Site icon Frapress

Μια φορά κι έναν καιρό…

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα παιδί που δεν το άρεσαν τα παραμύθια. Δεν μπορούσε να πιστέψει στη μαγεία τους. Δεν ρωτούσε τους καθρέφτες ποια είναι η ομορφότερη, ούτε χόρευε πριν το ρολόι χτυπήσει δώδεκα. Προτιμούσε να κάθεται μόνο του και λίγο λίγο να χαλάει την μαγική ομίχλη, θυμίζοντας στον εαυτό του πως όλα αυτά είναι ψέματα, ψέματα, ψέματα. Πάντα καταδίκαζε εκείνους που δίχως δεύτερη σκέψη, έφαγαν λαίμαργα το δηλητηριασμένο μήλο και όλους αυτούς που τρυπήσανε τα δάχτυλά τους στο αδράχτι της αφέλειας. Κάποια στιγμή, το παιδί γέρασε και κουράστηκε. Σκεφτικός ο γέροντας, κάθισε σε μια πέτρα και σκεφτόταν την ζωή του, που πέρασε από τα μάτια του χωρίς να καταλάβει το πώς. Ένα πουλί κάθισε στον ώμο του και του ψιθύρισε: «Και ζήσανε αυτοί καλά, κι εμείς καλύτερα.»

Ξεχνώ πότε ήταν η τελευταία φορά που έπιασα στα χέρια μου παραμύθι. Πρέπει να ήταν κάποια στιγμή που θα ήθελα να κάνω κάποιο μικρό παιδάκι να κοιμηθεί. Το διάβαζα γρήγορα, χωρίς να προσέχω τα λόγια του, ξεχνώντας πως τα παραμύθια πρέπει να τα διαβάζουμε στα παιδιά για να ξυπνάνε, όχι για να κοιμούνται. Ακόμα, δεν θυμάμαι πότε σταμάτησα εγώ η ίδια να διαβάζω παραμύθια. Πότε είναι εκείνη η ηλικία που η κοινωνία μας αποφασίζει πως είμαστε πια μεγάλοι γι αυτά τα «ψέματα»; Και έρχεται η μαμά, παίρνει από τα χέρια σου το παραμύθι και σου δίνει κάποιο χοντρό, σοβαρό βιβλίο. «Να μάθει το παιδί να διαβάζει και κάτι ουσιαστικό!» λέει όλο καμάρι, που το επτάχρονο παιδί δεν χρειάζεται πια παραμύθια. Δεν τα χρειάζεται; Ποτέ μου δεν γνώρισα άνθρωπο που να μην χρειάζεται τα παραμύθια, κάποιοι έπεισαν τους εαυτούς τους πως έτσι ήταν, μα έκαναν λάθος. Και ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί οι μεγάλοι τα φοβούνται τόσο. Ο κόσμος δεν θυμάται πια να διηγηθεί παραμύθια. Χαθήκανε εκείνες οι γιαγιάδες που μπορούσαν να σκαρφιστούν τις πιο απίθανες ιστορίες. Ίσως γιατί έπαψαν πια να πιστεύουν σε αυτές. Και τα παιδιά μεγαλώνουν αλλιώς, μεγαλώνουν για να γίνουν δυστυχισμένα.

Αν είχα μια ευχή, αυτή θα ήταν να μπορούσα να ξυπνήσω μέσα σε ένα παραμύθι. Εκεί που όλα είναι απλά. Ο κακός είναι κακός και ο καλός είναι καλός. Ο κακός θα έχει μια στιγμή κυριαρχίας, αλλά το καλό θα νικήσει πάντα στο τέλος. Τον κακό τον καταλαβαίνεις από την αρχή, δεν είναι έντεχνα κρυμμένος πίσω από χειρονομίες και ψέματα, όπως γίνεται στον δικό μας κόσμο, τον κόσμο που άδειασε από παραμύθια. Αλήθεια, τι παθαίνουν όλα εκείνα τα μικρά κορίτσια που θέλουν να γίνουν πριγκίπισσες όταν μεγαλώσουν; Αλήθεια, το πέτυχε καμιά τους ή ξελογιάστηκαν όλες από τους καιρούς μας και αντί για το λαμπρό παλάτι τους βάλανε στόχο την Ιατρική και τη Νομική Σχολή; Και όλα εκείνα τα αγόρια που ονειρεύονταν κάστρα και πανοπλίες, τι απέγιναν; Από τα άγρια άλογα που ήθελαν να δαμάσουν, βολεύτηκαν στο Τσιουάουα που πήραν για δώρο γενεθλίων. Τόσο καλά τα καταφέρανε να ξεχάσουμε τις μεγάλες αλήθειες που λέει η παιδική αφέλεια.

 

Τελειώνω τον –παράλογο- παραμυθομονόλογό μου με μια υπόσχεση στον εαυτό μου. Να με αφήνω λίγο πιο συχνά να χάνομαι στον κόσμο που μου στέρησαν, που χωρίς να το καταλάβω μου έκλεψαν. Μόνο έτσι μπορεί και η δική μου ιστορία να τελειώσει κάποτε με το «…έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.»

Σχόλια

Exit mobile version