Όπως πολύ σωστά έχει λεχθεί, ούτε η ευτυχία ούτε η δυστυχία είναι μόνιμες καταστάσεις στη ζωή μας. Όταν έρχονται οι δύσκολες στιγμές όμως, πώς τις αντιμετωπίζουμε;
Υπάρχουν φορές, μέσα στην καθημερινότητα του καθενός, κατά τη διάρκεια των οποίων νιώθει πραγματικά ευτυχισμένος. Αν όχι ευτυχισμένος, σίγουρος πως η πορεία του σχηματίζεται σωστά, κι αυτό προσφέρει δύναμη για περαιτέρω εξέλιξη. Υπάρχουν όμως και φορές που τα πράγματα δεν πηγαίνουν τόσο καλά, είτε εξαιτίας πραγμάτων που εμείς οι ίδιοι προκαλέσαμε, είτε όχι. Φορές που όλα πάνε στραβά, που νιώθει κάποιος ότι βρίσκεται σε αδιέξοδο, ότι η πορεία του δεν είναι αυτή που ίσως επιθυμούσε, που νιώθει πως δεν εκμεταλλεύεται σωστά το χρόνο του, που προβληματίζεται.
Ειλικρινά, ο χρόνος περνάει βασανιστικά γρήγορα. Βλέποντας αυτή την ταχύτητα, πολλές φορές προβληματιζόμαστε, μας κυριεύει το άγχος. Σκεφτόμαστε «τι θα κάνω», «έχω κάνει τις σωστές επιλογές»; Όντας εγκλωβισμένος σε μια καθημερινότητα που περνά με ταχύτατους ρυθμούς, που δεν έχεις καταλάβει καλά καλά πότε έφτασε μέρα και πότε νύχτα, συνειδητοποιείς ότι ίσως δεν έχεις αφιερώσει όσο χρόνο στον εαυτό σου θα έπρεπε.
Πως μάλλον καθημερινά τρέχεις να προλάβεις την κάθε υποχρέωση που σε καλεί η κοινωνία να τελειώσεις και να φέρεις εις πέρας, αγνοώντας την ανήσυχη και ανικανοποίητη ψυχή που ψιθυρίζει μέσα σου να κάνεις κάτι διαφορετικό. Παγιδευμένος μέσα σε μια αναπόδραστη ρουτίνα, είναι πλέον δύσκολο να σκεφτείς διαφορετικά.
Και πώς να σκεφτείς διαφορετικά, θα μου πεις, όταν μέρα με τη μέρα ο φόρτος της εργασίας, οι προσδοκίες, οι απαιτήσεις, διογκώνονται όλο και περισσότερο;
Πόσο χρόνο έχει, μέσα σε αυτό το πρόγραμμα, να αφιερώσει ο καθένας στον εαυτό του;
Να σκεφτεί πραγματικά, τι ή ποιος τον γεμίζει, αν η δουλειά του είναι αυτό που πραγματικά επιθυμεί, ποιοι άνθρωποι αξίζουν να βρίσκονται στη ζωή του και ποιοι ίσως πρέπει να απομακρυνθούν;
Γιατί σε κάτι τέτοιες καταστάσεις, στην πιο απαιτητική καθημερινότητα, οφείλουμε να βρίσκουμε χρόνο, ώστε να σκεφτόμαστε. Να αναλογιζόμαστε γιατί όλα πάνε στραβά; Τι μας ταιριάζει τελικά, τι όχι, τι θα θέλαμε να αλλάξουμε. Η απραξία δεν απέδωσε και δεν θα αποδώσει ποτέ, το ίδιο και η συγκατάβαση.
Οφείλουμε, πρώτα απ’ όλα σε εμάς τους ίδιους και ύστερα στα άτομα που μας περιβάλλουν και νοιάζονται για εμάς, να είμαστε ειλικρινείς και να προσπαθούμε να βρούμε την αιτία και τη λύση των προβλημάτων μας. Είτε αυτά οφείλονται σε εργασιακά ζητήματα, είτε σε προσωπικά.
Αν δεν είμαστε σίγουροι για κάποια εργασιακή μας επιλογή, οφείλουμε να σκεφτούμε ποιος είναι ο λόγος που αισθανόμαστε έτσι και τι θα ήταν πιο παραγωγικό να κάνουμε για να ανακτήσουμε τη χαμένη μας αυτοπεποίθηση. Μπορούμε να μιλήσουμε σε κάποιον υπεύθυνο γι’ αυτό που μας απασχολεί; Αν ναι καλώς…
Αν όχι, γιατί δυστυχώς στις περισσότερες δουλειές το να μιλήσεις ανοιχτά γι’αυτό που σε προβληματίζει μπορεί να παρεξηγηθεί πολύ εύκολα και να θεωρηθεί ως κατάφωρη αδυναμία, τότε ίσως ήρθε η στιγμή να αναρωτηθούμε αν αυτή η δουλειά μας γεμίζει πραγματικά και η προσωπική εξέλιξη που προσφέρει είναι μεγαλύτερη από τα προβλήματα που προκύπτουν κατά διαστήματα.
Γιατί όταν είσαι νέος και βρίσκεις μια δουλειά, αναλογιζόμενος τα τεράστια ποσοστά ανεργίας που υφίστανται στην Ελλάδα του σήμερα, νιώθεις περήφανος. Περήφανος που σε τόσο μικρή ηλικία κατάφερες κάτι για το οποίο πολλοί ακόμα προσπαθούν. Αλλά ο ενθουσιασμός αυτός που απορρέει από τη δουλειά αυτή ίσως σε βάζει στη διαδικασία να τα βλέπεις όλα ειδυλλιακά, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι.
Απλά ο ενθουσιασμός και η ανάγκη του να νιώθει κανείς παραγωγικός υπερτερεί από τη συναισθηματική ικανοποίηση.
Όμως, από τη στιγμή που βιώνει κάποιος την αίσθηση ότι δε μπορεί να βρει το δίκιο του, ότι δεν είναι αρκετός, ότι προσβάλλεται η προσωπικότητά του, οφείλει να το επεξεργαστεί και να πάρει συνειδητά μια απόφαση.
Να συνεχίσει, με μεγάλο προσωπικό και συναισθηματικό κόστος, ή να βάλει στόχο να αναζητήσει κάτι καλύτερο.
Γιατί αν βιώνει μια μόνιμη αρνητικότητα στο εργασιακό του περιβάλλον και την παραβλέπει συνειδητά, τότε απλά τοποθετείται αυτόματα και αναπόδραστα στη θέση του «έρμαιου» του κάθε υπεύθυνου που αναζητά να αντλήσει από αυτόν ό,τι αποθέματα, σωματικά ή ψυχολογικά, διαθέτει. Κι έτσι, γυρνάμε πάλι στη συγκατάβαση.
Στο ζήτημα των ορθών επιλογών όσον αφορά τα άτομα που έχουμε επιλέξει να βρίσκονται στο πλευρό μας, τα πράγματα περιπλέκονται. Και περιπλέκονται γιατί, σε αυτό το κομμάτι, το συναίσθημα κυριαρχεί σε πολύ ισχυρότερο βαθμό.
Στην περίπτωση, όμως, που κάποιος κοντινός σου άνθρωπος φέρθηκε άδικα, εγωιστικά και μικρόψυχα εις βάρος σου, το να τον δικαιολογήσεις δεν θεωρείται λύση. Γιατί για να το έκανε σε σένα, το έχει κάνει στο παρελθόν και τίποτα δεν τον εμποδίζει να το επαναλάβει.
Σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις οφείλεις να θυμηθείς πως σου φέρθηκε ανέντιμα όχι με βάση τις πράξεις σου απέναντί του, αλλά με βάση τα εσωτερικά κίνητρά του. Μπορεί να είναι κάτι που κουβαλάει μέσα του, όπως κόμπλεξ, ανασφάλειες και πολλά άλλα.
Συνήθως μια κακή κι άδικη συμπεριφορά έχει τις ρίζες της αρκετά μακριά, δεν έχει να κάνει με εσένα. Και με το να αναλύουμε τις συμπεριφορές τους και να προσπαθούμε διαρκώς να δίνουμε ελαφρυντικά και να δικαιολογούμε, απλώς υποτιμάμε τον ίδιο μας τον εαυτό.
Όσοι έχουν πραγματικά θέση στη ζωή μας, το αποδεικνύουν, όσοι δεν είχαν ποτέ, τους αφήνουμε να πάρουν το δρόμο τους, ελπίζοντας, όχι από κακία, αλλά από κάποια ανάγκη για δικαιοσύνη, να το βρουν μπροστά τους.
Εσύ φέρθηκες καλά και νοιάστηκες, είχες ξεκάθαρες κι αθώες προθέσεις. Αν ο άλλος δεν το εκτίμησε, τι να κάνεις; Μη μετανιώνεις ποτέ για ό,τι καλό έδωσες, μόνο υπέρ σου μπορεί να εκτιμηθεί, αργά ή γρήγορα.
Κάθε άνθρωπος, πάντα θα κρίνει τον εαυτό του πολύ αυστηρά. Για κάθε λάθος, θα κατηγορεί τον εαυτό του και θα παίρνει το οτιδήποτε άκρως συναισθηματικά. Όμως, δεν είναι λύση το να βάζουμε κάθε φορά την ψυχή μας στο στόχαστρο.
Οφείλουμε να αναγνωρίζουμε τις επιτυχίες μας και να επιβραβεύουμε τον εαυτό μας για την προσπάθεια και την επιμονή που καταβάλλουμε καθημερινά.
Και τα λάθη γίνονται, αλλά μόνο αν τα αναγνωρίσουμε και προσπαθήσουμε να τα διορθώσουμε, αντί να τιμωρούμε διαρκώς τον εαυτό μας σκεπτόμενοι αυτά, εσωτερικεύοντάς τα, θα καταφέρουμε να εξελιχθούμε.
Ήρθε η στιγμή, λοιπόν, να πάρουμε μια απόφαση, ρίσκο, όπως θες πες το. Να σταματήσουμε να ανεχόμαστε και να δικαιολογούμε τα πάντα. Να υψώσουμε ανάστημα και να διεκδικήσουμε αυτά που πραγματικά μας αξίζουν!
Τίποτα λιγότερο.