Με αφορμή τη θεατρική παράσταση “Μοναξιά”, που θα φιλοξενηθεί στο Πολιτιστικό Κέντρο Γαλατσίου “Καμίνι”, στις 31 Μαϊου και στις 1 Ιουνίου στις 8.30 το βράδυ, ο δημοφιλής ηθοποιός, σκηνοθέτης και δάσκαλος, Γιώργος Ματαράγκας, μας μιλάει για τη μοναξιά, την τέχνη και τους νέους ηθοποιούς, ενώ δεν δίστασε να μοιραστεί μαζί μας αυτό που τον ενοχλεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στο θέατρο.
Θεματικός άξονας του θεατρικού έργου αποτελεί η έννοια της μοναξιάς και των ανθρώπινων σχέσεων, όπως αυτές ξεδιπλώνονται μέσα από μία σειρά μονόπρακτων και μονολόγων.
Διαφορετικοί χαρακτήρες και αντικρουόμενες καταστάσεις έρχονται στο προσκήνιο, φέρνοντας του ήρωες αντιμέτωπους με τα όριά τους, καταδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο τις ακραίες πτυχές του ανθρώπινου ψυχισμού και αποτυπώνοντας, μέσα από τις πράξεις τους, τις εναλλαγές της ίδιας της ζωής.
- Κύριε Γιώργο, η θεατρική παράσταση «Μοναξιά», με τι άλλο καταπιάνεται, εκτός από το προφανές;
Είναι μία παράσταση, η οποία ταξιδεύει σε πάρα πολλές χώρες. Από τη Ρωσία πάει στη Γαλλία, από εκεί στην Ισπανία και γυρίζει γενικότερα όλο τον κόσμο. Γνωρίζουμε πολλούς συγγραφείς και όλα αυτά τα μονόπρακτα – μονόλογοι, που παίζονται, έχουν ακριβώς θέμα τη μοναξιά. Η μοναξιά είναι ίδια παντού, όχι μόνο εδώ στην Ελλάδα, ενώ μιλάμε λίγο περισσότερο για τη γυναικεία μοναξιά.
Βέβαια, σε μία κουβέντα που είχα, κάποτε, κάνει μου είχαν ρωτήσει αν πιστεύω ότι η γυναικεία μοναξιά είναι μεγαλύτερη. Μάλιστα, μου το είχε πει γυναίκα ότι η ανδρική μοναξιά είναι ακόμη μεγαλύτερη, μιας και οι γυναίκες μιλάνε περισσότερο από τους άνδρες, τα βγάζουν από μέσα τους. Οι άνδρες, από την άλλη, είναι πιο κλειστοί.
Παρολ’ αυτά η μοναξιά είναι θηλυκού γένους. Λέμε η μοναξιά και για αυτό τη συνδέουμε περισσότερο με τις γυναίκες. Είναι, δε, ένα θέμα που υπάρχει στην Ελλάδα και ειδικά μ’ όλη αυτή την κρίση που ζούμε, όμως το έργο γενικότερα έχει να κάνει με τις σχέσεις των ανθρώπων.
- Ποιο ήταν το κριτήριο, βάσει του οποίου, έγινε η επιλογή των συγκεκριμένων μονόπρακτων και μονολόγων για την παράσταση;
Στη συγκεκριμένη παράσταση οι περισσότεροι παίζουν για πρώτη φορά, έτσι κι εγώ συνηθίζω να μην κάνω ένα έργο συνολικό, που να είναι πολύ δύσκολο να γίνει, όταν τα παιδιά δεν έχουν προηγούμενη εμπειρία στη σκηνή. Τους δίνω, λοιπόν, μονόπρακτα και μονολόγους, τα οποία, όμως, δεν είναι καθόλου εύκολα. Είναι τεράστιων συγγραφέων. Παίζουν, δηλαδή, από Τσέχωφ, από Κοκτώ, από Τένεσι Ουίλιαμς… Αλλά προσωπικά μ’ αρέσουν πάρα πολύ οι δυσκολίες. Βάζω ψηλά τον πήχη και αυτό πάντα πετυχαίνει.
Όσο πιο ψηλά είναι ο πήχης, τα παιδιά που για πρώτη φορά ανεβαίνουν στη σκηνή, προσπαθούν πολύ περισσότερο γιατί βλέπουν πραγματικά ότι έχουν να αντιμετωπίσουν μπροστά τους μεγάλους συγγραφείς, οι οποίοι έχουν μία καταπληκτική δομή και ροή στα κείμενά τους. Παίρνεις ένα μονόπρακτο ή ένα μονόλογο με μεγάλη σιγουριά κειμένου. Αυτή η σιγουριά είναι που βοηθάει πολύ όλα τα νέα παιδιά για να παίξουν όσο μπορούν καλύτερα, αυτά που παίζουν.
- Η μοναξιά είναι ένα ζήτημα που απασχολεί μια μεγάλη μερίδα του κόσμου. Ο σύγχρονος άνθρωπος τείνει να αυτοπροσδιορίζεται συχνά ως μοναχικός και αποξενωμένος από τους γύρω του. Πιστεύετε πως η τέχνη μπορεί να λειτουργεί ως αντίδοτο σ’ αυτή την κατάσταση;
Απόλυτα. Αυτό που κάνουμε εδώ στο θέατρο, αλλά και γενικότερα η τέχνη, είναι ακριβώς το να ξεφεύγουμε από την πραγματικότητα, να κάνουμε μία τεράστια ψυχοθεραπεία, καθώς δεν είναι μόνο το ανέβασμα ενός έργου. Εμείς αυτό που κάνουμε είναι αυτοσχεδιασμοί, ταξιδεύουμε, φεύγουμε… Πάμε σε διάφορες χώρες και συγγραφείς, όπως ήδη ανέφερα και έτσι ξεφεύγουμε απ’ αυτή την πραγματικότητα.
Ένα, όμως, πολύ πιο σημαντικό θέμα, που σχετίζεται με τη μοναξιά, είναι πως εδώ μαζεύονται 15-20 άνθρωποι, οι οποίοι δημιουργούν μια καινούργια παρέα, κάνουν φίλους, όπου μέσα απ’ το θέατρο ενώνονται. Είναι πολύ σημαντικό σήμερα, πια, στην κοινωνία που ζούμε, να δημιουργείς καινούριες σχέσεις.
Αυτό συμβαίνει γιατί μέσω του θεάτρου καταφέρνουν να ηρεμούν, να βγάζουν τα προσωπικά τους θέματα, να συζητούν με τους υπόλοιπους και αυτό είναι που τους δένει σαν ανθρώπους, όπως του δένει και το ταυτόχρονο ανέβασμα στη σκηνή σαν ομάδα, όπου εκεί συντελείται ένα άλλο θαύμα. Ειδικά όταν τα έργα έχουν επιτυχία, όπως συνήθως συμβαίνει, αυτή η επιτυχία δένει ακόμα περισσότερο την ομάδα να προχωρήσει παρακάτω. Είναι αντίδοτο μεγάλο, λοιπόν, το θέατρο και η τέχνη ευρύτερα σε σχέση με τη μοναξιά.
- Μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας στον χώρο, τι θα συμβουλεύατε έναν νέο άνθρωπο που τώρα κάνει τα πρώτα του βήματα σ’ αυτόν; Η επιλογή μιας δραματικής σχολής, στην παρούσα συγκυρία, είναι ένας ρεαλιστικός στόχος ή πιστεύετε ότι και μέσα από τις ερασιτεχνικές προσπάθειες των δήμων, γίνονται καλές δουλειές και μπορεί κάποιος να προσεγγίσει με πιο ασφαλή τρόπο το όνειρό του;
Οι ερασιτεχνικές ομάδες των δήμων κάνουν πάρα πολύ καλές δουλειές, ειδικά όταν έχουν καλούς δασκάλους, αλλά επίσης και σε καλές σχολές γίνεται σωστή δουλειά. Αυτό που έχει σημασία είναι ο νέος γιατί θέλει να μπει σ’ αυτόν τον χώρο. Όσοι μπήκαν σ’ αυτόν, θέλοντας να παίξουν λίγο τηλεόραση, θέλοντας να τους γνωρίσει ο κόσμος και να τους λένε «μπράβο», έγιναν σταράκια που σήμερα εμφανίστηκαν και αύριο εξαφανίστηκαν.
Σ’ αυτό το χώρο για να μπεις και να υπάρξεις θα πρέπει να διαβάσεις πάρα πολύ, να διαβάσεις θέατρο και ό, τι έχει σχέση με την τέχνη, οπότε αυτό που θα κάνεις, να το κάνεις με γνώση, όχι γενικά και αόριστα. Όταν κάτι γίνεται με γνώση, προχωράς και πας όλο και παρακάτω.
Αυτή η δουλειά θέλει και μερικά πράγματα. Όπως το να είσαι συνεπής, πάρα πολύ εργατικός, να είσαι ηθικό στοιχείο και αν έχεις ταλέντο να προσπαθείς συνεχώς να το εξελίσσεις και όχι να επαναπαύεσαι στο ότι είσαι καλός και δεν χρειάζεται να κάνεις τίποτα. Αν αυτά τα στοιχεία, τα νέα παιδιά αισθάνονται πως τα έχουν και θέλουν να προχωρήσουν στο χώρο αυτό, που είναι ένας πολύ δύσκολος, επαγγελματικά, χώρος και ειδικά τώρα, μακάρι να προχωρήσουν γιατί έχει πραγματικά τρομερό ενδιαφέρον, η τέχνη αυτή.
- Αν επιλέγατε να ζήσετε, μία μόνο στιγμή από την καριέρα σας, ξανά, ποιά θα ξεχωρίζατε;
Αχ, είναι πάρα πολλές! Όλα αυτά που έχω κάνει στη ζωή μου (βλ. 15 χρόνια τηλεόραση με τα καθημερινά σίριαλ του Αντ1 «Λάμψη» και «Καλημέρα Ζωή», 40 περίπου ταινίες, γύρω στα 30 με 35 χρόνια θέατρο), η κάθε παράσταση, η κάθε ταινία, το κάθε σίριαλ έχει τη δικιά του ιστορία. Τα δικά του όμορφα, τα δικά του άσχημα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι, όλα τα θεωρώ παιδιά μου.
Έχω, όμως, ένα άλλο περίεργο. Δε μένω στην ιστορία αλλά κοιτάω μπροστά. Δηλαδή, αν ερχόσασταν σπίτι μου θα βλέπατε ελάχιστες φωτογραφίες, μια-δυο, που έχουν να κάνουν με το παρελθόν. Γενικά, θέλω να κοιτάζω μπροστά, αφήνω τα πίσω, τα οποία μου έχουν δώσει μία τρομερή εμπειρία γι’ αυτή τη δουλειά, μου έχουν δώσει τεράστιες χαρές αλλά τα αφήνω όλα πίσω. Δε ζω σε ένα σπίτι μαυσωλείο, μόνο με το παρελθόν γιατί πιστεύω ότι τα καλύτερα έρχονται.
Δείτε στην επόμενη σελίδα τη συνέχεια της συνέντευξης!
- Μετανιώνετε για κάποια από τις επιλογές, που κάνατε στην πορεία σας;
Κοιτάξτε, εκ των υστέρων μπορεί να μετανιώσεις κάποιες στιγμές γιατί αλλιώς τα περίμενες, αλλιώς σου βγήκαν. Όμως η δουλειά, είναι δουλειά. Σε ό, τι δουλειά και να κάνεις, ακόμα και αν αποδειχθεί πως δεν ήταν των προσδοκιών, των δυνατοτήτων και της λογικής, που το περίμενες στην αρχή, και να σου βγει λίγο διαφορετικά, η ιστορία είναι, εσύ να έχεις δώσει τα πάντα σ’ αυτήν. Δεν έχω μετανιώσει για τίποτα, πραγματικά.
- Αν δεν ήσασταν ηθοποιός, τι επάγγελμα θα κάνατε;
Ηθοποιός! Το’ χω από μικρός. Το ένιωθα από τότε. Μπήκα από νωρίς στη δουλειά και συνέχισα σ’ αυτήν. Το λατρεύω αυτό που κάνω.
- Πως σας φαίνεται η ενασχόληση με το κομμάτι της σκηνοθεσίας και της διδασκαλίας των ηθοποιών, επαγγελματιών ή μη; Είναι κάτι καινούριο για εσάς;
Εγώ αυτό θα μπορούσα να το κάνω, όπως πολλά παιδιά αρχίζουν και από τα 25 και τα 30 τους να διδάσκουν και να σκηνοθετούν, όμως το θεωρώ τραγικό λάθος. Σ’ όλο αυτό το κομμάτι, η εμπειρία παίζει τον πρώτο και τον βασικό ρόλο. Χρειάζεσαι αρκετά χρόνια δουλειάς και εμπειρίας πάνω στο σανίδι, πίσω απ’ τις κάμερες, σε ό, τι κι αν κάνεις, για να μπορέσεις να έχεις τα εφόδια, ώστε να διδάξεις και να σκηνοθετήσεις σωστά.
Αυτό, βέβαια, πιστεύω πως είναι και θέμα ανθρώπου. Υπάρχουν δάσκαλοι, που μπορεί να ήταν πολύ καλοί ηθοποιοί και δεν έχουν την ικανότητα της μετάδοσης της εμπειρίας που έχουν. Εγώ νιώθω ότι την έχω κι αυτό βγαίνει τα τελευταία 10 χρόνια, που ασχολούμαι περισσότερο μ’ αυτό. Αλλά και πάλι, μόλις τα 10 τελευταία χρόνια, γιατί πια ένιωσα έτοιμος να ασχοληθώ.
- Τι αισθάνεστε ότι σας ταιριάζει περισσότερο, το μπροστά ή το πίσω από τη σκηνή; Ή, είναι κάτι, που δεν διαχωρίζετε;
Δεν τα ξεχωρίζω καθόλου. Όσο μου αρέσει να παίζω και να δημιουργώ ρόλους -τώρα πια μ’ όλη αυτή την εμπειρία που υπάρχει από πίσω, που πλέον σε κάνει να βλέπεις διαφορετικά τα πράγματα, να παίζεις διαφορετικά, να βλέπεις όλη την τέχνη του θεάτρου διαφορετική- όσο ενδιαφέρον έχει αυτό, άλλο τόσο ενδιαφέρον έχει και το να σκηνοθετώ. Το ένα δίνει στο άλλο και είμαι πολύ χαρούμενος που τα τελευταία χρόνια τα κάνω και τα δύο μαζί.
- Και για το τέλος, θα ήθελα ένα προσωπικό σας σχόλιο για θεατρική ζωή της χώρας. Πώς βλέπετε τους δημιουργούς και τα νέα ταλέντα που διασώζονται στην ελληνική πραγματικότητα του σήμερα;
Υπάρχουν πάντα νέα ταλέντα. Μια γενιά φεύγει, μια γενιά έρχεται. Στην Ελλάδα, δεν ξέρω αν είναι και παγκόσμιο το φαινόμενο, οι γενιές αυτές είναι ανά δεκαετίες, δεν είναι ανά πενταετίες ή διετίες. Βλέπουμε και σήμερα, πολλά νέα παιδιά, αλλά και στις ηλικίες μεταξύ των 30 και 40, να υπάρχουν καταπληκτικοί ηθοποιοί, πολλοί καλοί σκηνοθέτες. Η τέχνη δε σταματά ποτέ.
Τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει λίγο και με εκνευρίζουν όλοι αυτοί οι νεωτερισμοί. Όταν, δηλαδή, πια γίνονται 10 έργα στην Επίδαυρο και τα 10 είναι ελβιέλες, βρίζουν ακατάπαυστα και μιλούν για σεξ. Αυτοί οι νεωτερισμοί, προσωπικά, δεν μου πάνε σαν άνθρωπο. Είμαι πιο κλασικός και θεωρώ πως η Επίδαυρος είναι ένα κλασικό θέατρο που πρέπει να παρουσιάζονται κλασικές παραστάσεις. Υπάρχουν άλλοι χώροι, πειραματικοί, που μπορεί ο καθένας να πάει να κάνει την «τρέλα» του, και καλά κάνουν που τις κάνουν, όπως και τους νεωτερισμούς τους, και αυτά χρειάζονται -οι άλλες ματιές πάνω στην τέχνη και το θέατρο- αλλά πρέπει να γίνονται σε άλλους χώρους και όχι παντού. Οι νεωτερισμοί σήμερα έχουν γίνει πολύ της μόδας και δεν σου κρύβω πως είναι ένα πράγμα που με ενοχλεί.
Ταλέντο, πάντως, σίγουρα υπάρχει και διασώζεται αστείρευτο. Οι γενιές που έρχονται φέρνουν πολύ μεγάλα ταλέντα.
Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Γιώργο Ματαράγκα για την παραχώρηση της συνέντευξης, καθώς και την Βάσω Γιανοπούλου για την επιμέλεια του οπτικοακουστικού υλικού.