Site icon Frapress

Το τρένο των «Εννιά και Πέντε» μάγεψε το κοινό

Το τρένο των “Εννιά και Πέντε” δεν πέρασε ποτέ… Αυτά που είδαμε κι ακούσαμε περιμένοντάς το, όμως, άξιζαν κάθε αναμονή!

Κείμενο/Ανταπόκριση: Μαρία Τσιμάρα

Φωτογραφίες: Yiannis Margetousakis Photography, Manolis Symeonidis Photography

Επιμέλεια: Εύα Μπεσλεμέ


Το βράδυ της Τρίτης στο Ηρώδειο, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο Χρήστος Θηβαίος ένωσαν τις φωνές τους, με φόντο την αφήγηση του Οδυσσέα Ιωάννου. Η μουσικοθεατρική παράσταση, με τίτλο «9:05», σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη, μετά από δύο χρόνια επιτυχημένων εμφανίσεων, συνεπήρε για ακόμα μια φορά το κοινό.

Οι συντελεστές της παράστασης συνένωσαν και ταίριαξαν επιτυχημένα την ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, συναισθήματα και μελωδίες. Οι ερμηνείες των τραγουδιστών,  το οπτικό υλικό, αλλά και η εξομολογητική και συνάμα καυστική αφήγηση,  σε συνδυασμό με την αισθαντική, ρομαντική, και χιουμοριστική ατμόσφαιρα, ταξίδεψαν το κοινό σε ένα μουσικό ταξίδι.  Μέσα από αυτή τη γλυκόπικρη περιήγηση, ανάμεσα σε κοινά και συλλογικά βιώματα και προσωπικά στιγμιότυπα, αναδιπλώνονται κωμικοτραγικές αλήθειες της νεοελληνικής κοινωνίας.

«Φόβος είναι αυτό που μας χωρίζει από αυτό που φοβόμαστε.»

Το τρένο των 9 και 5 καθυστερεί,  και οι μουσικοί εκμεταλλεύονται την ώρα αναμονής. Και το μουσικό ταξίδι ξεκινάει με την «Οδό ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι και το «Ποιος τη ζωή μου» του Μίκη Θεοδωράκη. Η μουσική ιστορική αναδρομή μεταφέρεται σε γεγονότα σταθμούς, όπως την «Πρώτη Μαΐου» του 1968, αλλά και στην εξορία που τραγουδούν τα «Μαύρα πουλιά, πικρά πουλιά της δυστυχίας».  Σπλαχνική ήταν η ερμηνεία του Βασίλη Παπακωνσταντίνου στο τραγούδι «Μαμά», αφιερωμένο στην μητρότητα και στην αγάπη από και προς την μητέρα. Το τραγούδι αποτελεί ελληνική διασκευή από το κομμάτι του Charles Aznavour.

Στο 2ο μέρος της παράστασης, γίνεται δυναμικό και πιο ανάλαφρο come back, υπό τις μελωδίες του «Προσοχή στο γορίλα» και του «Μαύρου γάτου».

Το τρένο, όμως, θα καθυστερήσει κι άλλο.  Ο λόγος; Διάφοροι.. Όπως η διαφωνία της αριστερής με την δεξιά ράγα, για το ποια είναι πιο φιλοευρωπαϊκή, ή η κατά μέτωπο σύγκρουση του τρένου με την ελπίδα.

Γι’ αυτό, λοιπόν, ο αφηγητής μας ταξιδεύει και πάλι στο χρόνο, αυτή την φορά στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, αγγίζοντας και θίγοντας σημεία σταθμούς, αλλά και επίκαιρα. Κάποια από αυτά αποτελούν η «Αλλαγή» του 1981, ο σεισμός του 1999, και η ψεύτικη λάμψη του 2004, παρομοιάζοντας τη χώρα με «Ένα καράβι παλιό σαπιοκάραβο» που έπρεπε «Να μας πάει μακριά».

«Εκείνοι που παλεύουμε δεν είμαστε εμείς, αλλά οι σιγουριές μας. Το 1981, όλοι ήθελαν την αλλαγή, αλλά κανένας δεν ήθελε να αλλάξει.»

Η Ελλάδα του σήμερα δεν θα μπορούσε φυσικά να απουσιάζει. Η γενικότερη κατάσταση της χώρας, η πολιτική αλλά και το μεταναστευτικό αποτελούν θέματα που απασχολούν τον κάθε έναν από εμάς, και οι πρωταγωνιστές δεν θα μπορούσαν παρά να μιλήσουν με ένα τραγούδι. «Έχε τον νου σου στο παιδί» μας λένε, με αφορμή την τραγωδία στο Φαρμακονήσι, τονίζοντας πως τα παιδιά, ανεξαρτήτως εθνικότητας αποτελούν το μέλλον αυτού του κόσμου.

Η παράσταση, βέβαια, δεν αναλώθηκε μόνο σε κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο, αφού το ρομαντικό στοιχείο ήταν παρόν και διάχυτο. Ερωτικά κομμάτια όπως τα «Να κοιμηθούμε αγκαλιά, «Πόσο πολύ σ’ αγάπησα, «Σ’ ακολουθώ», «Πριν το τέλος», «Δεν έκανα ταξίδια μακρινά» και το «Ημερολόγιο», ταξίδεψαν τους θεατές σε αισθαντικά μονοπάτια, στα πλαίσια ενός άψογου παντρέματος του σοβαρού με το αστείο και του κοινωνικού με το προσωπικού.

Αφού πέρασε αρκετά η ώρα, από τα μεγάφωνα ανακοινώνεται πως το καθυστερημένο τρένο των «9 και 5», τελικά πέρασε χωρίς καν να κάνει στάση.

©Yiannis Margetousakis Photography από museekart.com

«Γιατί περιμέναμε άσκοπα;» , αναρωτιούνται όλοι.

«Το περιμέναμε γιατί μας βόλευε να περιμένουμε κάτι. Όμως ώρα είναι να γίνουμε εμείς αυτό που περιμένουμε»

Πόσες φορές, άραγε, έχουμε περιμένει το δικό μας τρένο, που ενώ γνωρίζαμε πως δεν θα έρθει ποτέ, περιμέναμε με περίσσια υπομονή; Πόσες φορές αναμέναμε ένα τρένο να έρθει να μας σώσει και να μας βοηθήσει, αντί να κάνουμε εμείς κάτι για τον εαυτό μας;

Αυτά, και άλλα πολλά ερωτήματα θα σας γεννήσει αυτή η παράσταση. Μια παράσταση εξαιρετική αισθητικά και καλλιτεχνικά, που παρακολουθώντας την, δεν θα έχετε απλώς σπαταλήσει 2,5 ώρες από την ζωή σας ευχάριστα, αλλά θα δώσετε και στον εαυτό σας τροφή για σκέψη.  Άλλωστε….

©Yiannis Margetousakis Photography από museekart.com

«Δεν είμαστε οι μάχες που κερδίζουμε, αλλά οι μάχες που δίνουμε»…

Κι όσο το «Παιχνίδι παίζεται ακόμα», υπάρχει ακόμα ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον!

Η αυλαία κλείνει με μία από τις πιο κατάλληλες μελωδίες. Όπως άνοιξε με έναν από τους πιο σημαντικούς Έλληνες συνθέτες, τον Μάνο Χατζηδάκι, τα φώτα σβήνουν με τους ήχους του Μίκη Θεοδωράκη. Με ένα από τα σημαντικότερα τραγούδια της ελληνικής μουσικής, το «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ» , σε στίχους Οδυσσέα Ελύτη. Γιατί, όπως σαρκαστικά αναφέρεται:

 «χρωστάμε περισσότερα στους ποιητές μας από ότι στους δανειστές μας».

 

Επί σκηνής

Τραγούδι: Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Χρήστος Θηβαίος

Αφήγηση: Οδυσσέας Ιωάννου

Πιάνο: Ανδρέας Αποστόλου, Μάξιμος Δράκος

Drums-Κρουστά: Στέφανος Δημητρίου

Ηλεκτρικό Μπάσο: Βαγγέλης Πατεράκης

Βιολί-Τραγούδι: Μαίρη Μπρόζη

Κιθάρες-Πνευστά: Γιάννης Αυγέρης

Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Παντελής Βούλγαρης

Σχόλια

Exit mobile version