Όταν η τέχνη του Λόγου συναντά την τέχνη της Φωτογραφίας.
1. Όμορφη βραδιά – Σταύρος Γεννίτσαρης
Όμορφη είναι απόψε η βραδιά.
Μα εσύ λείπεις.
Άραγε που να ‘σαι;
Όμορφο είναι και απόψε το φεγγάρι.
Πανσέληνος είναι.
Μα είναι θλιμμένη αγάπη μου.
Πάντα ήταν θλιμμένη.
Δάκρυζε.
Πάντα.
Από τότε που το θυμάμαι,
το φεγγάρι δακρύζει.
Θαρρείς και με συμπονά.
Τότε γιατί ήξερα ότι υπάρχεις,
αλλά δε σε είχα.
Ποτέ δε σε είχα.
Πριν σε γνωρίσω,
το είχα δει ξανά εκείνο το βλέμμα.
Το σαγηνευτικό.
Το πρόστυχο.
Το μελαγχολικό.
Το ανεύρετο.
Τώρα γιατί είμαι σίγουρος πως υπάρχεις.
Σε έχω αγγίξει.
Σε έχω αγκαλιάσει.
Σε έχω νοιώσει.
Αλλά δε σε έχω.
Δεν υπήρχε τίποτα,
παρά μόνο
εσύ και εγώ.
Μαζί.
Απότομα ξημερώνει.
Ήταν όμορφη η χθεσινή βραδιά.
2. Περιορισμένη ορατότητα – Άρτεμις Κουλουρά
Σώματα συμπιεσμένα
Τοίχοι αόρατοι σε κάθε πλευρά του κεφαλιού
Κοιτάς ευθεία
Περιορισμένη ορατότητα
Πίεση
Περιορισμένη επιλογή
Αδιέξοδο
Προκαθορισμένα όρια
Ακολουθείς.
Συμβάντα που απλώς μαθαίνεις τυχαία
Ιστορίες που εκτυλίσσονται μακριά σου
αλλά τόσο κοντά σου
Ιστορίες ανθρώπων που δεν θα ήθελες να τις νιώσεις
και γι’ αυτό τις απωθείς.
Παρατηρείς.
Πρόσωπα αγέλαστα τα πρωινά
Αρχή της ημέρας σκυθρωπή
κατεβασμένα βλέμματα
μια καμπύλη προς τα κάτω η γραμμή του στόματος
τρέχουν να προλάβουνε το χρόνο
Συλλογιέσαι
τι αλλάζει, τι μένει ίδιο
Πάντα έτσι ήταν
κάποιοι σκυθρωποί, κάποιοι αδιάφοροι
Κάποιοι παρατηρούν
Κάποιοι πράττουν.
3. Άτιτλο – Γιάννης Ζαραμπούκας
Γυρνώ στο σπίτι.
Σε ένα σπίτι κρύο κι αδειανό.
Αγέρας ψυχρός φυσά,
η προδοσία σου με μαστιγώνει.
Αναμνήσεις-ίσκιοι
κεντημένοι με σκοτάδι πυκνό,
χορεύουν στους τοίχους
κροταλίζοντας την απουσία σου.
Με βλέμμα σκυφτό, απεγνωσμένο,
με μια υποψία ελπίδας να σιγοκαίει
ψάχνω ανόητα
αναζητώντας
σε κάθε χωρική σπιθαμή κάτι,
κάτι
δικό σου,
έχοντας τη γνώση πως είναι ανώφελο.
Το σπίτι κενό και παγωμένο,
αποστειρωμένο από καθετί που σου σε θυμίζει,
γελά ειρωνικά.
Κι είν’ το γέλιο του καρφί που με ματώνει…