Ακόμα και οι παράνομες ενέργειες μπορούν να δικαιολογηθούν για χάρη της επιβίωσης; Αυτό το ερώτημα τίθεται στο βιβλίο του Hemingway…
Το βιβλίο του Ernest Hemingway ακολουθεί την ζωή του Χάρυ Μόργκαν, ενός ναυτικού, που οι δυσχερείς οικονομικές συνθήκες τον αναγκάζουν να καταφύγει σε παράνομες ενέργειες, προκειμένου να θρέψει την οικογένειά του. Έτσι αναγκάζεται να μεταφέρει παράνομα με το σκάφος του, λαθρομετανάστες, εγκληματίες και αλκοόλ απο τις ΗΠΑ προς την Κούβα και τανάπαλιν.
Στον αγώνα αυτόν της επιβίωσης, έρχεται αντιμέτωπος κατά καιρούς άλλοτε με τις σφαίρες της ακτοφυλακής και άλλοτε με τις αναπάντεχες προδοσίες, ενώ αρκετές φορές ο ηρωάς μας καλείται να λάβει σκληρές αποφάσεις προκειμένου να επιβιώσει.
Το τέλος του ωστόσο είναι προδιαγεγραμμένο – οδεύει προς την τελική καταστροφή– δίχως να υπάρχει καμιά ελπίδα για την σωτηρία˙ αφού ούτε και οι σκληροί δεν μπορούν να αποφεύγουν για πάντα τις συνέπειες των όσων πράττουν (ντετερμινισμός: η αδυναμία των ανθρώπων να ξεφύγουν απο τους παράγοντες που ελέγχουν και καθορίζουν τις ζωές τους ).
Ο Μόργκαν για να δικαιολογήσει τις παράνομες δραστηριότητες του, ισχυρίζεται πως: «δεν υπάρχει κανένας νόμος που να λέει ότι πρέπει να ζείς πεινασμένος» .
Με την φράση αυτή στην ουσία ο Hemingway τονίζει πως δεν υπάρχει κανένας νόμος, φυσικός ή κατασκευασμένος, που να υποστηρίζει πως ο άνθρωπος πρέπει να ζει στα όρια της εξαθλίωσης.
Δεδομένου τούτου λοιπόν, ο καθένας μας μπορεί να κάνει το οτιδήποτε για να ζήσει με κάποια αξιοπρέπεια. Το οτιδήποτε όμως;
Ακόμα και οι παράνομες ενέργειες, γίνονται αποδεκτές μπρός στο διακύβευμα της επιβίωσης;
Αν τελικά αποδεχτούμε μια τέτοια θέση – ό,τι τα πάντα δηλαδή είναι αποδεκτά – θα καταλήξουμε σταδιακά να ζούμε σε μια κοινωνία που θα φάνταζει με ζούγκλα, όπου μόνο οι πιο δυνατοί ή αυτοί με τις λιγότερες ηθικές αξίες θα μπορέσουν να βγούν “ζωντανοί”.
Ο σκοπός όσο ιερός και εαν είναι, δεν αγιάζει τα μέσα. Αποτελώντας μέλη μιας κοινωνίας ανθρώπων οφείλουμε να σεβόμαστε τους ηθικούς νόμους που την διέπουν. Οι πράξεις μας εντός της κοινωνίας δεν μπορούν να στρέφονται εναντίον του συνόλου, όσο αδικημένοι κι αν αισθανόμαστε.
Ερχόμενος αντιμέτωπος με το επικείμενο τέλος του, ο πρωταγωνιστής μας συνειδητοποιεί πως ό,τι και να κάνει ένας άνδρας μόνος του, δεν θα καταφέρει τελικώς να επιβιώσει. Και τούτο επειδή η μονάδα είναι τις περισσότερες φορές – αν όχι όλες – αδύναμη να κάνει το οτιδήποτε με επιτυχία: «Ένας άνδρας μόνος του δεν τα βγάζει πέρα…Ό,τι και να κάνει ένας άνδρας μόνος του δεν έχει καμιά γαμημένη ελπίδα ».
Έχει ειπωθεί αρκετές φορές, πως μια μονάχα μονάδα είναι δυνατή να αλλάξει τον ρού των πραγμάτων, η πραγματικότητα εντούτοις είναι πολύ διαφορετική. Η μονάδα δεν έχει την δύναμη και την αντοχή για να φέρει την πολυπόθητη αλλαγή ˙μόνο όταν προστίθενται σε αυτήν και άλλες μονάδες (άλλα άτομα) μπορεί να λάβει μέρος κάτι ουσιαστικό.
Εξάλλου όλα τα σπουδαία δημιουργήματα της ανθρωπότητας απο την απαρχή του κόσμου, δεν ήταν αποτελέσματα των ενεργειών ενός ατόμου – ενδεχομένως να προβλήθηκε και να δοξάστηκε μόνο ένας ως υπαίτιος αυτών – όμως η δύναμη κρύβεται στο σύνολο, η επιτυχία θα έρθει μέσα απο τους αγώνες του μεγάλου συνόλου. Ένας άνδρας μόνος του, πάντοτε θα είναι εκτός απο μόνος και ηττημένος.