Αφιέρωμα στην στρατευμένη ποίηση: Εισαγωγή

ΣΤΡΑΤΕΥΜΕΝΗ ΤΕΧΝΗ: ΥΠΟΤΕΛΕΙΑ Ή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ;

γράφουν οι: Αριάδνη Πολυχρονίου, Βαν Γκογκ

 Ο Allen Ginsberg πριν από μερικές δεκαετίες δήλωνε πως οι προσωπικές εμπειρίες και οι σκέψεις ενός ανθρώπου μπορούν να έχουν απήχηση στον κόσμο. Αυτό το ιδιότυπο εισαγωγικό σημείωμα, ως μια πρόχειρη προσπάθεια ορισμού του όρου «στρατευμένη τέχνη». Ωστόσο, η τέχνη και δη η στρατευμένη, δεν είναι δυνατόν να οριστεί με όρους λεξικούς. Aυτό συμβαίνει διότι είναι τόσο μεγάλο το εύρος της, όπου μπορεί να εκτείνεται από την Αγία Ιωάννα των σφαγείων και το μυθιστόρημα της πεντάρας του Μπρεχτ, μέχρι το Μικρόκοσμο του Χικμέτ, από το «αν θες να λέγεσαι άνθρωπος» μέχρι τη Ρωμιοσύνη,  από τη φλεγόμενη ποιητική του Βάρναλη μέχρι τους σουρεαλιστές που έβλεπαν την τέχνη και την επανάσταση να συμβαδίζουν.  Αυτή η προσέγγιση της τέχνης, της τέχνης στην υπηρεσία του ανθρώπου, που είναι  εμφανής σε κάθε ταραγμένη εποχή άλλοτε ως μέσο αλληλεπίδρασης με μια κατακερματισμένη κοινωνία, άλλοτε ως πράξη αντίστασης, άλλοτε ως θορυβώδης καταγγελία της αδικίας και της εκμετάλλευσης, άλλοτε ως λανθάνουσα στηλίτευση της εγγενούς διαφθοράς,  επιστρέφει στο προσκήνιο πιο επιτακτικά παρά ποτέ στη σημερινή εποχή θέτοντας το αιώνιο ερώτημα της ανάγκης νοηματοδότησης της τέχνης μέσω της ιδεολογίας, της πολιτικής τοποθέτησης και του κοινωνικού στοχασμού.

Η συζήτηση για τη χρηστότητα της στρατευμένης τέχνης εκκινεί από το ερώτημα κατά πόσο υφίσταται τέχνη που δεν είναι στρατευμένη.  Το αντίπαλο δέος της στρατευμένης τέχνης, η «τέχνη για τη τέχνη», γαλλιστί l’art pour l’ art αναγνωρίζει στο έργο τέχνης μια μοναδική, αυθύπαρκτη οντότητα, μια αυτονομία με εσωτερική συνοχή.  Αυτή η θέαση της τέχνης ως αυτόφωτο φαινόμενο, ανεξάρτητο και ανεπηρέαστο από κάθε εξωτερικό στοιχείο,  ανάγει  την καλλιτεχνική δημιουργία σε αυτοσκοπό, συνδέει μάλιστα την αξία της με την αισθητική απόλαυση, την υψηλή συγκίνηση, απορρίπτοντας κάθε κοινωνική, πολιτική και ιδεολογική προσέγγιση της για χάρη μιας αδιαπραγμάτευτης καλλιτεχνικής καθαρότητας.  Σε μια πρώτη ματιά, η «γνήσια» αυτή τέχνη αντιμάχεται κάθε στοιχείο στράτευσης, λογίζοντάς τη σαν μια ιταμή μετουσίωση της καλλιτεχνικής δημιουργίας σε ιδεολογική προπαγάνδα μειωμένης αξίας. Πόσο ουδέτερη είναι ωστόσο αυτή η προσέγγιση της διαφύλαξης της τέχνης από την κοινωνική και πολιτική ζύμωση; Ακόμη και η άρνηση της ανάδειξης μέσω του καλλιτεχνικού έργου πτυχών της κοινωνίας, αυτή η αυτιστική εθελοτυφλία απέναντι στον πόνο, τους αγώνες, τη δυναμική και τα ιδανικά του κόσμου μέσα στον οποίο γεννάται η τέχνη δεν αποτελεί μια αντίστροφη στράτευση; Η άρνηση τοποθέτησης δεν είναι άραγε μια αντι-τοποθέτηση, εξίσου σφοδρή και εξίσου «στρατευμένη» με την στρατευμένη τέχνη;  Ο Μπρεχτ υποστήριζε πως οι αστράτευτοι είναι στρατευμένοι στην άρχουσα τάξη. Αρνούμενη να αφουγκραστεί τον Άνθρωπο, αποκομμένη από την κοινωνία, η τέχνη για την τέχνη καταντά, όπως λέει ο μεγάλος Γιώργος Σεφέρης «δουλειά ενός ανάπηρου ανθρώπου που φτιάγνει αδειανά κομψοτεχνήματα κλεισμένος μέσα σ’ ένα αποστειρωμένο δωμάτιο

Η στρατευμένη τέχνη δεν πρέπει να συγχέεται με τη φτηνή προπαγάνδα, την συνθηματολογία ή την άχαρη «ναύλωση» καλλιτεχνών για την επίτευξη ενός πολιτικού σκοπού.

στρατευμένη ποίηση

«Φως, περισσότερο φως», έλεγε ο Γκαίτε λίγο πριν κλείσει τα μάτια του (“Mehr Licht!”). Φως, περισσότερο φως, ‘’απαιτεί’’ η ανθρωπότητα κάθε μέρα. Από τις εμπόλεμες ζώνες της Συρίας και την αιματοκυλισμένη Παλαιστίνη, μέχρι τα μπλόκα των αγροτών στην Λάρισα και την ουρά των ανέργων στον ΟΑΕΔ, όλοι απαιτούν ‘’ΦΩΣ’’. Ποιος άραγε θα τους δώσει αυτό που θέλουν, αν όχι η τέχνη; Μια τέχνη από τον λαό για το λαό, μια τέχνη που δεν καθίσταται έμπεδο της φιλοδοξίας. Μια τέχνη που δεν συμπορεύεται με τους ‘’δυνατούς’’ αυτού του κόσμου, μια τέχνη όπου, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Κάρολου Κουν  λιγάκι παραφρασμένα,  «δεν θα κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν θα κάνουμε θέατρο, μουσική, ποίηση για να ζήσουμε. Θα κάνουμε τέχνη για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας». Αυτού του είδους η τέχνη δεν υποτιμά την αισθητική δημιουργία, ούτε την υποτάσσει στην πολιτική, κάθε άλλο, ανάγει την ίδια την πράξη της δημιουργίας σε επανάσταση, σε εργαλείο ευαισθητοποίησης και αντίστασης, προσδίδοντάς της μια αξία φανερά υπέρτερη της κενής θήρευσης του ωραίου.  Εμφορούμενο ιδανικών, ικανό να προβληματίσει, να ταράξει, να αφυπνίσει, το καλλιτεχνικό έργο αποκτά μέσω της στράτευσης μια άμεση διαλεκτική με την κοινωνία, επιτυγχάνει τη μέγιστη αλληλεπίδραση. Γεννημένο στα σπλάχνα της, επιστρέφει σε αυτή για να συγκρουστεί με τις παθογένειες και τις προκλήσεις της, να αγκαλιάσει τον πόνο της, να ενθαρρύνει τον αγώνα για δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, αλλά και να πυροδοτήσει μια ρηξικέλευθη επανάσταση κάθε υφής στους κόλπους της -πολιτική, κοινωνική, πολιτισμική, γλωσσική. Ο Ρίτσος, ο Αναγνωστάκης, ο Λειβαδίτης, ο Βάρναλης, ο Κατσαρός, ο Βρεττάκος, ενδεικτικά μονάχα παραδείγματα εγχωρίων «στρατευμένων ποιητών» ανέδειξαν με την πύρινη πένα τους και την στρατευμένη ποιητική τους πάνω από όλα τον Άνθρωπο, πέρα από στρατόπεδα και ιδεολογικές αποχρώσεις.  Η στρατευμένη ποίηση τους, διαποτισμένη από τα ιδανικά της ειρήνης, της αδελφοσύνης και της συλλογικότητας, υπηρετεί αξίες που δε διχάζουν, αλλά προσφέρουν μια μοναδική αντίληψη πάνω στον άνθρωπο, αυτή του φορέα και κοινωνού ανθρωπιστικών ιδεωδών, αυτή του επίμοχθου αγωνιστή για τη δικαιοσύνη και την ισότητα. 

στρατευμένη ποίηση

Σε εποχές σαν και αυτές, όπου η τέχνη συρρικνώνεται και ακρωτηριάζεται εν όψει του ακραιφνούς φιλελευθερισμού, της οξείας αξιακής κρίσης και της περιθωριοποίησης του πολιτισμού,  η συμβολή της στρατευμένης τέχνης στην κοινωνία καθίσταται πιο αναγκαία παρά ποτέ.  Πέρα από αποτύπωση της ύφεσης και λυτρωτικό καταφύγιο από την πραγματικότητα, η τέχνη μπορεί να συμβάλλει ουσιαστικά στον κοινωνικό και ιδεολογικό διάλογο των ημερών μας, αναδεικνύοντας προβληματικές, συντείνοντας στην εμπέδωση αξιών που κλίνουν να απομυζηθούν πλήρως,  και αναζωπυρώνοντας τις βαθιά λησμονημένες έννοιες του ανθρωπισμού και της δικαιοσύνης. Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα αναρωτηθείς τι να κάνεις για να αλλάξουν τα πράγματα και να καταρρεύσει η φαυλότητα, σκέψου πως η πρώτη πράξη αντίστασης είναι η δημιουργία. Όταν η ανάγκη έκφρασης και η ροπή προς δημιουργία  μετουσιωθούν σε ένα «όλον», σκέψου τον άνθρωπο, σκέψου τη ζωή και φτιάξε «έναν κόσμο στον μπόι των ονείρων σου, στο μπόι των ανθρώπων».

 

Σχόλια