Revolver’  των Beatles και ένα ‘All I Wanna Do’, που ανοίγει το δρόμο στην dark pop των επόμενων δύο δεκαετιών. Εδώ έχουμε μία απ’ τις πιο αληθινές στιγμές τους , με ένα συναίσθημα που συνδυάζει άψογα τις φωτεινές και τις σκοτεινές αποχρώσεις τους. Ένα album, που έρχεται μερικούς μήνες μετά το ‘Good Vibrations’ για να βάλει ένα ακόμη λιθαράκι προς την ολοκλήρωση του οράματος της ιδιοφυίας του Brian Wilson. Ένα τελείως ισορροπημένο album, με μια ζεστασιά, που μπορεί να αγγίξει αμέσως τον κάθε ακροατή και να αντιπροσωπεύσει επάξια την μακρόχρονη ιστορία τους.

9. Shuggie Otis – Inspiration Information (1974)

Shuggie-Otis-Inspiration-InformationΟ Shuggie Otis, μόλις στα 21 του χρόνια, ηχογραφεί αυτό το τρίτο και τελευταίο του solo album. Ένα Rhythm and Blues αριστούργημα, το οποίο, μέσα σε μισή ώρα, επαναπροσδιορίζει την ψυχεδελική soul μέσα από χορευτικές funky κατευθύνσεις και ενίοτε πιο blues διαθέσεις. Η εισαγωγή του σε πιάνει απ’τα μούτρα και δεν είναι δυνατό να μην κουνηθείς στο ομώνυμο τραγούδι, ενώ στο ‘Sparkle City’ σε αφήνει να λικνιστείς σε πιο χαλαρούς ρυθμούς με ένα soul/blues ύμνο. Απ’την αρχή μέχρι το τέλος διαπιστώνει κανείς πως είναι ένας θησαυρός, που θα έπρεπε επάξια να στέκεται στο πλάι των επιτυχιών μεγάλων ονομάτων, όπως οι Sly and The Family Stone. Αφότου κυκλοφόρησε, όμως, το album αυτό, ο Otis δέχτηκε μία πρόταση να συμμετέχει στην τότε περιοδεία των Stones, την οποία και αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να χάσει το δισκογραφικό του συμβόλαιο και μετατρέποντας το τραγούδι που κλείνει τον δίσκο σε προφητικό. ‘Not Available’!  Έτσι έκτοτε συμμετείχε κυρίως σε δουλειές άλλων καλλιτεχνών, με την δουλειά του αυτή να μένει σχετικά στην αφάνεια. Μονάχα το ‘Strawberry Letter 23’, το οποίο προερχόταν απ’το προηγούμενο album του, κατάφερε να μπει στο Billboard, 3 χρόνια αργότερα, και μόνο όταν διασκευάστηκε από τους Brothers Johnson. Παρ’όλο που δεν δέχτηκε ποτέ την ευρεία αναγνώριση, αμέτρητοι μουσικοί του είδους έχουν εκφράσει τον μεγάλο τους σεβασμό, ενώ samples του έχουν χρησιμοποιήσει μεταξύ άλλων οι Digable Planets,οι OutΚast, ο RJD2, ακόμα και η Beyonce.

10. The Congos – Heart of The Congos (1977)

115937848Οι Congos κάνουν το ντεμπούτο τους το 1977, ηχογραφώντας, στο Black Ark Studio, ένα απ’ τα κορυφαία  reggae albums όλων των εποχών. Ο Lee Scratch Perry κάνει την καλύτερη παραγωγή του και οι Congos δίνουν το στίγμα μιας ολόκληρης γενιάς rastafari. Αυτό τo διαμάντι από τη Τζαμάικα θα μείνει, όμως, στο περιθώριο για δύο ολόκληρες δεκαετίες μέχρι να επανακυκλοφορήσει. Εδώ βρίσκεται η sublime roots reggae στα καλύτερά της, με το δίδυμο να σπέρνει και να θερίζει μικρά rastafari εμβατήρια. Οι αφρικάνικοι ρυθμοί και τα γνωστά κρουστά τους δεσπόζουν και σε μεταφέρουν πραγματικά κατευθείαν στην καρδιά των congos, δημιουργώντας μία απ’ τις ωραιότερες ατμόσφαιρες, που έχει καταφέρει ποτέ reggae μπάντα. Παρ’ όλα αυτά ποτέ δεν κατάφεραν να λάβουν όμοια αναγνώριση με άλλους συμπατριώτες τους, αν κι όχι μόνο δεν υστερούν σε τίποτα, αλλά ήδη και από την πρώτη τους δουλειά θα έπρεπε να έχουν καθιερωθεί ως μία απ’ τις σημαντικότερες παρουσίες του συγκεκριμένου είδους. Με τα χρόνια, τουλάχιστον, έχει αρχίσει σταδιακά να αναγνωρίζεται η συμβολή και αξία του συγκεκριμένου album, κυρίως με τα ‘Fisherman’,’Congoman’ και ‘Can’t Come In’ να ξεχωρίζουν και να δίνουν το έναυσμα.

11. The Go-Betweens – Before Hollywood (1983)

THE GO-BETWEENS - BEFORE HOLLYWOOD FΜαθητές της μεγάλης σχολής των Joy Division και ακόλουθοι των διδαγμάτων του Nick Cave,των Zounds και των Stranglers, οι Go-Betweens αναδεικνύονται, με το album αυτό, σε μία απ’ τις πιο ενδιαφέρουσες post-punk προτάσεις της δεκαετίας του 80. Το τρίο από την Μελβούρνη της Αυστραλίας, μετακόμισε στην Αγγλία για την ολοκλήρωση της δεύτερης δουλειάς του, με τον ήχο του να γίνεται πλέον αρκετά πιο pop. Με το έντονο λυρικό πνεύμα, τους  υπνωτικούς ρυθμούς, τις μελωδικές μπασογραμμές τους και τα κιθαριστικά τους ξεσπάσματα, δείχνουν τον δρόμο σε συγκροτήματα όπως οι Wedding Present ή ακόμα και οι πιο σύγχρονοι Poni Hoax και συμβάλουν τα μέγιστα στην επερχόμενη μεγάλη σκηνή του Madchester. Είναι ένα απ’τα συγκροτήματα της μεταβατικής αυτής περιόδου, όπου μέρος του νέου alternative κόσμου, επιχειρούσε να βρει την χρυσή τομή μεταξύ rock, punk, funk και disco. Κι αυτοί την βρήκαν κάπου βαθιά σε ένα post-punk dark-pop συναίσθημα, που μέσα ακόμα κι απ’ τις πιο σκοτεινές του στιγμές σε παρακινεί να λικνιστείς στους ρυθμούς του και σε προσκαλεί σε μία νέα εποχή μουσικής. Από κοινού με τους New Order και τους PiL, δημιουργούν, νέες εναλλακτικές στην alternative σκηνή της δεκαετίας και προετοιμάζουν ελπιδοφόρα τον κόσμο για τα 90s και αργότερα όλο το indie παραλήρημα. Μπορεί ποτέ το όνομα τους να μην υμνήθηκε τόσο όσο των συνοδοιπόρων τους , τραγούδια όμως, όπως τα ‘A bad debt follows you’, ‘Two Step,Step Out’,’Before Hollywood’ και ‘Cattle and Cane’ παίρνουν ακριβώς την επαναστατική ιδέα από τους Boys Next Door και φτιάχνουν μικρά αυτόνομα σκοτεινά παραμύθια, που αφήνουν μια τεράστια παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές και παρουσιάζουν αυταπόδεικτα στοιχεία πως τα 80s είχαν να παρουσιάσουν κι αυτά θαυμαστά συγκροτήματα.

12. Cornershop – When I was born for the 7th Time (1997)

CD163-500x500Ο David Byrne τους υπέγραψε στη δισκογραφική του, Luaka Bop. Ο Morrissey κάποτε τους συμπεριέλαβε στα αγαπημένα του συγκροτήματα. Στο τέταρτο album τους ηχογράφησε μαζί τους ο Noel Gallagher. Κι όσο για το τρίτο αυτό album τους, το Spin το ανακήρυξε album της χρονιάς, το Rolling Stone το συμπεριέλαβε στα σημαντικότερα της δεκαετίας και το Q στα 100 καλύτερα βρετανικά albums όλων των εποχών. Πέρα, ωστόσο, από το hit single τους, ‘Brimfull of Asha’, το οποίο διασκευάστηκε από τον FatBoy Slim και παίχτηκε πολύ σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, το υπόλοιπο album δεν δέχτηκε την ανάλογη ανταπόκριση από το κοινό. Έτσι πολλά σημαντικά στοιχεία του έμειναν στην αφάνεια. Το γεγονός είναι ότι αποτελεί τον ορισμό του καλού  indie. Χωρίς σαφή όρια κινείται ευέλικτα σε τόσες διαφορετικές ηχητικές προσεγγίσεις, που είναι αδύνατον να του προσθέσεις μία συγκεκριμένη ταυτότητα. Κλασσικά brit pop ακούσματα, instrumental μικρά ευχάριστα διαλείμματα, οι παραδοσιακές εμμονές του Tjinder Singh, το αντιπολεμικό υπόστρωμα, οι beat στίχοι του Allen Ginsberg, η folk νοσταλγία της Paula Frazer, το funky hip hop του Justin Warfield, που γεννάει τους Gorillaz, και ένα outro με μία διασκευή στο ‘Norwegian Wood’ των Beatles. Λίγοι θα μπορούσαν να συνδυάσουν όλα τα παραπάνω και μάλιστα επιτυχώς. Οι Cornershop, όμως, εδώ όχι μονάχα τα καταφέρνουν, αλλά δημιουργούν μία τομή για όλα τα ανεξάρτητα, εναλλακτικά συγκροτήματα, που θα ακολουθήσουν. Γκρεμίζουν τα στεγανά και δημιουργούν μία απ’τις πιο πολυσχιδείς κυκλοφορίες των 90s, που κάθε φορά που την ακούει κανείς μπορεί να ανακαλύψει και κάτι διαφορετικό ανάμεσα στις μελωδίες της. Καταφέρνουν με έναν ιδιαίτερο τρόπο να ξυπνήσουν θαμμένα συναισθήματα απ’τα 60s και ταυτόχρονα να οδηγούνται απευθείας στην αλλαγή της χιλιετίας. Το album αυτό δοκιμάζει τα πάντα. Κι αυτό, ίσως, τελικά καθιστά ένα απ’τα σημαντικότερα της δεκαετίας και σίγουρα το πιο εμπνευσμένο τους.

13. Beastie Boys – Paul’s Boutique (1989)

81OyryrjlzL._SL1300_Παρ’όλο που σήμερα αναγνωρίζεται ως ένα απ’ τα καλύτερα hip hop -και όχι μόνο- albums του περασμένου αιώνα, το ‘Paul’s Boutique’, όταν εμφανίστηκε στα δισκοπωλεία θεωρήθηκε εμπορική αποτυχία, ιδίως ως προς το ντεμπούτο τους, καθώς έφτασε μόνο μέχρι το νούμερο 14 του Billboard. Η αντίδραση του κοινού, μάλιστα, ήταν τόσο κακή, που ανάγκασε την Capitol Records να αναστείλει την διαδικασία προώθησής του. Η ιστορία, ωστόσο, θα αποδείκνυε ακριβώς το αντίθετο, καθώς η καταγραφή της pop κουλτούρας της εποχής μέσα από την ανάμειξη ήχων των 70s,beats και πολυάριθμων samples, παρουσίασε σε όλο της το μεγαλείο την ευφυία των Beasties, σε σημείο να επιλέγεται. τελικά, από πολλούς ως το καλύτερο album της καριέρας τους. Στο album ακούγονται μεταξύ άλλων samples από κομμάτια των Beatles, όπως και μέρος από κείμενα του Jack Kerouac και διαλόγους του Dragnet. Η φωτογραφία του εξωφύλλου τραβήχτηκε στη Ludlow Street στο Brooklyn και αποτελεί, πλέον, ένα απ’τα πιο διαδεδομένα covers παγκοσμίως.

14. Rolling Stones – Their Satanic Majesties Request (1967)

Rolling_Stones_-_Their_Satanic_Majesties_Request_-_1967_Decca_Album_coverΤο album αυτό είχε την ατυχία να κυκλοφορήσει 6 μήνες μετά το ‘Sgt. Peppers’ των Beatles και να προηγηθεί κατά ένα χρόνο του ‘Beggar’s Banquet’. Όμως, αυτή είναι η πιο ψυχεδελική και ταυτόχρονα πιο ιδιαίτερη στιγμή των Stones. Δεν αποτελεί από τα αντιπροσωπευτικά τους albums. Είναι, ωστόσο, η πρώτη και τελευταία φορά που δοκιμάζουν κάτι διαφορετικό και πετυχαίνουν να δημιουργήσουν ένα απ’τα πιο εμβληματικά album του psychedelic rock. Μέσα από πανέμορφες μελωδίες και πλήθος ξεχωριστών οργάνων αποδεικνύουν ότι έχουν κι έναν άλλο εαυτό, ο οποίος, μάλιστα δύναται να επισκιάσει τους υπόλοιπους. Κάτι που πιθανόν θα είχε συμβεί, εάν στην πορεία δεν είχε αποχωρήσει ο Brian Jones, ο οποίος και κυρίως τους οδηγούσε προς τέτοιες κατευθύνσεις και πρόσθετε όλους τους εξωτικούς ήχους στο background των τραγουδιών. Εδώ έχουμε ουσιαστικά και την μία του τελευταία μεγάλη παρακαταθήκη για τους Stones, αφού  μετά και το ‘Beggar’s Banquet’ μπήκε πλέον στο περιθώριο. Το μεγαλοπρεπές ‘She’s a Rainbow’ είναι ένα απ’τα ομορφότερα τραγούδια, που έχουν γραφτεί ποτέ, ενώ με το ‘2000 Light Years from Home’ κλείνουν το μάτι στους Velvet Underground και σπέρνουν το έδαφος για αναρίθμητα psych συγκροτήματα των επόμενων δεκαετιών. Δεν θα πρέπει καν να μπαίνει σε σύγκριση με το ‘Sgt. Peppers’, καθώς οι ψυχεδελικές στιγμές των Beatles εκεί δεν είναι σε καμία περίπτωση τόσο βαριές όσο των Stones εδώ. Πέραν λίγων σημείων οι Stones προτείνουν κάτι εντελώς διαφορετικό απ’τους Beatles. Κι όσο κι αν οι περισσότεροι προτιμούν τις πιο rock ‘n’ roll κυκλοφορίες τους, αυτό εδώ το διαμάντι δάνεισε στοιχεία του σε αυτές που ακολούθησαν και ήταν η καλύτερη προσθήκη που θα μπορούσαν να καταφέρουν τελικά, οι Stones, την δεδομένη στιγμή.  

15. Sublime – 40 oz. to Freedom (1992)

40+Oz+To+FreedomΠριν το επιτυχημένο ομώνυμο album τους και το πειραματικό ‘Robbin’ the Hood’ υπήρξε το ντεμπούτο τους ’40 oz. to freedom’, το οποίο επισκιάσθηκε αρκετά απ’το πρώτο, αλλά είναι αυτό που δημιούργησε τον ιδιαίτερο ήχο τους και αυτό που τελικά γέννησε τη ska-punk της δυτικής ακτής στις αρχές των 90s. “Punk Rock changed our lives”, είναι οι πρώτες λέξεις που ακούγονται πριν το εισαγωγικό ‘Waiting for my Ruca’ και αυτόματα το album γίνεται η σημαία μιας  ολόκληρης γενιάς. Συνδυάζοντας ska,rocksteady,dub,reggae,punk και hip-hop καταφέρνουν να δέσουν απίστευτα τις καταβολές τους που κυμαίνονται από 2-tone και roots μέχρι hardcore punk, γεγονός που φαίνεται και από το εύρος των έξι διασκευών του album (Toyes, Bad Religion, Toots & the Maytals, Grateful Dead, Melodians, Descendents). Δανείζονται στίχους,samples και ωστόσο σκιαγραφούν το εντελώς προσωπικό τους μοτίβο της ζωής στο Long Beach και παρουσιάζουν μία ιδανική αντιπρόταση στην σκηνή του Seattle της ίδιας εποχής. Μπορεί μέχρι την κυκλοφορία του τρίτου album τους, δύο μήνες μετά τον θάνατο του frontman τους Bradley Nowell, να μην είχαν πετύχει την μεγάλη αναγνώριση, αλλά εδώ βρίσκονται οι πιο ειλικρινείς στιγμές τους, με το ‘Badfish’ να ξεχωρίζει. Εκτός λιγοστών εξαιρέσεων, εδώ ο ήχος τους είναι καθαρός, κατευθείαν μέσα από το στούντιο που πρόβαραν και έτσι σε αγγίζει και άμεσα σε μεταφέρει στην ανάλογη ατμόσφαιρα. Μετά από 70 λεπτά αρχίζει ένα πεντάλεπτο jam της μπάντας, όπου απαγγέλλονται όλες οι ευχαριστίες, με πλήθος ονομάτων να αναφέρονται από τον Jimi Hedrix μέχρι τον Redman. Από την αρχή μέχρι το τέλος το album κυλάει ακριβώς πάνω στην φιλοσοφία τους. Απ’ τα πιο true albums της παγκόσμιας δισκογραφίας, που βγαίνει αυθόρμητα και θα εκπροσωπεί για πάντα και με τον καλύτερο τρόπο τους surfers της περιοχής και όχι μόνο.

Σχόλια