Όταν πας να δεις ένα βιογραφικό φιλμ – πόσο μάλλον όταν γνωρίζεις την ιστορία του ανθρώπου που παρουσιάζεται – είσαι λίγο πολύ υποψιασμένος. Περιμένεις κάτι να σε κρατήσει, να σου δώσει κίνητρο για να μην κλαις τα λεφτά σου την ώρα που βρίσκεσαι στη σκοτεινή αίθουσα. Αυτό το κάτι, δυστυχώς ή ευτυχώς, το βρήκα στα πρόσωπα που ήταν μπροστά και όχι πίσω απ΄την κάμερα. Όσο κλισέ κι αν σου φανεί ότι διαβάσεις παρακάτω, είναι η δικιά μου υποκειμενικότατη αλήθεια και η αλήθεια αυτή έχει το ονοματεπώνυμο του Benedict Cumberbatch.
To “Imitation Game” μας αφηγείται την ζωή και το έργο του αδικημένου απ΄την κοινωνία στην οποία έζησε μαθηματικού Alan Turing. Ο Τuring την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου θα αναλάβει να σπάσει τον κώδικα Enigma, τον βασικό δίαυλο επικοινωνίας των Ναζί, ως μία μέθοδο να κατορθώσουν οι Σύμμαχοι να γνωρίζουν κάθε τους κίνηση. Μέσα από αντιξοότητες θα παλέψει για την επιστήμη και την αξιοπρέπειά του, έχοντας σε μεγαλύτερη υπόληψη την πρώτη, για να του στερήσουν τελικά και τα δύο οι νόμοι και τα “πρέπει” μιας αναχρονιστικής Βρετανίας.
Το φιλμ ξεκινά ταξιδεύοντας μας επτά χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Το σπίτι του Alan Turing έχει δεχτεί διάρρηξη κι όταν οι αστυνομικοί φθάνουν στο σπίτι του για να δουν τι συνέβη, ένας εξ αυτών βρίσκει την συμπεριφορά του μεγάλου επιστήμονα ολίγον τι ύποπτη. Σαν κάτι να κρύβει. Έτσι σταδιακά μας ξεδιπλώνεται η ιστορία του, γυρνώντας μας πάλι λίγο πίσω,απ΄την στιγμή που εντάχθηκε στην αντικατασκοπεία της Μ. Βρετανίας με σκοπό να δημιουργήσει έναν υπερ-υπολογιστή με μια ομάδα που άλλοι του πλάσαραν κι εκείνος καθόλου δεν επιθυμούσε. Ο Turing θα επιχειρήσει να συνεργαστεί με άλλους ανθρώπους παρά την θέλησή του, ανθρώπους που θα του θυμήσουν χωρίς και οι ίδιοι να το σκόπευαν πόσο μόνος είναι. Κάπου εκεί, στην τριβή του με τον έξω κόσμο, θα φανεί πως ανέκαθεν έκρυβε κάτι μέσα του.
Αυτό που κρύβει όμως, δεν είναι πολεμικής ή κρατικής σημασίας. Απλώς, κρύβει την σεξουαλική του ταυτότητα. Η ομοφυλοφιλία τα χρόνια εκείνα δεν ήταν απλά ένα ταμπού. Ήταν ποινικό αδίκημα. O σκηνοθέτης Morten Tyldum επιλέγει να διηγηθεί την ιστορία σε μια ζυγαριά που όλο και περισσότερο γέρνει προς τον άνθρωπο. Ο Turing παλεύει με όλη του την δύναμη να πετύχει το σκοπό του και να φτιάξει τον υπολογιστή που θα μιμείται την ανθρώπινη σκέψη και εν τέλει θα την υπερκεράσει. Παρουσιάζει ως αιτία της ύπαρξής του την επιστήμη του και η μεγαλοφυία του τον οδηγεί αναπόφευκτα σε μονοπάτια δύσβατα για τους πολλούς.
Όμως αυτό που πραγματικά αγωνίζεται να ξεχρεώσει είναι το κενό μέσα του.
Κάπου εδώ, ήρθε η ώρα να αποκαλέσω συγκλονιστικό τον Benedict Cumberbatch. Όχι δεν είναι η πιο γκράντε ερμηνεία που έχουμε δει. Και όχι δεν υπάρχει κάποιος τεράστιος μονόλογος στον οποίο θα είχε την ευκαιρία να ξεδιπλώσει όλο το υποκριτικό του ταλέντο σε μια σκηνή – κάτι που πλέον πιστεύω ότι θα ‘ταν εύκολη δουλειά για εκείνον. Παρ΄όλα αυτά, μας προσφέρει μια ερμηνεία εξαιρετικά ισορροπημένη, γεμάτη ήθος και σεβασμό για τον ρόλο, με όλες τις εκφάνσεις και τα σκαμπανεβάσματα που μπορεί να εμφανίσει η ιδιοσυγκρασία ενός τόσο σπουδαίου άντρα όπως ήταν ο Alan Turing. Δεν υπερβάλλει, δεν φωνάζει “εγώ”, δεν αφήνει σπιθαμή μυός στο πρόσωπό του να περάσει ανεκμετάλλευτη. Απλά εξαιρετικός μες στη μετριοπάθειά του, μ’ έκανε να τον σεβαστώ και να αντιληφθώ μια ψυχή τόσο σύνθετη. Του αξίζουν αν όχι το Όσκαρ, τότε πολλά μπράβο (γιατί το Όσκαρ δεν μου είναι και εύκαιρο).
Εξαιρετική και η παρουσία των ηθοποιών που ανέλαβαν τους συμπρωταγωνιστικούς ρόλους όπως η Keira Knightley, σε μία απ΄τις πιο αξιοσέβαστες ερμηνείες της καριέρας της, ο πάντοτε “κομψός” Mark Stong και η προσωπική μου συμπάθεια στο συγκεκριμένο φιλμ ο Matthew Goode. Ειδική μνεία θα κάνω στον πιτσιρικά Alex Lawther ο οποίος υποδύεται τον Turing σε νεαρή ηλικία και αν κι έχει ελάχιστες σκηνές, αντικατοπτρίζει με επιτυχία την αμηχανία ενός παιδιού που προστατεύει το μυστικό του από το σχολικό περιβάλλον μόνο και μόνο επειδή είναι διαφορετικός, για να κλειστεί τελικά εντελώς στον εαυτό του βιώνοντας τα πάντα στο “κουτί” του.
Το μοναδικό στραβοπάτημα, το οποίο με εμποδίζει να μιλάω για τελειότητα, είναι η εμμονή της ταινίας να προσπαθεί να σου εξηγεί μονίμως τι συμβαίνει. Σαν έναν φόβο πως δεν θα καταλάβουμε την πλοκή ή τον προβληματισμό, σαν να μην υπήρχαν ήδη ενδείξεις ότι, “τώρα ο Turing γίνεται ιδιότροπος με τους γύρω του”, “τώρα νιώθει διαφορετικός”, “τώρα θέλει να καταφέρει κάτι”. Δεν λέω ότι αυτό καταστρέφει την ταινία, αλλά καλό θα ήταν να μίλαγε λίγο λιγότερο. Αυτό μόνο και τίποτε άλλο.
Εν ολίγοις εκείνος που αφηγήθηκε καλύτερα την ιστορία του Turing απ΄ όλους ήταν ο ίδιος ο Cumberbatch όσο κι αν αυτό ξενίζει τους σινεφιλ, χωρίς να θέλω να μειώσω την δουλειά του σκηνοθέτη. Και τώρα που το ξανασκέφτομαι δεν μπορούσε να τον προσεγγίσει κι αλλιώς, δηλαδή πιο “φωναχτά”.
Ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας αφανής ήρωας και έτσι αντιμετωπίστηκε απ΄τον Βρετανό ηθοποιό.
‘Ετσι κι αλλιώς είναι γνωστό πως “οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά”.