Site icon Frapress

Cineύρεση με τον Ανδρέα Ι. Μαριανό

Μαριανός

Ο Ανδρέας Μαριανός στο Dark Illusion

Τον γνώρισα όταν δέχτηκε με μεγάλη του χαρά να συμμετάσχει στην πρώτη μου, μεγάλου μήκους, κινηματογραφική απόπειρα.  Σχεδόν δύο χρόνια μετά  και έχοντας μόλις παραλάβει το βραβείο για το Β’ Αντρικό Ρόλο από το Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ «ΓΕΦΥΡΕΣ» για το ρόλο του στο Dark Illusion δεν μου αρνήθηκε να είναι και πάλι παρών στη νέα μου απόπειρα.

To frapress.gr , λοιπόν, μου δίνει το βήμα και ο Ανδρέας Ι. Μαριανός με συναντά στην πρώτη  μου cineύρεση, πρώτη από μια σειρά συνεντεύξεων με ανθρώπους του κινηματογράφου. Ανθρώπους που κυρίως βρίσκονται πίσω από τις κάμερες, σε ρόλους που ίσως πολλοί να αγνοούν.

“Ειμαρμένη”, ένα μεγάλο κεφάλαιο της ζωής σου. Το πεπρωμένο της ήταν μετά από πολλά κύματα να προσδεθεί στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και να κάνει πρεμιέρα στο 56ο  Κινηματογραφικό Φεστιβάλ.
Δευτέρα 9 Νοέμβρη, 19.30. Αίθουσα “Τώνια Μαρκετάκη”.
Τρίτη 10 Νοέμβρη, 15.00. Αίθουσα “Τώνια Μαρκετάκη”.
Μίλησε μας για την ταινία.

Μην υπερβάλλουμε! “Μεγάλο κεφάλαιο”, σε μια ζωή 56 χρόνων, ανάλωσε τα τέσσερα. Άργησε κοντά 30 χρόνια, είναι η μόνη αλήθεια. Κι αν δεν υπήρχε η ενθάρρυνση κι η  μεγάλη προσφορά συνεργατών κι ανθρώπων αγνώστων, δε θα είχε πραγματοποιηθεί.

Στο λιμάνι θα κάνει πρεμιέρα, γιατί οι Ελληνικές ταινίες έχουν πλέον διωχθεί από το φεστιβάλ, και τα μεγαλεία της “επίσημης” προβολής, ώστε να ελέγχεται η υπόθεση, όσο γίνεται περισσότερο κι η εγχώρια παραγωγή να υποβαθμίζεται κάθε χρόνο πιο πολύ. Απ’ όσο ξέρω, η Σουμάτρα και το Ταμτούμ, έχουν την ετήσια κινηματογραφική τους “μόστρα”. Η Ψωροκώσταινα όχι, βαδίζει δρόμους διεθνούς καταξίωσης, απαξιώνοντας κάθε χρόνο περισσότερο τις Ελληνικές ταινίες. Πλέον, δεν “παρουσιάζουμε” τις ταινίες μας ,που απλά “προβάλλονται” ,για να δικαιολογήσουν την κρατική χρηματοδότηση σ’ ένα φεστιβάλ ιδιωτικής χρήσεως. Μη έχοντας άλλη επιλογή πηγαίνεις, μα η εμπειρία μου, όταν ευτύχησε η πρώτη μου μικρή ταινία (ΣΥΓΧΡΟΝΟ-1983)  να συμμετέχει στο διαγωνιστικό πρόγραμμα του τότε φεστιβάλ, είναι σίγουρα καλύτερη.

Παρά ταύτα, είμαι ευτυχής που ξεκινά την πορεία της, η ταινία, από την αίθουσα “Τώνια Μαρκετάκη”. Τρέφω μεγάλο σεβασμό για την, κατ’ ελάχιστον, σπουδαία δημιουργό του κινηματογράφου μας και θεωρώ ύψιστη τιμή, η πρώτη μου μεγάλου μήκους να κάνει πρεμιέρα σε αίθουσα με το όνομα της.

Η ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ, είναι η προσωπική μου πρόταση, απέναντι στην προσπάθεια να επικρατήσει ένας κινηματογράφος, όπου τίποτα δε συμβαίνει ,κι όλα κινούνται με άξονα το ανώδυνο, ώστε να περάσει πιο εύκολα στην καθημερινότητα η λαίλαπα που έρχεται -κι ακόμα δεν υποψιαστήκαμε, αλλά πιστεύουμε ότι φτάσαμε στο τέρμα κάθε φορά.

Η προσωπική μου πρόταση αφήγησης, της ιστορίας ενός εγκλήματος. Μια αλληγορία απέκδυσης, αντιήρωες την απαρτίζουν και στέκεται με σεβασμό, στον αληθινό ηρωισμό-τον Γεώργιο Καραησκακη, για παράδειγμα.

Αυτό που μπορώ να υποσχεθώ είναι ότι δε θα πλήξετε στην αίθουσα. Κι αν έχετε κέφι για συζήτηση, θα σας κρατήσει καλή παρέα στα τραπέζια ύστερα.

Από το λίγο που σε γνωρίζω δε δείχνεις να πιστεύεις στο πεπρωμένο. Είσαι άνθρωπος που διεκδικείς και αντιδράς απέναντι σε όσα αποφασίζουν άλλοι για σένα. Ειμαρμένη, λοιπόν, ή διεκδίκηση της ζωής; Θεός ή άνθρωπος;

Ούτε θεός, μήτε Αφέντης, θ’ ακολουθήσω τη Μπακούνεια ρήση που μ’ έφερε ως εδώ, μπροστά σας. Ειμαρμένη, λέξη Ελληνική που χάνεται αδίκως, από το “μοίρομαι”, παίρνω αυτό που μου ανήκει από τη μοίρα. “Παίρνω”, δε μου δίνουν, κανείς δε θα σου δώσει! Ουδέποτε η σκλαβιά κατηργήθη εξ’ αιτίας της καλής συμπεριφοράς των σκλάβων. Στην Ειμαρμένη, έχουμε αποκαθηλώσεις. Αντιήρωας είναι ο πρωταγωνιστής, καθ’ όλα απομυθοποιημένος.

“Ο προσωπικός μου, επιλεγμένος, δρόμος, είναι η πληρωμή του τιμήματος να είμαι ο εαυτός μου, στην εποχή που προσπαθούν να μας ομογενοποιήσουν. Προτείνω ο καθένας να σκεφθεί έτσι και θα ‘χουν τα παιδιά μας καλύτερο μέλλον.”

Συμμετείχες στη νέα ταινία του Μανούσου Μανουσάκη ως βοηθός σκηνοθέτη. Πες μας λίγα λόγια για το «Ουζερί Τσιτσάνης».

Το ΟΥΖΕΡΙ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ είναι ,ίσως, η τελευταία Ελληνική μεγάλη υπερπαραγωγή. Αμφιβάλω αν στο μέλλον, θα επενδυθούν χρήματα  για τον Ελληνικό Κινηματογράφο. Η κατάργηση του φόρου -ακόμα κι αν περιστασιακά ματαιώθηκε- δείχνει τους σαφείς σκοπούς της πολιτείας. Κάθε τι Ελληνικό, πρέπει να εκλείψει, ώστε περήφανα να διαβούμε το κατώφλι της παγκοσμιοποίησης. Και οι ιδέες του Ελληνισμού, στέκονται εμπόδιο στην ομογενοποιήσει του πληθυσμού της γης.

Ο Μανούσος Μανουσάκης, για να επανέλθω στο ερώτημα σου, υπογράφει ένα σημαντικό έργο ζωής. Πάλεψε πολύ προκειμένου να γίνει η ταινία αυτή. Κι έβαλε, όλη του τη γνώση με την ευαισθησία.

Δημιουργική του αφετηρία, ο έρωτας ενός νεαρού Έλληνα με μια Εβραιοπούλα, στα χρόνια της κατοχής κι από κει, καταδείχνει πράγματα που πρέπει να μείνουν στην ιστορική μνήμη- το πρόσωπο του Ναζισμού, σε μια εποχή που δείχνει να ξεχνάμε. Σημαντική ταινία.

Δε μπορώ να θεωρήσω “τύχη” του την παρουσία νέων ικανότατων ηθοποιών, διπλά σε παλιούς και ήδη καταξιωμένους, εφ’ όσον η διανομή των ρόλων, τον βασάνισε καιρό, με πολλές μεταπτώσεις, παλινδρομήσεις κι αλλαγές, μέχρι να καταλήξει σ’ εκείνους που θα ενσάρκωναν, με τον καλύτερο τρόπο, τους ήρωες του.

Άλλως τε, φρόντισε να έχει αφρόκρεμα γύρω του. Πέραν του λαμπρού καστ, επέλεξε σε όλους τους τομείς, φωτογραφία-σκηνικά-κοστούμια-μουσική, κορυφαίους συνεργάτες που έδωσαν ένα αποτέλεσμα υψηλών προδιαγραφών. Πιστεύω, είναι ευτύχημα που η τηλεόραση αρνήθηκε αυτή την πρόταση κι ο κινηματογράφος μας απέκτησε αυτή την ταινία. Πρέπει ο κόσμος να το προσέξει αυτό και να βρεθεί στις αίθουσες. Αν αυτή η ταινία, δε σημειώσει εμπορική επιτυχία, θα’ ρθουν χειρότερες μέρες που θα οδηγήσουν στην ανυπαρξία τον κινηματογράφο μας, ως “εθνικό” χάριν μιας παγκοσμιοποίησης.

Να σημειώσω, τέλος, την παρουσία των απλών ανθρώπων της Θεσσαλονίκης, που βοήθησαν υπεράνθρωπα την προσπάθεια και πάντα θα τους ευχαριστούμε γι’ αυτό. Ήταν σπουδαίοι!

Ηθοποιός, Σκηνοθέτης, Σεναριογράφος, Συγγραφέας και πολλά ακόμα που δεν τα γνωρίζω. Ανήσυχος άνθρωπος. Η τέχνη είναι το μέσον έκφρασης ή ο αυτοσκοπός της ζωής σου;

Η ανάγκη έκφρασης γεννά τη σχέση με την τέχνη στο προκείμενο. Δε θα μπορούσα να είμαι κάτι άλλο, από κινηματογραφιστής, νομίζω, μα όταν συναντιέμαι στο σανίδι με μια πρόκληση, όταν στο χαρτί μια ιδέα αρχίζει και γίνεται απαιτητική, δεν ξέρω τι ακριβώς είμαι. Το μόνο σίγουρο, πως είμαι βουτηγμένος πολύ μέσα του ώστε να μπορέσω, μετά, να μην το δω τελειωμένο.

Κι εκεί, αρχίζει μια άλλη μάχη. Τι είσαι τελικά; “δημιουργός”; “παραγωγός”; “πλασιέ”; Απλό παράδειγμα: Η Ειμαρμένη, αυτοχρηματοδοτήθηκε, τρόπον τινά.  Βγήκε ένα dvd με όλες τις μικρού μήκους μου, 300 αριθμημένα αντίτυπα, με τον τίτλο “για την Ειμαρμένη” κι έτσι μαζεύτηκαν τα απαραίτητα. Γιατί κατά τα αλλά, υπήρχε η πρόσφορα των υπέροχων ανθρώπων που πλαισίωσαν την προσπάθεια και θα μπορούσα ώρες ατέλειωτες να σου μιλώ για τον καθένα χώρια… Τους ευχαριστώ, επί τη ευκαιρία. Ποτέ δε θα ‘ναι αρκετό.

Όταν ξεκινούσες την πορεία σου σαν σκηνοθέτης σίγουρα θα ονειρευόσουν ένα έργο ζωής. Εκπληρώθηκε το όνειρό σου; Αν όχι, τι έφταιξε; Πιστεύεις ότι το ίδιο όνειρο θα είχε εκπληρωθεί αν βρισκόσουν σε μια άλλη χώρα;

Δεν είναι γεωγραφικό το θέμα. Σε κάποιες άλλες χώρες, οι πολίτες τους έχουν πιθανώς περισσότερες πιθανότητες απ’ ότι στην ευρωελλάδα, μα το αν θα πετύχεις ή όχι λίγο εξαρτάται από τη γεωγραφική σου θέση. Στην Ελλάδα, υπάρχουν οι εξής δρόμοι- και κανένας άλλος, νομίζω, εμπειρικώς. Ή είσαι “γιος, κόρη, ξάδερφος”, οπότε δεν έχεις και πολλά να προσπαθήσεις, δε θα χτυπηθείς με την αμφισβήτηση, οδεύων προς επιτυχίαν. Ή… “έχεις τον τρόπο σου”, οπότε πείθεις περί του έργου σου ευκόλως και πορεύεσαι αναλόγως. Ή χτυπιέσαι σα χταπόδι καθημερινά, κοστίζει πολύ το να υπάρχεις, ζεις συχνά τεράστιες μεταπτώσεις συναισθημάτων και απορριπτικών τραυμάτων, εν τέλει συνέρχεσαι, βγαίνεις από τις σπηλιές δυναμωμένος και ξέρεις πως θα συνεχίσεις. Έτσι δύσκολα, μα δε θα εγκαταλείψεις. Είναι…σα να αναπνέεις.

Ποια ήταν η χρυσή εποχή του Ελληνικού Κινηματογράφου; Τι χρειάζεται για να μπορέσει να ανέβει επίπεδο;

Εξαρτάται πως το εννοεί καθείς, αυτό το  “χρυσή εποχή”. Για κάποιους ήταν η περίοδος του Φίνου, ταινίες κατά κανόνα ανώδυνες, δίχως κανένα προβληματισμό, που σκοπό είχαν να σε αποκοιμίσουν ευχαρίστα. Για άλλους ήταν η περίοδος αμέσως μετά, το σινεμά για τους αντάρτες, φιλοσόφων που δίχως να στοχαστούν και πολύ πάνω στο μέσο, φιλμάριζαν άτεχνα, κακοφτιαγμένες ιστορίες με διαλόγους που ποτέ δε θα ειπωθούν στη ζωή. Πιστεύω, η “χρυσή εποχή” δεν ήρθε, την ανέκοψε η ακριβώς πριν από μένα γενιά, μαζί με τη βοήθεια υπουργών όπως η Μελίνα. Στις μέρες μας, αν παραβλέψουμε τις ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, έχει επιβληθεί η λογική του ενυπνίου.

Όταν λέμε “να ανέβει το επίπεδο”, βρίσκομαι στη χώρα που δεν γνωρίζω τη γλώσσα της. Όταν συζητείται “πρόβλημα σεναρίου”, ζαλίζομαι από ναρκωτικά που ακόμα δεν έχουν εφευρεθεί. Το επίπεδο είναι μια χαρά κι όποιος δεν το βλέπει, να μας πει τι χρησιμοποιεί παρακαλώ, ώστε να πλησιάσουμε λίγο τη σκέψη του. ‘Η να του πούμε εμείς, ποιος του υπαγορεύει να υιοθέτει τέτοιες αστήρικτες ασυναρτησίες. Ταλαντούχοι νεαροί γυρίζουν αριστουργήματα. Ποιος τους προσέχει; Σενάρια γράφονται εξαίρετα. Δεν ευτυχούν αυτά, όμως, στις κρίσεις, εφ΄ όσον έχει- το ξαναλέω- χρόνια τώρα επιβληθεί μια φανφαρονική ,με το μανδύα του “σεμνού”, πολιτική του “δε συμβαίνει τίποτα” ανώδυνου.

Αν ξεχώριζες μια ταινία σου ποια θα ήταν αυτή; Αφήνοντας στην άκρη τεχνικά χαρακτηριστικά και σκηνοθετικές προσεγγίσεις ποια ταινία σημάδεψε τη ζωή σου; Ποια ταινία είδες και λαχτάρισες να γίνεις από θεατής, δημιουργός;

Κάθε ταινία έχει τη δική της ιστορία και αξία, ειδικά για εκείνους που την δημιούργησαν. Η ΠΕΙΝΑ, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι μια ταινία με ενδιαφέρον. Η ΔΙΑΒΟΛΟΥ ΚΑΛΤΣΑ η πιο ολοκληρωμένη μου. Η ΕΙΜΑΡΜΕΝΗ, μια αναμέτρηση με την υπέρβαση. Αποθέωσα την αλληγορία, που ξεκίνησα με την ΠΑΡΑΛΥΣΙΑ, το 1989.

Δεν ήταν κάποια ταινία η αιτία που έγινα κινηματογραφιστής, μα μια γενικότερη αγάπη προς το αυτό το μέσο έκφρασης. Τις ταινίες που λάτρεψα, δε δοκίμασα να τις μιμηθώ. Όταν ήμουν 13 ετών είδα το JESUS CHRIST SUPERSTAR του Norman Jewison, ενός αγαπημένου σκηνοθέτη. Μ’ έχει σημαδέψει στις αναζητήσεις μου αυτή η ταινία.

Αλλά μια ταινία, την έχω ζηλέψει. Θα ‘θελα να ‘μουν τόσο ικανό μυαλό, να την είχα κάνει. Δεν ήμουν για τόσο μεγάλο δρόμο, όπως φάνηκε όμως, κι ήταν ο Andrzej Zulawski, που έκανε τη ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ (POSSESION), την κατά τη γνώμη μου αρτιότερη από πάσης απόψεως ταινία από καταβολής κινηματογράφου.

Σε ποιο στάδιο της δημιουργίας μιας ταινίας αισθάνεσαι πλήρης; Στη σύλληψη της ιδέας, στο τέλος της συγγραφής του σεναρίου , όταν βρεις cast, συνεργείο ,στο τέλος του πρώτου γυρίσματος, στο τέλος του μοντάζ, στη διανομή;

Μια ταινία απαιτεί διαρκή επαγρύπνηση σε όλα τα στάδια, μέχρι να βγει η κόπια. Από κει και πέρα ξεφεύγει από σένα κι αρχίζει το ταξίδι της. Μέχρι τότε όμως είναι η αποκλειστική ερωμένη, απαιτεί να’ ναι μόνο εκείνη στο μυαλό και τη ζωή σου.

Θεατρική παράσταση “Τριανδρία”- Θέατρο ΛΥΧΝΟΣ

Αυτή την περίοδο συμμετέχεις και σε μια θεατρική παράσταση. Η «Τριανδρία» που κάνει πρεμιέρα στο «ΛΥΧΝΟ» στις 18 Νοέμβρη, στις 21.00. Μίλησε μας για αυτή.

Η Γεωργία Δρακάκη, μια νεαρή και δραστήρια συγγραφέας, έγραψε ένα κείμενο πολύ ενδιαφέρον κι ευτύχησε να το δει να σκηνοθετείται από τον Κώστα Δράκο. Όταν Δράκος και Δρακάκη συμπέσουν, είναι λογικό να’ χει και τον ‘Αη Γιώργη της η υπόθεση, που ενσαρκώνεται από τον Ιερό Γιάννη Κωσταρά. Αγνός κι αθώος εν μέσω παρακμής ο Κωνσταντίνος Μακριδάκης ως Γεωργός, ένας Δαιμόνιος, όπως ο υποφαινόμενος και το βασικό ρόλο κρατά με ένα προσωπικό ρεσιτάλ η Κωνσταντίνα Σιλεβρή. Σε ένα χώρο πολύ όμορφο, φτιαγμένο με μεράκι από θεατρίνους, για θέατρο. Στο Λύχνο.

Η συγγραφική σου δραστηριότητα γέννησε ένα παιδί «Αγνώστου μητρός». Πες μας δυο λόγια για το βιβλίο σου.

Αγνώστου Μητρός- Ανδρέας Ι. Μαριανός

Στον “αυλητή”, στου Ψυρρή, παρουσιάζεται στις 30/11 το πρώτο μου βιβλίο “Αγνώστου μητρός”. Έχει κυκλοφορήσει δυο χρόνια, αλλά δεν ευτύχησε παρουσίασης. Η νέα εκδότρια (comic on) απεφάσισε να το παρουσιάσει επίσημα στο κοινό. Δε γνωρίζω αν θα μπει στον κόπο κάποιος κριτικός να ασχοληθεί, μιας και δεν ερχόμαστε συστημένοι. Το δεύτερο βιβλίο, “ο Νέος Θεός”, ετοιμάζει την επανέκδοση του.

Παρά ταύτα, θα συμφωνήσω με τη διαπίστωση, ότι ο κόσμος δε διαβάζει, ακόμα κι αν αγοράζει. Δεν αποκωδικοποίησα ακόμα γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά έχω συναντήσει ανθρώπους που απέκτησαν κάποιο βιβλίο, το έχουν στη βιβλιοθήκη τους, μα τι λέει μέσα δε γνωρίζουν. Ενίοτε δε μπήκαν ούτε στον κόπο να το φυλλομετρήσουν απλώς. Είναι μια καθημερινή έκπληξη, μα αρχίζεις να δέχεσαι κάποιους από τους υπάρχοντες νόμους για να μην εμφανίζεσαι εκκεντρικός σε όλα.

Σχόλια

Exit mobile version