Site icon Frapress

Ο Blend Mishkin θεωρεί σημαντικότερη την μουσική από το μέσο και βάζει πάνω απ’ όλα τον σωστό ήχο!

Με πολύ σημαντικές συνεργασίες στο ενεργητικό του, παρουσία σε πολλά ελληνικά και ξένα φεστιβάλ, ο Blend Mishkin μίλησε στο Frapress.gr

Μουσικός, παραγωγός και DJ ο Blend Mishkin είναι ιδρυτικό μέλος της δισκογραφικής Cast-a-blast που δημιουργήθηκε στην Αθήνα το 2006 και συνδημιουργός του Jamaican Bass Movement (2013).

Τον Ιούλιο του 2015 κυκλοφόρησε το ένατο προσωπικό του άλμπουμ με τίτλο Survival of the fittest μέσω της Nice Up! Records (UK) με συμμετοχές καλλιτεχνών από την παγκόσμια reggae και dancehall σκηνή, όπως ο Gappy Ranks, ο Exco Levi και ο Skarra Mucci.

Ο δίσκος δέχτηκε πολύ καλές κριτικές από τον μουσικό τύπο, έχει ήδη κερδίσει πρώτες θέσεις πωλήσεων σε αρκετά δισκάδικα και βρίσκεται στις προτιμήσεις ραδιοφωνικών παραγώγων και djs, όπως οι David Rodigan (BBC 1xtra), Seanie B (BBC), Toddla T (BBC radio one), DJ Vadim, Walshy Fire, MrBenn και Reggae Roast.

Το reggae blog Jaheire το χαρακτήρισε ως άλμπουμ της χρονιάς, ενώ το γαλλικό United Reggae έγραψε πως πρόκειται για “ένα μεγάλο reggae album που έχει ως οδηγό έναν άνθρωπο με τεράστια μουσική ενέργεια… η δημιουργία ενός τέτοιου άλμπουμ χρειάζεται το είδος αφοσίωσης μόνο κάποιου που πιστεύει πως ότι κάνει αξίζει τα πάντα – και πιστέψτε μας, τα αξίζει”.

Ο Blend διαθέτει έναν εξαιρετικά ενδιαφέροντα κατάλογο με πολλές κυκλοφορίες που ξεκινά το 1997 σε labels όπως Shadow records (USA), Pork (UK), Gamm (SWE), Cooking records (UK), Serius (GR), Irish Moss (IR), Cast-a-Blast (GR), Dsofa (GR), Bastard Jazz (US), Nice Up! (UK) κ.α.

Έχει κάνει remixes για τους Mr Williamz, Dub Pistols, DJ Spooky, Wax Tailor, Dirty Dubsters και Grant Phabao, παραγωγή για τους Burger Project και τη Sugahspank!, και έχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως o Jamalski, ο Screechy Dan, Carlton Livingston, ο Brother Culture και η Lady Ann.

Τα ζωντανά sets του έχουν ως βασικά συστατικά τη Reggae και το Dancehall, το Hip-Hop, το Jungle και την Bass κουλτούρα.  Έχει εμφανιστεί σε δεκάδες bars και clubs στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Από το 2008 συνεργάζεται με την DJ Anna Mystic στα Reggae πάρτι Μammy Hot Daddy Cool, ενώ από το 2010 συνεχώς περιοδεύει σε Ελλάδα, Ευρώπη και Μεγάλη Βρετανία για εμφανίσεις σε clubs και συμμετοχές σε φεστιβάλ, όπως το Boomtown Fair (UK), Overjam international reggae festival (SLO), South Vibes (AL), Gampel Openair (CH), Secret sound (GR), Synch (GR).

Το Frapress.gr μίλησε μαζί του.

Πώς πραγματοποιείς τις παραγωγές σου, τι εξοπλισμό έχεις, πώς τον εκμεταλλεύεσαι και ποια είναι η γενικότερη φιλοσοφία σου στις παραγωγές;

Ξεκίνησα να δουλεύω σε μαυρόασπρο περιβάλλον cubase 1, που έτρεχε σε atari μόνο midi κανάλια. Με το πρώτο μου pc άρχισα να δουλεύω στο Acid, αργότερα πάλι στο cubase, μετά στο Logic και τα τελευταία 10-12 χρόνια στο Ableton.
Έχουν περάσει αρκετά μηχανήματα από το στούντιο άλλα τα μόνα σταθερά είναι 2 synths: ένα casio που μου είχαν πάρει οι γονείς μου όταν ήμουν 11 και ένα Alesis που αγόρασα σχεδόν 15 χρόνια πριν. Τα plug ins που χρησιμοποιώ είναι τα περισσότερα freeware. Έχω κάνει δίσκους δουλεύοντας αποκλειστικά με sampling, αλλά τα τελευταία χρόνια προτιμώ να γράφω φυσικές πηγές, οπότε δουλεύω συχνά με μουσικούς για ηχογραφήσεις.

Ποια είναι γενικά η άποψή σου για την σκηνή του abstract hip-hop στην Ελλάδα;

Δεν έχω άποψη, δεν την παρακολουθώ.

Πώς γεννήθηκε η ιδέα του Jamaican Bass και πώς το οραματίζεστε στο μέλλον;

Αρχικά το Jamaican Bass ήταν ένας όρος που χρησιμοποιούσα μαζί με τον Max Rubadub ως μουσικό χαρακτηρισμό. Στα DJ Sets μας κινούμαστε μέσα σε ένα μεγάλο φάσμα της τζαμαϊκανής μουσικής, παλιάς και νέας, μπλέκοντας τα Roots με Dancehall ή Soca και Hip Hop, αλλά και νεώτερα είδη, που συνδυάζουν τζαμαϊκανικούς ήχους με ηλεκτρονικά στοιχεία και περισσότερο χορευτική φιλοσοφία, όπως το Moombahton, το Rootstep και το Jungle. Αργότερα στην ομάδα, προστέθηκαν οι Mountain Top Hi Powa από τη Βιέννη και οι Titan Sound από το Μπρίστολ. Όλοι μαζί είχαμε την ιδέα να στήσουμε το Jamaican Bass blog, ως δίκτυο για Djs και παραγωγούς που κινούνται στα ίδια ακούσματα με εμάς.
{ Jamaican Bass }

Όσον αφορά την πρόσφατη κυκλοφορία του album σου, στον τίτλο, Survival Of The Fittest, πέρα απ’τα προφανή, υπάρχει και κάποιος φόρος τιμής στους Mobb Deep;

Όχι δεν υπάρχει, είναι γενικά πολύ χρησιμοποιημένος σαν τίτλος.

Στο album συμμετέχουν σπουδαία ονόματα του χώρου, όπως οι Scarra Mucci, Gappy Ranks και Exco Levi και μάλιστα δημιουργήθηκε και πλήρης μπάντα για την ηχογράφηση του album. Πώς οδηγήθηκες σε όλες αυτές τις συνεργασίες, πώς απέδωσαν εντός studio και πως συνέβαλε η διαφορετική προσωπικότητα του καθενός, ώστε να υπάρξει αυτό το ηχητικό αποτέλεσμα, πέραν, βέβαια, της έξοχης παραγωγής;

Σ’ ευχαριστώ, είμαι μεγάλος θαυμαστής και των τριών, παίζω συνεχώς τραγούδια τους για χρόνια και ήταν στο μυαλό μου καθώς έφτιαχνα τα κομμάτια. Φυσικά ήταν μεγάλη η ευχαρίστηση μου όταν δέχθηκαν να πάρουν μέρος στον δίσκο. Τον Skarra Mucci τον θεωρώ σπουδαίο τραγουδιστή, τον είχα δει live πριν μερικά χρόνια και από τότε κρατήσαμε την επαφή. Τον Exco Levi τον γνώρισα μέσω του Gappy Ranks, με τον οποίο είχα ξανασυνεργαστεί πριν κάνα χρόνο. Συμμετέχουν και οι BNC, Georges Perin, Jamaroots, Suga Roy &  Conrad Crystal, Mandinka Warrior και KGMan. Η μπάντα αποτελείτε από μέλη των Burger Project (Σπύρος Μοσχούτης στα Drums, Αλέξης Ιωάννου στις Κιθάρες, Θάνος Κοσμίδης στα Πλήκτρα), τους Κώστα Φόρτσα, Jim Σταρίδα, Κώστα Κεφάλα στα πνευστά και την Νατάσα Μινδρινού στα Vocals.
{ Το «Survival of the Fittest» κυκλοφορεί από τη Nice Up! Records. }

Θεωρείς ότι πέρα από τον σταθερό και σταδιακά αυξανόμενο πυρήνα της ελληνικής reggae κοινότητας, το είδος αυτό δεν γίνεται πολλές φορές ευρύτερα αποδεκτό, λόγω των taboo, που μας βαραίνουν ακόμη ως κοινωνία και τελικά οδηγούν στην γενικότερη απόρριψη της reggae κουλτούρας;

Θεωρώ πως η Reggae κουλτούρα έτσι κι αλλιώς δύσκολα θα περάσει στο ελληνικό mainstream για να φτάσει στο σημείο να έχει ή όχι την αποδοχή της κοινωνίας.
Αν απορρίπτεται από κάποιους, κυρίως μουσικούς κύκλους, είναι γιατί υπάρχει άγνοια πάνω στο θέμα. Δυστυχώς στην Ελλάδα υπάρχει πολύ λανθασμένη άποψη για την reggae.

Τι θεωρείς ότι λείπει, αν λείπει κάτι, από την ελληνική reggae κοινότητα;

Όπως σε όλες τις Ελληνικές κοινότητες, έτσι και εδώ λείπει η επικοινωνία, η συνεργασία και οι κοινοί στόχοι.

Αν μπορούσες να επιλέξεις μόνο ένα, ποιο θα επέλεγες ως το κορυφαίο μαγαζί της Αθήνας;

Σκέφτομαι πολλά, άλλα το καθένα για διαφορετικούς  λόγους. Κορυφαίο μαγαζί για μένα είναι όποιο έχει σωστό ήχο, όλα τα άλλα διορθώνονται ή έρχονται σε δεύτερη μοίρα.

Ποιες είναι οι θέσεις σου γύρω από το cd, το βινύλιο και την διακίνηση της μουσικής μέσω του internet, ελεύθερη ή μη; Ποιο μέσο θεωρείς “the fittest to survive”;

Θεωρώ σημαντικότερη την μουσική από το μέσο και νιώθω μεγαλύτερη την ανάγκη να είμαι ακροατής παρά συλλέκτης. Το mp3 είναι χάλια, οτιδήποτε κάτω από 320kbps πρέπει να παίζει μόνο σε τρανζίστορ, ως εσχάτη λύση. Και το 320 τα χάλια του έχει σε σχέση με ένα wav. Το βινύλιο είναι ωραίο μέσο άλλα ούτε αυτό έχει τον τέλειο ήχο. Έχει τον δικό του ήχο, που είναι σαφώς πιο ζεστός από τον ψηφιακό, αλλά οποιαδήποτε ψηφιακή, αναγκάστηκα πλέον, πληροφορία μεταφέρεται σε βινύλιο, είναι λογικό πως αυτομάτως  αλλοιώνεται και αν το μάστερ δεν είναι καλό υποβαθμίζεται η ποιότητα. To cd έζησε τις δόξες του και αυτό ήταν, δεν νομίζω να το ξανά δούμε. Η ελεύθερη διακίνηση μέσω ίντερνετ κάνει ευκολότερη την πρόσβαση στην μουσική, άλλα έχει σκοτώσει την δισκογραφία και έχει καταφέρει να κάνει την μαγεία της ακρόασης υπόθεση λίγων λεπτών.

Τέλος, τι έχεις να συμβουλέψεις τους νέους παραγωγούς που ασχολούνται με το είδος; Πώς γίνεται να βρουν κοινό σε Ελλάδα ή/και εξωτερικό, χωρίς να καίγονται όλη την ημέρα στο internet;

Δεν είμαι πολύ καλός στις συμβουλές.
Θα έλεγα να πιστεύουν 100% σε αυτό που κάνουν, να έχουν υπομονή και επιμονή.
Και ο Blend Mishkin θα βρίσκεται στην Σκύρο για την 2η ημέρα του Secret Sound Festival

Σχόλια

Exit mobile version