Φωτογραφικό υλικό και συνέντευξη με τους συντελεστές της παράστασης “Στα Σκοτεινά – Making Movies” , που κάνει πρεμιέρα στις 14/12 και σίγουρα πρέπει να συμπεριληφθεί στα μελλοντικά σας σχέδια!
Δεν είναι δράμα, ούτε κωμωδία. Είναι απλά αλήθεια. Μια αλήθεια που μας παρουσιάζεται μάλιστα από δύο πλευρές, για να την δούμε όπως συμβαίνει και στην ζωή… απέξω και από μέσα.
Ένας από τους 4 πρωταγωνιστές, που βρίσκονται καθ’ όλη την διάρκεια της παράστασης στην σκηνή, αρχίζει να μας αφηγείται την ιστορία του, ενώ οι υπόλοιποι συνδράμουν στους βοηθητικούς ρόλους που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της αφήγησης και ο τέταρτος παίρνει μια κάμερα και τραβά. Ό,τι κινηματογραφείται προβάλλεται real time στους θεατές.
4 ηθοποιοί, μία κάμερα και 8 μονόλογοι είναι τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται, λοιπόν, για να μπούμε στον κόσμο 8 διαφορετικών ανθρώπων που μας αφηγούνται σε πρώτο πρόσωπο την δική τους ιστορία. Ιστορίες που στο πρώτο άκουσμα θα σου φανούν σκληρές, ωμές, με χαρακτήρες αρκετά βασανισμένους. Ωστόσο, με μια δεύτερη ματιά δεν αργείς να συνειδητοποιήσεις πως έχουν απλά όση ακριβώς δόση φαντασιακής υπερβολής απαιτείται στα πλαίσια της δραματοποίησης τους και πολύ εύκολα πίσω από τις σκέψεις τους και τις αντιδράσεις τους κρυβόμαστε και εσύ και εγώ.
Ο λόγος για την θεατρική παράσταση “Στα Σκοτεινά-Making Movies”, σε σκηνοθεσία Θοδωρή Βουρνά, που βασισμένη στο έργο “Bedtime Stories” του Γιώργου Ηλιόπουλου επιστρέφει με νέο καστ και νέες αφηγήσεις για 3η σεζόν στον τεχνοχώρο Cartel.
Έναν μήνα σχεδόν πριν από την προγραμματισμένη για τις 14 Δεκεμβρίου πρεμιέρα της παράστασης, μας έβαλαν για τα καλά στο κλίμα της δουλειάς τους, αφού καθίσαμε για 3 ώρες μαζί με τους συντελεστές, παρακολουθώντας την πρόβα τους, βγάζοντας φωτογραφίες και συζητώντας για όσες απορίες μας γεννήθηκαν από όσα είδαμε.
Mε 6 πολυταξιδεμένες σε κινηματογραφικά φεστιβάλ ταινίες μικρού μήκους στο ενεργητικό του και 13 θεατρικές παραστάσεις, ο Θοδωρής Βουρνάς είναι από τους νέους σκηνοθέτες με ισχυρή και σταθερή παρουσία στον χώρο, που μας εκπλήσσει συνεχώς με τον επαγγελματισμό και την εξαιρετικά ενδιαφέρουσα οπτική του.
Ιδού όσα μας είπε για την φετινή δουλειά του!
Για την επιλογή του συγκεκριμένου έργου…
Αγαπάω πάρα πολύ τον Γ.Ηλιόπουλο και σαν άνθρωπο και σαν συγγραφέα και εκτιμώ πάρα πολύ την δουλειά του. Έχω την χαρά να συνεργάζομαι σχεδόν 5 χρόνια μαζί του. Το 2011 στο θέατρο 104 είχα την ευκαιρία να ανεβάσω και ένα άλλο του έργο, το Desperados, ενώ έχω συνεργαστεί, επίσης, μαζί του και σε μία ταινία μικρού μήκους που είχα κάνει «Η μεγάλη κομπίνα», που έπαιζαν ο Γιώργος και ο Παναγιώτης Μπουγιούρης βασισμένη σε ένα θεατρικό μονόπρακτο του Κώστα Μουρσελά.
Γενικά, ο Γιώργος είναι ένας συγγραφέας κι ένας άνθρωπος στον οποίο γυρίζω και ξαναγυρίζω γιατί πάντα βρίσκω σημεία ταύτισης με τα κείμενα του. Είναι καθημερινοί άνθρωποι, οι οποίοι έχουν ιδιαίτερα προβλήματα, αλλά κανένας δεν είναι άνθρωπος που χαρακτηρίζεται από κατάθλιψη. Όλοι είναι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν πάρει τον πόνο τους, το δράμα τους, αυτό το οποίο τους βαραίνει και έχουνε γίνει πολύ ζωντανοί και ειλικρινείς χαρακτήρες, που είναι πάντα μια ενδιαφέρουσα πρόκληση για έναν σκηνοθέτη να τους φέρει στη ζωή.
Για την επιλογή των συγκεκριμένων μονολόγων…
Το κριτήριο είναι για να ανανεώνουμε το έργο και κάθε φορά να το κάνει και πιο επίκαιρο και να δίνει την ευκαιρία στο κοινό που το έχει δει και το έχει αγαπήσει, να έχει έναν λόγο να το ξαναδεί.
Φέτος, είπαμε να κάνουμε ένα μικρό τουίστ και να έχουμε αγόρια, τα οποία θα πούνε μονολόγους που έχουνε γραφτεί για κορίτσια. Οπότε η επιλογή έγινε στο πρώτο μέρος να έχουμε μονολόγους, οι οποίοι τις προηγούμενες δύο χρονιές είχαν παιχτεί από αγόρια και είχανε κάτσει πολύ όμορφα στο κοινό και στο 2ο part να έχουμε μονολόγους που είναι για κορίτσια που θεωρούσα ότι ταιριάζουν στα αγόρια που έχω φέτος και τους δίνουν την ευκαιρία να παίξουν κάτι που είναι πολύ ιδιαίτερο.
Πήραμε το έργο, ξεκινήσαμε και διαβάσαμε διαφορετικούς μονολόγους από το Bedtime Stories και λίγο πολύ είδαμε τι ταίριαζε στον κάθε ηθοποιό, τι τον ενδιέφερε, του άρεσε, τον άγγιζε, τον συγκινούσε περισσότερο, ώστε να μπορούσε κι αυτός να αποδόσει με τον καλύτερο τρόπο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Για το σκηνοθετικό εύρημα προβολής των εικόνων σαν μια κάρτα view master…
Εμείς τα παιδιά της δεκαετίας του 80′ είχαμε ένα παιχνίδι, το view master, το οποίο ήτανε ένα κόκκινο πραγματάκι στο οποίο έβαζες μέσα κάρτες και πήγαινε από εικόνα σε εικόνα. Κάθε φορά άνοιγε σε μια καινούρια εικόνα. Έτσι και “Τα Σκοτεινά” είναι μια σειρά από 8 μονολόγους που κάθε φορά ανοίγουν σε μια νέα σύνθεση του κάδρου που έχουμε από τους ηθοποιούς, που σου δίνουν μια καινούρια εικόνα, η οποία τελικά γίνεται η αφετηρία να αφηγηθούμε μια καινούρια ιστορία.
Γιατί αξίζει να δει κάποιος την παράσταση…
Για να γνωριστεί με 8 ανθρώπους, με 8 διαφορετικούς χαρακτήρες, οι οποίοι έχουν προβλήματα που θα μπορούσαν να είναι οποιουδήποτε παιδιού στην διπλανή πόρτα, προβλήματα που έχουν να κάνουν με ψυχώσεις, με νευρώσεις, με την παιδική τους ηλικία, με την ερωτική τους ζωή, και πολλές φορές έχουν και έναν συντελεστή παράνοιας, αλλά κανένας από αυτούς τους ανθρώπους δεν κουβαλάει θλίψη. Είναι ειλικρινείς άνθρωποι, οι οποίοι έρχονται να διηγηθούν την ιστορία τους έτσι όπως την αισθάνονται μέσα στην ψυχή τους.
Λάζαρος Βαρτάνης, Θανάσης Ισιδώρου, Τάκης Νάτσης, Ευθύμης Γεωργόπουλος
Έχετε ξανασυνεργαστεί με τον Θοδωρή;
Λάζαρος: Εγώ όχι. Η μέχρι τώρα συνεργασία έχει κυλήσει πολύ ωραία -τώρα μπορεί να ακουστεί κάπως που θα πω αλλά αυτό είναι- αλλά είναι ωραία και με τα παιδιά. Το οποίο δεν είναι εύκολο τώρα, 4 άνθρωποι και ένας 5ος, ο σκηνοθέτης, που δεν γνωρίζονται να περνάνε ωραία, να μην μαλώνουν, ξέρεις όλο αυτό. Να μην υπάρχει ανταγωνισμός, εγώ θα πω τόσο, όχι εσύ γιατί να πεις 13 λεπτά κλπ κλπ. Οπότε είναι πολύ ωραία.
Θανάσης: Κι εγώ δεν έχω ξανασυνεργαστεί. Πολύ ωραία είναι για τους ίδιους λόγους και για μένα. Εγώ δεν έχω ξανακάνει μονόλογο, σχεδόν δηλαδή ούτε στη σχολή.
Τάκης: Εγώ έχω ξανασυνεργαστεί τώρα πριν λίγο καιρό. Και ξανασυνεργαστήκαμε και πέρσι σε μια ταινία μικρού μήκους. Ο Θοδωρής δεν είναι γενικά αυστηρός. Είναι δηλαδή εκεί που πρέπει κι όπως πρέπει.
Ευθύμης: Εγώ ναι συνεργάστηκα μαζί του πέρσι στον «Θεατή». Εκεί γνώρισα και τον Τάκη Νάτση, και φέτος στο Cartel. Η συνεργασία είναι άψογη, τηρούνται τα χρονοδιαγράμματα και μπαίνουμε αισίως στον 3ο μήνα πρόβας.
Η αίσθηση του μονολόγου πώς είναι; Έχετε ξανακάνει μονόλογο;
Λάζαρος: Εμένα σ’αυτό το πλαίσιο μου αρέσει πολύ. Νομίζω μονόλογο κανονικό δεν θα ήθελα να κάνω ποτέ, πιστεύω. Αυτή η απέραντη μοναξιά που πας στο θέατρο, είσαι μόνος σου, δεν έχεις τι να πεις με κανέναν, κάθεσαι στο καμαρίνι και βγαίνεις κάπως βαριέμαι λίγο. Προς το παρόν, τι να πω. Μπορεί στα 60 μου να μου την δώσει και να κάνω μονολόγους.
Θανάσης: Εε άλλη διαδικασία είναι. Σε αυτό το πλαίσιο μπορείς να το κάνεις. Δεν ξέρω σε ένα πλαίσιο που θα έμπαινε ένας ηθοποιός μόνος του 2 ώρες στην σκηνή. Αλλά εδώ που είμαστε όλοι, αλληλοστηριζόμαστε κλπ είναι ωραία.
Τάκης: Εγώ δεν έχω ξανακάνει μονόλογο. Άλλο θα ήταν να κρατήσεις τον θεατή μία, μιάμιση ώρα, όσο θα ήταν μια ολόκληρη παράσταση κι άλλο να τον κρατήσεις μεμονωμένα 20λεπτα ή 15λεπτα κλπ. Σίγουρα έχει πολύ μεγάλη δυσκολία γιατί δεν έχεις από πουθενά να πιαστείς. Είσαι μόνος σου. Και βοήθεια να χρειαστείς στηρίζεσαι στον εαυτό σου. Έχει τις δυσκολίες του. Ωστόσο, σε πάρα πολλά σημεία κάθε μονόλογος έχει βοηθητικούς τους υπόλοιπους ηθοποιούς και σαν ρόλους. Οπότε εκεί πέρα παίρνεις μια ανάσα κάθε φορά που νιώθεις κάπως περίεργα. Θα ξανάκανες δηλαδή και μεγαλύτερο μονόλογο; Νομίζω ναι. Είναι μεγάλη πρόκληση ωστόσο, αλλά νομίζω ναι.
Ευθύμης: Αντίστοιχα, ούτε εγώ έχω παίξει μονόλογο. Είναι πάρα πολύ βοηθητικό το ότι υπάρχουν 3 ακόμα άτομα στην σκηνή που μπορεί και να μην παίζουν, αλλά δεν ξέρω ενεργειακά βοηθάνε. Τώρα να παίξω μονόλογο; Δεν ξέρω. Είχα πάντοτε απωθημένο να παίξω την γυναίκα από την Πάτρα, αλλά έχω χρόνια μπροστά μου. Δεν σκέφτομαι για το προσεχές μέλλον κάτι συγκεκριμένο.
Κωμωδία ή δράμα;
Λάζαρος: Κοιτά εμένα μ’αρέσουν όλοι αυτοί οι ρόλοι που κάτι έχουν, έχουν ένα θέμα, οπότε μάλλον δεν μου αρέσουν πολύ οι κωμικοί. Με την έννοια ότι θέλω να έχουν ένα προβληματάκι όλοι. Ξέρεις τώρα, όλοι αυτοί, ο Ριχάρδος, ο Οιδίποδας, ο Τρέπλιεφ (που ντάξει είναι κωμωδία). Αλλά βέβαια και η ταμπέλα κωμωδία-τραγωδία είναι λίγο παλιό μου φαίνεται.
Καλό είναι ότι και στο συγκεκριμένο έργο δεν ήταν αρκετά σαφές. Όποιος γελάσει. Ας πούμε όταν ήμουν στην σχολή είχαμε κάνει στο πρώτο έτος το «Με δύναμη απ’την Κηφισιά» και το βλέπαμε ως κωμωδία, το κάναν 4 κορίτσια και μετά το αμέσως επόμενο κομμάτι ήταν «Η πόλις» του Αναγνωστάκη, που είναι αμιγώς τραγωδία. Και βγαίνουμε στις εξετάσεις και δεν γελάει κανένας στο «Με δύναμη απ΄την Κηφισία». Σοκαρίστηκαν όλοι, να μην ξέρουμε πώς να το χειριστούμε. Και βγαίνουμε εμείς μετά να κάνουμε την Πόλη και κλαίνε από τα γέλια και επίσης δεν ξέραμε πώς να το χειριστούμε.
Θανάσης: Κωμωδία. Και παιδικό παραπάνω. Έχει μια ειλικρίνεια. Αλλά λέω κωμωδία γιατί ξέρω γω… και το δράμα κωμωδία είναι μωρέ. Γενικά δεν την προβλέπεις όμως την αντίδραση του κοινού. Και κωμωδία να κάνεις κάθεσαι φτιάχνεις αστεία και γελάνε μ’άλλα.
Τάκης: Δεν ξέρω. Δεν το ξέρω. Δεν έχω ούτε το ένα ούτε το άλλο. Η αλήθεια είναι ότι πάντα παίζω κωμωδία και μου έρχεται πιο εύκολη, αλλά μου λένε ότι και στο δράμα οκέι πάνε τα πράγματα. Κυλάνε καλά. Τώρα δεν ξέρω.
Το συγκεκριμένο έργο σε καμία περίπτωση δεν συγκαταλέγεται στην κωμωδία. Έχει κάποια στοιχεία κωμικά αλλά είναι για να πάρεις μια μικρή ανάσα και συνεχίζεις να κλαις.
Ευθύμης: Εε πιστεύω ότι το δράμα είναι πιο εύκολο. Θέλει να κλαίει ο κόσμος. Δηλαδή ψάχνουν λίγο και «αα, να το αληθινό, θα κλάψουμε». Ενώ στο γέλιο είναι πιο δύσκολο το κοινό κατ’εμέ.
Και κάπου θέλω να τονίσω εδώ ότι ο σκηνοθέτης μας, μας έχει απαγορεύσει να το παρουσιάζουμε σαν κωμωδία… με τις γνωστές κυρώσεις, απλήρωτοι κλπ. Έχει γράψει όμως ο Ηλιόπουλος και μερικά πολύ δρακρύβρεχτα. Γενικά όπου υπάρχει πατέρας, υπάρχει πολύ κλάμα στον Ηλιόπουλο.
Οι χαρακτήρες σας στην παράσταση με 3 λέξεις:
Λάζαρος: Να ξεκινήσω πρώτα από αυτήν, την φίλη μου. Θεότητα, υπέροχη και δυναμική. Ενώ αυτός είναι ψώνιο, σκεπτικός και πληγωμένος.
Θανάσης: Τώρα ο πρώτος ξέρω γω… Δεν φταίει αυτός. Και ο δεύτερος κάνει αυτό που θέλουν όλοι να κάνουν κρυφά.
Τάκης: Αδίστακτος, εγωκεντρικός και ερειστικός. Και να πω κι άλλη μία… είναι κροκόδειλος. Ενώ για τον άλλη… Δεν είναι καλά.
Ευθύμης: Για τον πρώτο… δυνατός είναι. Εγώ τον έχω σκεφτεί λίγο σαν αρουραίο, που κάνει ότι μπορεί για να επιβιώσει. Για Τρίτη λέξη δεν ξέρω. Δεν έχω κάτι. Αυτά τα δύο. Για την άλλη περίπτωση… κακομαθημένο. Αρκετά χαϊδεμένο και ντάξει ωραίο παιδί.
Τι σκηνοθετικές οδηγίες υπήρχαν στον γυναικείο μονόλογο και ποια η πρόκληση;
Λάζαρος: Εγώ κάνω πρώτη φορά γυναίκα. Είναι λίγο περίεργο να κάνεις γυναίκα, γιατί πέρα από το να μιλήσεις στο κοινό, χρειάζεται μια προσοχή για να μην παίξεις την γυναίκα. Μην γίνει παρωδία γυναίκας. Έχω πάντα στο μυαλό μου κάτι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αρχίσω να κάνω τέτοια και τέτοια.
Χρειάζονται πολύ λεπτές ισορροπίες και είναι κάτι που το συζητάμε με τον Θοδωρή, δηλαδή το είχαμε συζητήσει και πολύ στην αρχή, τώρα πια δεν το συζητάμε. Χρειάζεται φροντίδα αυτό το πράγμα, όχι για να μην αδερφίσεις και σε πουν αδερφή, δεν έγινε και κάτι, αλλά για να μην γίνει κάτι κακό και παλιό.
Τάκης: Οι σκηνοθετικές οδηγίες που είχαμε σε αυτό είναι ότι δεν θα κάνουμε μία γυναίκα. Θα προσπαθήσουμε να το παίξουμε έτσι όπως είμαστε, χρησιμοποιώντας το γένος το θηλυκό. Ωστόσο, ντάξει είναι λογικό ότι όταν μπαίνεις σε αυτή την διαδικασία και χρησιμοποιείς και το γένος το θηλυκό κι όταν είσαι και ηθοποιός, όσο να ναι έρχεται και το πιο θηλυπρεπές. Αλλά μένουμε σε αυτό, στο ότι έρχεται πολύ απαλά.
Ευθύμης: Βασικά βοηθάει αρκετά να καταλάβεις ότι είναι απλά άνθρωπος με προβλήματα, χαίρεται το ίδιο, στεναχωριέται το ίδιο, αγχώνεται το ίδιο. Σίγουρα μέσα στις πρόβες έχουμε κάνει βλακειούλες του τύπου πολύ γυναικεία πράγματα και γελάγαμε και τέτοια. Για μένα είναι και λίγο άκομψο και ξεπερασμένο πια ένας άντρας να κάνει τη γυναίκα στο θέατρο. Έχει υπερκαλυφθεί από τους παλαιότερους, δεν έχουμε πολλά πράγματα να προσφέρουμε. Είναι και νέα μόδα τελευταία να παίζουν αντρικούς ρόλους οι γυναίκες, γυναικείους οι άντρες.
Με τους ρόλους σας θεωρείτε ότι έχετε κάτι κοινό; Ήταν τυχαία η διαλογή;
Λάζαρος: Εγώ δεν έχω κοινά με κανέναν από τους δύο. Αυτόν, μπορώ να τον καταλάβω λίγο πιο εύκολα. Κι αυτό δεν είναι πολύ καλό. Αυτήν, επειδή δεν μπορώ να την καταλάβω, και λόγω της φύσης της και λόγω της σκέψης της, έχω ένα άλλοθι μέσα μου. Και αυτό με κάνει να βουτάω πιο εύκολα μέσα σ’αυτήν. Πριν ξεκινήσω να υποδύομαι αυτόν παθαίνω 38 εγκεφαλικά και 9 εμφράγματα μέχρι να αρχίσω. Αντίθετα, σα να την βλέπω λίγο απέξω αυτήν, λέω τι θα έκανε; Ενώ μ αυτόν είναι πιο δύσκολο. Δεν έχω κοινά όμως.
Θανάσης: Εγώ για τον 2ο έχω μεγάλη συμπάθεια, αλλά δεν έχω τόσα κοινά. Ενώ με τον 1ο δυστυχώς νιώθω ότι ένα κομμάτι μου είναι πολύ συγγενικό. Χωρίς να θέλω να τ’ονομάσω ή κάτι τέτοιο. Όσο το δουλεύουμε, μετά κάποια στιγμή, κάποια πράξη μου καταλαβαίνει ότι από αυτόν τον τύπο, έχει κάτι συγγενικό. Κάτι που κάνω, αυτά τα αυτοκαταστροφικά που όλοι κάνουμε, τα πολύ καθημερινά, μικρά πράγματα, έως και τον να πάρεις κάποιον τηλέφωνο, ή να μην πάρεις κάποιον, έχει αυτήν την πατίνα μέσα. Κάνεις μαλακιίτσες, μαζοχίζεσαι ή εκτίθεσαι σε κάτι, ακόμα κι αν είναι η γάτα σου. Εγώ το χω. Άμα η γάτα κάνει κάτι, επειδή στο σπίτι έχουμε δύο γάτες, δεν θα την πετάξω απ’ το μπαλκόνι αλλά υπάρχει ένα κομμάτι που την κοπανάει στον τοίχο.
Τάκης: Aαα δεν ξέρω. Ο Θοδωρής μου είπε εσύ θα κάνεις το τοπ μόντελ και θα κάνεις και αυτόν. Ελπίζω ότι με το τοπ μόντελ δεν έχω κάτι κοινό. Τώρα για τον άλλον σίγουρα έχουμε κοινά στοιχεία. Όχι πάρα πολλά, αλλά έχω.
Ευθύμης: Δεν ξέρω, αλλά μάλλον κάτι είχε δει ο Θοδωρής γιατί και στην σχολή όταν ήμουν πάντα τον πατέρα μου δίνανε. Έχω ταυτιστεί απόλυτα με τους δεύτερους ρόλους μου. Ήταν στάνταρ «Αα έχει έναν πατέρα, ο Ευθύμης θα τον κάνει», οπότε και εδώ συνέχισε. Ήθελα δύο άλλους μονολόγους. Τον ψυχάκια που κάνει ο Θανάσης και μια μπατσίνα, αλλά κατάφερα με πολύ καλά επιχειρήματα και δεν έπεισα τον σκηνοθέτη μου.
Τέλος, σε τι αισθάνεστε θεατές στην ζωή σας;
Λάζαρος: Εγώ ας πούμε κάνω και μία άλλη δουλειά. Τίποτα καφέδες κάνω, δεν είναι κάτι, αυτό που κάνουν όλοι, όπου ενώ περνάω ωραία εκεί, επειδή είναι μια δουλειά που δεν είναι όνειρο ζωής, τις ώρες που είμαι εκεί, είναι σα να μην είμαι εγώ εκεί. Σα να είναι κάποιος άλλος εκεί, και μετά απλά κουβαλάω όλη την κούρασή του, αυτού του τύπου.
Ας το συζητήσουμε λίγο αυτό, ότι όλοι οι ηθοποιοί κάνουν άλλες δουλειές…
Λάζαρος: Κοίτα εγώ μπήκα στη σχολή το 2004. Δηλαδή αρκετά προ κρίσης και στη συγκεκριμένη χρονιά ή δεν ξέρω αν έγινε σε μένα υπήρχε λίγο ένα φούσκωμα του μυαλού «ότι είστε εσείς, που σας διαλέξαμε και έγινε και έρανε» που νομίζεις ότι θα βγεις και θα τα αυτώσεις όλα. Και βγαίνεις από την σχολή και νομίζεις ότι θα είναι έτσι.
Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Και ειδικά μετά την κρίση έχουν αλλάξει όλα. Οπότε αν αγαπάς αυτή τη δουλειά, πρέπει να κάνεις και κάτι άλλο δυστυχώς, εκτός αν έχεις λεφτά από το σπίτι σου. Τότε είναι μια χαρά, πολύ ωραία.
Θανάσης: Εγώ ήμουν έτοιμος για χειρότερα απ’ότι εισέπραξα. Περίμενα βασικά ότι δεν θα βρίσκω ποτέ δουλειά σε θέατρο για χρόνια. Γι’ αυτό μας προετοιμάζαν. Υπήρχε ένας καταιγισμός στην σχολή «Δεν θα βρείτε δουλειά, δεν θα βρείτε δουλειά». Εε βρίσκεις δουλειά. Λεφτά δε βρίσκεις. Αλλά και πάλι τρίτη δουλειά, να πιάσω να φτιάχνω καφέδες, αυτή την στιγμή είναι σαν στόχος. Θέλω να καθαρίσουν λίγο οι πρόβες μπας και μπορώ να πιάσω δουλειά. Που είναι παράδοξο.
Τώρα που αισθάνομαι θεατής… Στα κομμάτια τα πολύ καθημερινά. Άμα μπω στο λεωφορείο και αρχίζει και φεύγει και απλά βλέπεις το λεωφορείο. Και στην τρεχάλα. Την πολύ αυτή τρεχάλα. Που δεν ξέρεις και τι ακριβώς συμβαίνει και πας από το ένα στο άλλο. Γίνεται σα θόρυβος, μετά στη μέρα δεν το θυμάσαι, βάζεις ακουστικά στα αυτιά και πηγαίνεις. Πρόβα, πρόβα, πρόβα κι όλα τ’άλλα θόρυβος.
Τάκης: Πολύ κοινότυπη η απάντηση που θα δώσω… στις εξελίξεις. Είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται.
Ευθύμης: Κατά κύριο λόγο στην φτήνια, την πολλή. Φτηναίνει πάρα πολύ η ζωή μας και το βλέπουμε με απάθεια. Εκεί είμαστε θεατές, αλλιώς δεν θα φτήναινε.
Φωτογραφίες: Μαριλή Γουλη
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Κείμενο: Γιώργος Ηλιόπουλος
Σκηνοθεσία: Θοδωρής Βουρνάς
Βοηθός Σκηνοθέτη: Λυδία Τριγώνη
Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
Σκηνογράφος: Σοφία Λεγάτου
Μουσική: Σωτήρης Καστάνης
Φωτογραφία promo/artwork: Γιώργος Γιαννίμπας
ΠΑΙΖΟΥΝ:
Λάζαρος Βαρτάνης, Ευθύμης Γεωργόπουλος, Θανάσης Ισιδώρου, Παναγιώτης Νάτσης
INFO
Παραστάσεις: κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 8:30 μμ
Από αρχές Δεκεμβρίου 2016 και για δύο περίπου μήνες
Διάρκεια παράστασης: 100 λεπτά
Εισιτήρια: 12 ευρώ, 8 ευρώ μειωμένο
Πληροφορίες θεάτρου:
Τεχνοχώρος CARTEL
Αγ. Άννης & Μικέλη 4 – Βοτανικός, στάση μετρό Ελαιώνας, T. 693-9898.258 (14.00-21.00)