Αν η συσκευή της τηλεόρασης σου είναι σχεδόν πάντοτε απενεργοποιημένη, “Η λέξη που δε λες” είναι μια διαφορετική τηλεοπτική πρόταση που ίσως σε κάνει να αλλάξεις γνώμη…
Κάνοντας ζάπινγκ στους τηλεοπτικούς δέκτες και προσπαθώντας να ανακαλύψει κανείς κάποιο αξιόλογο πρόγραμμα για να παρακολουθήσει, η εικόνα με την οποία έρχεται αντιμέτωπος είναι, σχεδόν, απογοητευτική.
Οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν κατακλειστεί από δεκάδες μουσικούς διαγωνισμούς, που θέτουν τους παίχτες σε μια, άνευ ουσιαστικού λόγου, αναμέτρηση –μιας και στην Ελλάδα του σήμερα είναι, εκ των πραγμάτων, αδύνατον να απορροφηθούν τόσα πολλά μουσικά ταλέντα- εκπομπές στερεότυπης θεματολογίας (gossip, μαγειρική, ζώδια, συνεντεύξεις), και πάμπολλες επαναλήψεις παλαιότερων επιτυχημένων σίριαλ, τα οποία φαίνεται να κερδίζουν την προτίμηση του κοινού, σε σχέση με την ελάχιστη νεότερη μυθοπλασία, που έχουν επιχειρήσει να εντάξουν στο πρόγραμμα τους τα κανάλια.
Ανάμεσα στο μεγάλο ποσοστό αναλωμένου τηλεοπτικού χρόνου, υπάρχουν και κάποιες δουλειές, που ξεχωρίζουν και αναβαθμίζουν την τηλεοπτική ελληνική πραγματικότητα, αγγίζοντας και κερδίζοντας τον θεατή με την ιδιαιτερότητα τους.
Μια τέτοια απόπειρα είναι η σειρά που προβάλλεται από την συχνότητα του Alpha, με τον αινιγματικό τίτλο «Η λέξη που δε λες» , υπό τις σκηνοθετικές κατευθύνσεις του Κρητικού σκηνοθέτη, Θοδωρή Παπαδουλάκη, γνωστού και από τη μεγάλη επιτυχία που σημειώθηκε στην προηγούμενη τηλεοπτική του συνεργασία με το Mega, το «Νησί».
Το σενάριο είναι διασκευασμένο από ένα ισραηλινό έργο με τον τίτλο «Yellow peppers», το οποίο φαίνεται να έκανε αίσθηση με τη θεματολογία του και γι’ αυτό αγοράστηκε και από άλλες χώρες, όπως την Αγγλία.
Η πλοκή κινείται γύρω από την ιστορία ενός αγοριού και της οικογένειας του, όταν η τελευταία ανακαλύπτει ότι εκείνο ανήκει στο φάσμα του αυτισμού. Όπως είναι επόμενο, τα όρια ανατρέπονται και οι σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας ισορροπούν επάνω σε τεντωμένο σχοινί, καθώς προσπαθούν να προσαρμοστούν στην νέα αυτή κατάσταση.
Εκτός από την ίδια τη θεματική της σειράς -εν πολλοίς άγνωστης προς την ελληνική κοινωνία- η αισθητική, οι δυνατοί (ψυχογραφικοί σε πολλές περιπτώσεις) διάλογοι , αλλά και η ερμηνευτική προσέγγιση των ηθοποιών είναι άκρως προσεγμένη και επιμελημένη από τους συντελεστές της.
Η κινηματογραφική αντίληψη των πλάνων, η ποιότητα και η καθαρότητα των εικόνων – σ’ αυτό συμβάλλει και η επιλογή του κρητικού τοπίου- καθώς και το ντόπιο ιδίωμα των κατοίκων του νησιού, ξετυλίγουν μια ολόκληρη κοινωνία, η οποία ακόμα παλεύει ανάμεσα στην αποδοχή και τις προλήψεις της.
Ο αυτισμός, σαν θέμα, είναι αρκετά βαρύς και δύσκολα προσεγγίσιμος , επιτάσσοντας έναν λεπτό χειρισμό και μια προσεχτική διαχείριση του, ώστε το έργο να μην καταλήξει να γίνει μελόδραμα, χάνοντας τις άλλες αξίες που φέρει.
Ο σκηνοθέτης καταφέρνει να κρατήσει τις σωστές δόσεις που χρειάζονται, σπάζοντας το κλίμα της συγκινησιακής φόρτισης, με σκηνές πιο κωμικές, βγαλμένες από το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, όπως το ειδύλλιο του παππού με την καθηγήτρια πιάνου και οι ιδιάζουσες εκφωνήσεις ενός ραδιοφωνικού παραγωγού, με εντονότατο ιδίωμα, για τα θέματα που απασχολούν τον τόπο.
Επιπλέον, το μουσικό υπόστρωμα με το οποίο είναι «ντυμένη» η σειρά είναι μοναδικό σε κάθε επεισόδιο και οι επιλογές των τραγουδιών τόσο ταιριαστές με την φύση της κάθε σκηνής, στις οποίες χρησιμοποιούνται. Σίγουρα, παίζει σημαντικό ρόλο το γεγονός ότι ο Παυλής, ο μικρός πρωταγωνιστής, έχει μια σχέση λατρείας με τη μουσική, καθώς αποτελεί γι’ αυτόν το προσωπικό του σωσίβιο από τον υπόλοιπο κόσμο, που τον τρομάζει.
Όλες αυτές οι λεπτομέρειες συνθέτουν ένα αριστουργηματικό αποτέλεσμα, το οποίο φαίνεται να είχε λείψει για πολλά χρόνια από την τηλεόραση και αναμφισβήτητα θα πρέπει να αποτελέσει πρότυπο και για ανάλογες, μελλοντικά, δουλειές.
Γιατί ο κόσμος έχει βαρεθεί πια την ίδια φόρμα τηλεοπτικών κατασκευών. Θέλει αλήθεια, ουσία και ποιότητα σε αυτά που βλέπει στην οθόνη. Πράγματα που να τον αγγίζουν, να τον προβληματίζουν και να του προσθέτουν γνώση!
Όλα αυτά τα συστατικά, και άλλα ακόμα που θα ανακαλύψουμε στην συνέχεια, υπάρχουν στη σειρά «Η λέξη που δε λες»…