Άνθρωπος κοσμοπολίτης, ταξιδευτής, ένας μοναχικός τύπος απορροφημένος στο δικό του θέαμα, με ευαίσθητο ψυχισμό και πάθη. Αυτός είναι ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο οποίος χάραξε τη δική του ιδιαίτερη πορεία στην ιστορία της ποίησης.
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες. (Η Πόλις)
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ
Ο Κ.Π.Καβάφης γεννήθηκε στις 17 Απριλίου, σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο, το έτος 1863 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Ήταν το ένατο και τελευταίο παιδί στην οικογένεια. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε μέσα στην ευμάρεια και πλουσιοπάροχα, καθώς ο πατέρας του ήταν φημισμένος μεγαλέμπορος βαμβακιού και διατηρούσε έναν αριστοκρατικό οίκο.
Ο θάνατός του,όμως, το 1870 σηματοδότησε και την οικονομική παρακμή του οίκου τους, οπότε η μητέρα του εξαναγκάζεται να πάρει τον μικρό Κωνσταντίνο και τα αδέρφια του και να μετακομίσουν στην Αγγλία προς αναζήτηση μιας καλύτερης και έντιμης ζωής. Έζησαν γύρω στα έξι χρόνια εκεί. Ο Καβάφης είχε την ευκαιρία να σπουδάσει, αποκτώντας αγγλική υπηκοότητα.
Αργότερα, αναγκάζονται να φύγουν από το Λονδίνο και να πάνε στην Αλεξάνδρεια όπου ο νεαρός Κωνσταντίνος δε χάνει ευκαιρία για μελέτη στις βιβλιοθήκες, καθώς συγγράφει και το δικό του ιστορικό λεξικό.
Η κλίση του προς τις πνευματικές μελέτες και στη συγγραφή αρχίζει να εμφανίζεται. Το 1882 , ο Καβάφης “αποχαιρετά την Αλεξάνδρεια που χάνει” για να εγκατασταθεί μαζί με την οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη διάρκεια παραμονής του στην Πόλη ο Κωνσταντίνος εκφράζει το ενδιαφέρον του για την πολιτική και τη δημοσιογραφία, αλλά παράλληλα αρχίζει να εξερευνά την τέχνη του ποιητικού λόγου , κάνοντας τα πρώτα του θαρραλέα βήματα.
Αυτή την περίοδο της ζωής του εκδηλώνεται και η ομοφυλοφιλία του, η οποία μετέπειτα αποτέλεσε θέμα πολλών αποκηρυγμένων και μη ερωτικών ποιημάτων του. Όταν τα πράγματα καλυτερεύσουν στην Αίγυπτο, ο Καβάφης ξαναγυρνά στην Αλεξάνδρεια, το 1885 προσπαθώντας να εργαστεί ασκώντας διάφορα επαγγέλματα. Όμως αυτό που τον απασχολεί είναι η ποίηση.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ
Τα ποιήματά του ο ίδιος τα διαχώρισε σε τρεις κατηγορίες: σε ιστορικά, φιλοσοφικά και ηδονικά ή αισθησιακά.
Ο Καβάφης αξιοποιεί την ιστορία με ποικίλους τρόπους. Ιστορικά ποιήματά του όπως: “Αλεξανδρινοί ποιητές”, “Καισαρίων”, “Δαρείος”, “Περιμένοντας τους Βαρβάρους” επιτρέπουν στον ποιητή να εκφράσει τους προβληματισμούς του για την εποχή του. Στα ποιήματα αυτά ο Καβάφης μπλέκει την ιστορική πραγματικότητα με την ποιητική φαντασία, με σκοπό να καταδείξει τον εκφυλισμό των αξιών στην εποχή του.
“Και τώρα τί θα γένουμε χωρίς βαρβάρους.
Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μιά κάποια λύσις”.
Πολλά από τα ποιήματα που συνέγραψε είχαν φιλοσοφικό περιεχόμενο. “Οι Θερμοπύλες”, “Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον“, “Η Σατραπεία” είναι μερικά από τα πιο σημαντικά του ποιήματα στα οποία φαίνεται η διδακτική του γραφή μέσα από τους στοχαστικούς διαλόγους στους οποίους συχνά εμπίπτει ο Καβάφης.
“Άλλα ζητεί η ψυχή σου, γι’άλλα κλαίει.“
Στίχοι όπως αυτός, και κατ’επέκταση τα ποιήματα αυτής της κατηγορίας υποδεικνύουν τρόπους συμπεριφοράς που πρέπει να αποφεύγει στη ζωή του ο άνθρωπος ώστε να αισθανθεί ευτυχισμένος και ελεύθερος.
Ήθελε να δείξει στον άνθρωπο ποιά μονοπάτια να αφήσει και ποιά να ακολουθήσει. Εμβληματικό ποίημα αποτελεί η Ιθάκη, με πολλούς συμβολισμούς και νοήματα, με κεντρικό νόημά του ότι το ταξίδι είναι αυτό στο οποίο οφείλει να αποσκοπεί ο άνθρωπος στη ζωή του αν θέλει να ζήσει μια ζωή περιπετειώδης και γεμάτη εμπειρίες.
Και το ταξίδι αυτό να είναι όσο πιο μακρύ γίνεται, γεμάτο με όμορφες και δυνατές στιγμές αλλά και με αναποδιές, γιατί αυτό είναι η ζωή του.
“Σαν βγεις στόν πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι να’ναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις”.
Τέλος, τα ηδονικά ή αισθησιακά είναι ποιήματα γραμμένα μέσα από τη προσωπική εμπειρία του ποιητή και αντλούν το περιεχόμενό τους κυρίως από την ομοφυλοφιλία του.
Χαρά και μύρο της ζωής μου η μνήμη των ωρών
που ηύρα και που κράτηξα την ηδονή ως την ήθελα.
Χαρά και μύρο της ζωής μου εμένα, που αποστράφηκα
την κάθε απόλαυσιν ερώτων της ρουτίνας. (Ηδονή).
Πολλά ποιήματα αυτής της κατηγορίας έχουν αποκηρυχθεί λόγω των πρωτοποριακών έως μοντερνιστικών για την εποχή θεμάτων που θίγουν. Γι’αυτό και ο ίδιος προτίμησε να δημοσιεύσει μόνο ορισμένα και να τα διαβάσουν αγαπημένα του πρόσωπα.
Σημαντικά ποιήματα αυτής της κατηγορίας: Κεριά, Επέστρεφε, Επιθυμίες, Απο τες εννέα, Εκόμισα εις την τέχνη.
Κάθομαι και ρεμβάζω. Επιθυμίες κι αισθήσεις
εκόμισα εις την Τέχνην – κάτι μισοειδωμένα
πρόσωπα ή γραμμές· ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες. Ας αφεθώ σ’ αυτήν.
Ξέρει να σχηματίσει Μορφήν της Καλλονής·
σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίον συμπληρούσα,
συνδυάζουσα εντυπώσεις, συνδυάζουσα τες μέρες. (Εκόμισα εις την Τέχνη)
Ο ΚΑΒΑΦΗΣ ΚΑΙ Η ΑΘΗΝΑ
Τα ταξίδια του στην Αθήνα κατά την περίοδο της ενήλικης ζωής του (1901,1903,1905) είχαν πολλά να τον διδάξουν.
Εμπλουτίζουν όχι μόνο την ποίησή του αλλά και την ποιητική παράδοση γενικότερα.
Σε αυτά τα ταξίδια συναναστρέφεται με σημαντικούς ανθρώπους του πνεύματος της εποχής του (Ξενόπουλος, Πολέμης, Δραγούμης, Νίκος Καζαντζάκης, Παλαμάς). Ο Κωστής Παλαμάς αντιπαθούσε την πένα του Καβάφη που ήταν εμποτισμένη με πρωτοπόρα μορφολογικά στοιχεία και συγκεκριμένα τις μοντέρνες τεχνοτροπίες με ελεύθερο στίχο, απόρροια των ταξιδιών του στο κόσμο, την “ανορθόδοξη ερωτική θεματογραφία του” και δε δίσταζε να το δηλώνει.
Κάποια ποιήματά του αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για ορισμένους μουσικούς και συνθέτες οι οποίοι τα μελοποίησαν αναδεικνύοντας ακόμη περισσότερο την αξία τους.
Ο Καβάφης αφήνει την τελευταία του πνοή στη γενέτειρά του, Αλεξάνδρεια , το 1933 από καρκίνο στο λάρυγγα, αφήνοντας πίσω του ένα σπουδαίο έργο ως παρακαταθήκη.
Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες. (Όσο μπορείς)