Καθώς πήγαινα σπίτι μια ημέρα,
ένα περίεργο ανεκλάλητο τιτίβισμα διαπέρασε τα αυτιά μου και επιτάχυνε την καρδιά μου;
Μια γαλάζια χρυσαλίδα, μια φτερωτή Νηρηίδα συνάντησε την ίριδα του ματιού μου;
Ένα πανέμορφο μικρό πουλί φορώντας τα εντυπωσιακά χρώματα ωσάν παγώνι δρασκέλιζε με ταχύτητα σφαίρας τον αιθέρα;
Μια γαλαζόχρυση μυθική οπτασία με το όνομα “αλκυόνη”,
κλόνισε την φαντασία μου;
Μνεία μυθολογικής σημασίας διάβασα εψές πως αποδοθεί στην Αλκυόνη,
για την εξιλέωση του τιμωρού Ολυμπίου Διός που στα χέρια του τον άντρα της Κύηκα στην άγρια θάλασσα σκοτώνει;
Με τραγική οιμωγή μόνη της ρίχνεται στα απόκρημνα βράχια,
όμως ο Δίας γλήγορα τον σωρό της σε πτερωτή όαση μεταμορφώνει;
Ο Δίας διέταξε τον θεό ήλιο να ζεσταίνει την Αλκυόνη, μέχρι την επώαση των αυγών που τον Ιανουάριο ζυγώνει;
Και έτσι η Νέμεσις του Κύηκα έφερε την γέννηση του Κήρυκα Αλκυόνη, που με ευχάριστα πλέον άσματα τη γέννηση των θερμών χειμερινών της παιδιών αναγγέλλει;
Τριγυρνάει τις ζεστές ημέρες σε βραχώδεις παράκτιες λιμνοθάλασσες , ψάχνοντας κατάλληλους βράχους για να γεννήσει επάνω σε αυτά τα αυγά της;
Και τώρα τελειώνοντας, θυμάμαι πως η ημέρα εκείνη ενώ ήταν χειμερινή η ζέστη ήταν ακόμη σθεναρή.
Η μάλλον καλύτερα ήταν μια από τις“αλκυονίδες μέρες “, αφού μέχρι και σήμερα οι ναυτικοί και οι ρομαντικοί αποτίουν τιμή στην Αλκυόνη, αποκαλώντας τις ζεστές ημέρες του Γενάρη “Αλκυονίδες μέρες “.
Της Μαρίας Νικολέτας Σουλούνια