Site icon Frapress

Σινεφίλ επιλογές: Η Μις Πέρεγκριν και η στέγη για ασυνήθιστα παιδιά

Ο Τιμ Μπάρτον επιστρέφει παρουσιάζοντας την στέγη της Μις Πέρεγκριν…

Ο Tim Burton, ένας από τους πιο εκκεντρικούς χολιγουντιανούς σκηνοθέτες, παρουσιάζει την νέα του ταινία με τίτλο «Miss Peregrine’s Home for Peculiar Children». Από το trailer και μόνο προετοιμάζει το κοινό του για ένα δυναμικό comeback.

Με το επιτυχημένο «Big Eyes», την κινηματογραφική μεταφορά μιας εξαιρετικά ενδιαφέρουσας πραγματικής ιστορίας, που χάρισε στην Amy Adams μια χρυσή σφαίρα και στον ίδιο ιδιαίτερα αξιόλογες κριτικές, ο  Tim Burton είχε την ευκαιρία να κολυμπήσει κάπως έξω από τα νερά του.

Το πολυσυζητημένο του ωστόσο comeback, με πρωταγωνίστρια την Eva Green, δεν μοιάζει να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του κοινού, παρά τα εντυπωσιακά πρώτα του δείγματα και τον ντόρο που τα συνόδευε τους τελευταίους μήνες.

Η υπόθεση του «Miss Peregrine’s Home for Peculiar Children», βασισμένη στο ομώνυμο λογοτεχνικό έργο του Αμερικανού συγγραφέα Ransom Riggs (σε σενάριο της Jane Goldman), μοιάζει εντελώς Μπαρτονική και υπόσχεται στο φανατικό κοινό του μια ιστορία εγγύτερη της καθιερωμένης και προσφιλούς σκηνοθετικής του ταυτότητας, σε σημείο που προσομοιάζει μάλιστα με προηγούμενα κινηματογραφικά του σουξέ (Σκαθαροζούμης, Ψαλιδοχέρης).

Υπόθεση

Ο 16χρονος Τζέικ, ύστερα από ένα ανησυχητικό τηλεφώνημα, βρίσκει τον αγαπημένο του παππού ετοιμοθάνατο, με τα μάτια βγαλμένα, στον κήπο του σπιτιού του. Πριν ξεψυχήσει του ζητά ως τελευταία χάρη να ταξιδέψει στην 3η Σεπτεμβρίου του 1943.

Ο Τζέικ δεν δίνει ιδιαίτερη σημασία, καθώς πιστεύει πως ο παππούς του είχε αρχίσει να τα χάνει. Λίγο αργότερα, με την καθοδήγηση της ψυχοθεραπεύτριας του και την συνοδεία του πατέρα του, ταξιδεύει στην Ουαλία όπου βρίσκεται η «Στέγη για Ασυνήθιστα Παιδιά» της Μις Πέρεγκριν, η οποία βομβαρδίστηκε από ναζιστική επίθεση την προαναφερθείσα ημερομηνία και αποτελεί σημείο αναφοράς των παιδικών του χρόνων καθώς ο παππούς του συνήθιζε να του λέει ιστορίες σχετικές με αυτήν.

Σύντομα, τα «ασυνήθιστα παιδιά» τον επισκέπτονται και μέσω μιας σπηλιάς τον ταξιδεύουν πίσω στο 1943, στην στέγη της Μις Πέρεγκριν, μιας «χρονοκυκλωτικής» που μετατρέπεται σε γεράκι και έχει την ικανότητα να ελέγχει τον χρόνο.

Η Μις Πέρεγκριν έχει αφιερώσει την ζωή της στην φροντίδα κοινωνικά αποκλεισμένων παιδιών τα οποία έχουν «ασυνήθιστες» και υπερφυσικές ιδιότητες, και τα φιλοξενεί στην μπαρτονικής αισθητικής έπαυλή της. Εκεί επαναλαμβάνουν την ίδια μέρα εσαεί (δηλαδή την 3η Σεπτεμβρίου του 1943) καθώς κάθε βράδυ, λίγο πριν πέσει η βόμβα στο σπίτι, εκείνη γυρνάει τον χρόνο πίσω, στο πρωινό της ίδια μέρας.

Το ταξίδι του Τζέικ πίσω στον χρόνο, και η επίσκεψή του στο γκόθικ αρχοντικό, γίνεται μέσω ενός βρόγχου που έχει δημιουργήσει η Μις Πέρεγκριν. (Πονοκέφαλος μέχρι στιγμής; Κρατηθείτε στις θέσεις σας γιατί η ιστορία μόλις αρχίζει)

Ο Τζέικ εκεί συναντά ένα τσούρμο παιδιά τα οποία έχουν υπερφυσικές ιδιότητες: ελέγχουν τον αέρα, είναι αόρατα, ανάβουν φωτιά με τα χέρια τους, δίνουν ζωή σε άψυχα αντικείμενα, έχουν στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους μια μουσούδα με κοφτερά δόντια, μπορούν να επιταχύνουν την ανάπτυξη φυτών κτλ. Ο νεαρός πρωταγωνιστής μας ξοδεύει την μέρα του μαζί τους κι ύστερα επιστρέφει στο 2016. Και από εκεί κι έπειτα ξεκινά το χάος, τόσο αφηγηματικά, όσο και σκηνοθετικά.

Το δεύτερο μισό της ταινίας μοιάζει ένα συνονθύλευμα πληροφοριών που πάνε να συνθέσουν μια εντελώς μεσοβέζικη δράση (σε όλα τα επίπεδα) λες και κάποιος θυμήθηκε ότι το παρόν έργο θέλει να γίνει περιπέτεια απλά «εντάξει μωρέ, ίσως λίγο ξεχαστήκαμε στην αρχή και το απλώσαμε λίγο παραπάνω από όσο έπρεπε».

Εν ολίγοις: μια συμμορία «κακών», σε μια προσπάθειά τους να κατακτήσουν την αθανασία, τα κάνουν λίγο μαντάρα και μεταμορφώνονται σε τέρατα. Ο μόνος τρόπος να ξαναποκτήσουν μια τρόπον τινά ανθρώπινη μορφή είναι τρώγοντας τα μάτια «ασυνήθιστων» παιδιών. Επίσης έχουν την ιδιότητα να κλείνουν τους βρόγχους που φτιάχνουν οι χρονοκυκλωτές. Αφού μας συστηθούν εν τάχει γινόμαστε θεατές της κλασσικής good vs evil μάχης, της οποίας η έκβαση είναι φαντάζομαι σε όλους προβλέψιμη.

Συνολική Εκτίμηση

Ο Tim Burton φαίνεται να είχε ποντάρει πολλά σε αυτό το έργο, αλλά εικάζω ότι ο αρχικός ενθουσιασμός του κατά την ανάγνωση της λογοτεχνικής του μορφής τον οδήγησε στην παρορμητική απόφαση να το μεταφέρει κινηματογραφικά χωρίς να αντιληφθεί την δυσκολία του όλου εγχειρήματος.

Μπορεί η ιδιαίτερη μορφή του βιβλίου, με τις μυστηριώδεις βίντατζ φωτογραφίες, να του ταίριαζε υφολογικά αλλά προφανέστατα δεν αρκεί μόνο αυτό για να δέσει το γλυκό.

Φυσικά τεράστια ευθύνη επ’αυτού πέφτει και στην σεναριογράφο, Jane Goldman, που φαίνεται να μην διαχειρίστηκε και τόσο έξυπνα την αναλογία πληροφοριών και διάρκειας, δημιουργώντας μου προσωπικά δυσφορία με τον τρόπο που εκμεταλλεύτηκε τον φιλμικό της χρόνο.

Πέρα από το γεγονός ότι υπάρχουν αδρά σεναριακά κενά και είναι μια ταινία που ναι-μεν παρακολουθείται αλλά δεν είσαι και σίγουρος ότι την καταλαβαίνεις απόλυτα, υπάρχει τρομερή έλλειψη βάθους στους χαρακτήρες της. Τα «ασυνήθιστα» παιδιά δεν έχουν καμιά ιστορία να πουν και χρησιμοποιούνται κυρίως ως εργαλεία για την εξέλιξη της πλοκής στις σκηνές που μπορούν να συνεισφέρουν. Προσφέρουν λίγο δαιδαλώδες ρομάντζο εθιμοτυπικά, βαυκαλίζουν το weirdοθεάμον κοινό και επί της ουσίας είναι κομπάρσοι στην ταινία που διαθρυλείται πως πρωταγωνιστούν.

Οι αισθητικές επιλογές του σκηνοθέτη σταθερές αξίες του συνολικού έργου του, εκσυγχρονισμένες τόσο-όσο χρειάζεται για να μην θεωρούνται αρκετά μοντέρνες αλλά ούτε out-of-date, τοποθετημένες αυτή την φορά στο υπέροχο φυσικό τοπίο της Ουαλίας που φαίνεται να του ταίριαξε γάντι και φρόντισε να το αναδείξει με υπέροχα πλάνα που σε υποβάλουν αρμονικά στην ατμόσφαιρα της ιστορίας.

Κατά την ταπεινή μου άποψη, και έχοντας γνώση των άτεγκτων απαιτήσεων του σύγχρονου χολιγουντιανού κοινού, θα μου επιτρέψετε να κατατάξω την ταινία στην κατηγορία των μετριοπαθών, consumer-oriented παραγωγών, που γρήγορα λησμονούν την καλλιτεχνική τους αφετηρία ή εκούσια την θυσιάζουν εξαρχής στον βωμό της εμπορικότητας και της ικανοποίησης των απανταχού trendy-weirdos.

Η θεαματική δυναμική που μπορούν να πάρουν πλέον οι κινηματογραφικές αφηγήσεις μας αποδεικνύουν περίτρανα πώς μπορούν να αποπλανήσουν σαν σειρήνες τον δημιουργό ώστε να αποδώσει ένα ιδιαζόντως ενδιαφέρον storyline ως μια γλυκανάλατη, άβαθη ιστοριούλα με φιγουράτα, μεγαλοπρεπή special effects, εντυπωσιακά κοστούμια, λαμπερές midnight blue κουπ, και προσεγμένα μακιγιάζ. Και δεν λέω, πολύ ωραία όλα αυτά, και μάλιστα αναπόσπαστοι και άκρως επικουρικοί δημιουργικοί παράγοντες των σύγχρονων παραγωγών, αλλά αν φροντίσεις μόνο αυτά τότε έχεις μια γαμιστερή συσκευασία για ένα ολιγοβαρές περιεχόμενο. Και αν είσαι ο Tim Burton το λες και λίγο άδικο, δεν νομίζετε;

Στα θετικά της ταινίας θα ήθελα να σημειώσω την σκηνή όπου το αγνό εφηβικό ρομάντζο πλαισιώνεται από ένα υποβρύχιο σκηνικό ενός επιβλητικού ναυαγίου, με τους σκελετούς να κάθονται στην κεντρική αίθουσα του πλοίου περιμένοντας να δειπνήσουν, το οποίο βρίσκω ιδιόρρυθμα χιουμοριστικό και δημιουργεί μια γοητευτικότατη, πολυεπίπεδη αντιπαράθεση.

Εξαιρετικά ήταν επίσης τα πλάνα του φυσικού τοπίου της Ουαλίας, το οποίο και προανέφερα. Τέλος, βρήκα αισθητικά εξαιρετική την τελική μάχη στο λούνα παρκ, από τον τρόπο που αυτή διεξάγεται μέχρι και τη μουσική που την συνοδεύει. Βέβαια είναι απορίας άξιο αν το κοινό θα καταφέρει να την απολαύσει χωρίς να εγκαταλείψει την προσπάθεια παρακολούθησης της ταινίας πολύ νωρίτερα!

Σχόλια

Exit mobile version