‘Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φανταστούμε κιόλας πως θα πετάξουμε, Άφησε με να’ρθω μαζί σου.’
Νόμιζα πως θα έμενα για πάντα εδώ. Στο ίδιο μέρος, με τους ίδιους ανθρώπους, με τις ίδιες καταστάσεις. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως υπάρχει ένας άλλος κόσμος πέρα απ’ τον ορίζοντα. Δεν μπορούσα να φανταστώ πως θα μπορούσα να πετάξω και να γευτώ την ελευθερία. Ίσως απλώς χρειαζόμουν λίγη βοήθεια για ν’ ανοίξω τα φτερά μου. Απόψε θ’ αφεθώ χωρίς δεύτερη σκέψη και θα πετάξω. Άφησέ με να έρθω μαζί σου…
‘Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με να’ρθω μαζί σου.
Περιπλανήθηκα πολλές μέρες και πολλές νύχτες μόνος μου. Και το προτιμούσα. Δεν ήθελα ανθρώπινη συντροφιά. Νόμιζα πως δεν τη χρειαζόμουν. ‘Το τέλος της μέρας μας βρίσκει μόνους’, αυτό σκεφτόμουν συνεχώς, αυτό είχα σαν ρητό μου. Όμως, κάτι άρχισε να αλλάζει μέσα μου, και αυτή η τάση να κλείνομαι στον εαυτό μου και να πορεύομαι μοναχός μου δεν οδηγεί πλέον πουθενά. Απόψε δεν θα μείνω μόνος μου. Άφησέ με να έρθω μαζί σου…
‘Τούτο το σπίτι, παρ όλους τους νεκρούς του, δεν εννοεί να πεθάνει.
Επιμένει να ζει με τους νεκρούς του
να ζει απ’ τους νεκρούς του
να ζει απ’ τη βεβαιότητα του θανάτου του
και να νοικοκυρεύει ακόμη τους νεκρούς του σ’ ετοιμόρροπα
κρεββάτια και ράφια.
Άφησε με να’ρθω μαζί σου.’
Όλοι έφυγαν. Όλοι. Κι έμεινα μόνο εγώ. Για πόσο ακόμα δεν ξέρω. Το μέρος αυτό δεν μ’ αφήνει να ξεχνάω. Δεν μου το επιτρέπει. Κι εγώ ζω με τη θύμηση αυτών που έφυγαν, με τη θύμηση που με στοιχειώνει σαν κακός εφιάλτης που δεν λέει να φύγει. Απόψε δεν θα δεχτώ τίποτα λιγότερο από ένα χαρούμενο όνειρο. Άφησέ με να έρθω μαζί σου…
‘[…].ή ψήνω έναν καφέ, και, πάντα αφηρημένη,
ξεχνιέμαι κ ετοιμάζω δυο ποιος να τον πιει τον άλλον; –
αστείο αλήθεια, τον αφήνω στο περβάζι να κρυώνει
ή κάποτε πίνω και τον δεύτερο,[…] Άφησέ με να’ ρθω μαζί σου.’
Αποπροσανατολισμένος πολλές φορές, αισθάνομαι πως ζω σε μια άλλη πραγματικότητα. Ξεχνιέμαι, και πάω να μιλήσω σε κάποιον, αλλά την επόμενη στιγμή συνειδητοποιώ πως είμαι μόνος μου. Εδώ και καιρό. Και δεν υπάρχει κανείς να μιλήσω και να μοιραστώ τις απλές καθημερινές συνήθειες. Τον πρωινό καφέ τον πίνω καθισμένος στο περβάζι χωρίς να έχω κάποιον για συντροφιά, και όταν βλέπω κάποια κωμωδία στην τηλεόραση δεν έχω κάποιον να σχολιάσουμε και να γελάσουμε μαζί. Απόψε, όμως, θα ξεφύγω απ’ την ανία της μοναξιάς. Άφησέ με να έρθω μαζί σου…