Αγκαλιά, φιλί και… κάποιος επιβιβάστηκε. Η ταχύτητα του οχήματος άρχισε να επιταχύνει και η βουή της μηχανής, ακούστηκε σαν το θρόισμα των φύλλων σε μια εποχή- εκείνη, που πέφτουν από τα κλαδιά των δέντρων. Έτσι άλλωστε αλλάζουν οι εποχές, από στιγμή σε στιγμή!
Αυτό το άρθρο έρχεται να διαπραγματευεί ένα κεφάλαιο της ζωής μας μέσα από μια σειρά φωτογραφιών που άλλες είναι γνωστές μέσα από την αρχική τους μορφή- την φωτογραφία- και άλλες όχι τόσο γνωστές, που πιθανά να πυροδότησαν μιαν άλλη μορφή τέχνης…
Θα περπατήσουμε σε σταθμούς τραίνων, σε λιμάνια και σε αεροδρόμια και αυτό γιατί θα αποπειραθούμενα προσδιορίσουμε το αντίο αποδίδοντάς του… μια φωτογραφία!
Σε αυτά τα μέρη, συνήθως, έρχεται ένας επίμαχος αποχαιρετισμός και δεν κρίνουμε ότι υπάρχει πιο σωστό μέρος για να την αναζητήσουμε απο αυτά…
Θα έλεγε κανείς, πως όλες αυτές οι (προ)ειδοποιήσεις, στα τραίνα για παράδειγμα, για τα κενά μεταξύ των συρμών και της αποβάθρας, δεν είναι άλλο από ένα νοητό σύνορο, ένας διαχωρισμός που φέρνει τον αποχαιρετισμό πριν τελικά έρθει.
Ίσως και οι πλανόδιοι μουσικοί στις αποβάθρες, αποτελούν και αυτοί μια σύμπραξη της στιγμής, μια μελωδία που ζητά στίχους από την ιστορία σου…
[…]
Κι ἂν κρατηθήκαμε ἀπὸ λαγόνια κι ἂν ἀγκαλιάσαμε
μ᾿ ὅλη τὴ δύναμή μας ἄλλους αὐχένες
κι ἂν σμίξαμε τὴν ἀνάσα μας μὲ τὴν ἀνάσα
ἐκείνου τοῦ ἀνθρώπου
κι ἂν κλείσαμε τὰ μάτια μας, δὲν ἦταν ἄλλη
μονάχα αὐτός ὁ βαθύτερος καημός νὰ κρατηθοῦμε
μέσα στὴ φυγή
Γιῶργος Σεφέρης/ Φυγή
Στην λίστα φωτογραφιών προς παρουσίαση, έχουμε καθε λογής ανθρώπους να αποχωρίζονται αγαπημένα τους πρόσωπα, να ξεχειλώνουν τα σώματά τους για ένα φιλί, μια αγκαλιά και μια κουβέντα…
Ὁ ἐπίλογος
Κι ἂν ἔφτασα τόσο μακριά, ἦταν γιὰ νὰ μὴν ἀκούσω ποὺ δὲ μοῦ ἀποκρίθηκαν
κι ἄχ, πλανήθηκα πολὺ σὲ δρόμους, ἀκολουθώντας τοῦτο ἡ ἐκεῖνο, κληρονόμος μιᾶς ἀνεξήγητης ὥρας: τότε ποὺ ὅλα θὰ ἐξηγηθοῦν,
Στο σημείο αυτό, ας γνωρίσουμε ένα σχεδόν κινηματογραφικό φωτογράφο οποίος συνδυάζει την κινητικότητα της στιγμής στη βάση μιας ανθρώπινης περιπλάνησης, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Ο εν ονόματι Thomas Zanon-Larcher, φαίνεται να είναι γοητευμένος από τις μικρές στιγμές φόβου, διαφυγής και παραβατικότητας καθώς αντιλαμβάνεται πως το μέγεθος της ουσίας είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από την διάρκεια της ίδιας της στιγμής, και προσπαθησε, όπως θα δούμε πιο κάτω, να αρπάξει την (απ)ουσία στο δικό του πλαίσιο.
Οι πρωταγωνιστές του στέκουν σιωπηλοί ή σε στιγμαία φυγή και σχεδόν πάντα θυμίζουν μια καλογυρισμένη ταινία μέσα στους σταθμούς… της ίδιας τους της ζωής!
[…]
Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι να ᾿χει καρδιά.
Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.
[… ]
Θὰ θυμᾶμαι πάντα τὰ μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
Και αν το αντίο δεν έχει εικόνα, τότε είναι γιατί υπάρχουν και κάποια που δεν έλαβαν ποτέ μέρος σε κάποιο χώρο, αλλά εκεί, στα τραίνα, στα λιμάνια και σε δρόμους που συγκλίνουν και δεν αποκλίνουν, αναζητήθηκαν οι απαντήσεις τους…
Σαν ένα αιώνιο παιδί θα περπατώ πάνω στις ράγες μιας αποβάθρας και θα σταματώ