Site icon Frapress

Cineύρεση με τον Άκη Πολύζο

Άκη Πολύζο

Οι cineυρέσεις συνεχίζονται με τον σκηνοθέτη Άκη Πολύζο.

Αυτή τη φορά ένας νέος σκηνοθέτης, ο Άκης Πολύζος, που η τελευταία του πολυβραβευμένη μικρού μήκους ταινία, με τίτλο «ΣΥΝΘΗΚΗ 10/60» κατάφερε να γίνει Vimeo Stuff Pick, μας μιλάει για τον τρόπο που έχει μάθει να σκηνοθετεί και να οργανώνει μια ταινία.

Η ανάλυση του και η εμπειρία του στη χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών και μεθόδων, δίνει την εντύπωση ότι μπορεί να απογειώσει το Ελληνικό Σινεμά.


Γεννήθηκες στα Γιαννιτσά και μετά το σχολείο κατέβηκες στην Αθήνα για να σπουδάσεις φωτογραφία. Πώς έγινε το πέρασμα σου στη σκηνοθεσία;

Στα Γιαννιτσά, στο Λύκειο αρχίσαμε με την παρέα να τραβάμε βίντεο. Είχα μία hi8 μηχανή. Κασέτα, rec-play, αλλάζαμε γωνία και πάλι rec. Χωρίς μοντάζ, χωρίς τίποτα. Στην τρίτη Λυκείου είχα υποψίες ότι θέλω να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία. Δεν κατάφερα να γράψω στις πανελλήνιες όσο έπρεπε για να περάσω στη Σχολή Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη. Το αμέσως κοντινότερο στη σκηνοθεσία ήταν το ΤΕΙ Φωτογραφίας. Περισσότερο ήταν μια αφορμή για να κατέβω στην Αθήνα, όχι τόσο για να το σπουδάσω. Κατέβηκα στην Αθήνα, έκατσα ένα χρόνο στο ΤΕΙ, αλλά εκείνη την περίοδο γίνονταν αρκετά μεγάλες καταλήψεις και έτσι το ΤΕΙ έμεινε κλειστό για περίπου ένα χρόνο. Εγώ τότε είχα βρει ένα πρακτορείο και πήγαινα σε τηλεοπτικές παραγωγές ως βοηθητικός ηθοποιός. Εκεί ρωτούσα αν υπάρχουν δουλειές σε άλλα πόστα και με πήρανε βοηθό γενικών καθηκόντων στις «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΟΥ ΜΠΕΚΑ». Στα γυρίσματα με είδε η Ελισάβετ Χρονοπούλου να ζωγραφίζω. Της έφτιαξα ένα storyboard για μια σκηνή που κάποιος πηδούσε από ένα μπαλκόνι. Όταν, λοιπόν, την κάλεσαν να δουλέψει ξανά στον αστυνόμο Μπέκα με πρότεινε για β΄ βοηθό σκηνοθέτη. Πήγα σαν β’ και σιγά σιγά κατέληξα να γίνω α’ βοηθός σκηνοθέτη. Όταν τελείωσε ο Μπέκας, πήγα σαν β’ βοηθός στη σειρά της ΕΡΤ «ΛΟΥΦΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ». Μετά από λίγο ανέλαβα και εκεί α’ βοηθός σκηνοθέτη και συμμετείχα σε 120 μέρες γύρισμα. Το 2008 ήμουν α’ βοηθός στην ταινία του Νίκου Ζαπατίνα «Ο ΗΛΙΑΣ ΤΟΥ 16ου» και στη συνέχεια πέρασα στο κομμάτι των special effects. Εκπαιδευόμουν από το internet μέσω διαδικτυακών tutorials και έτσι δούλεψα στη σειρά του Mega, «ΤΑ ΑΓΡΙΑ ΠΑΙΔΙΑ». Η επόμενη μου δουλειά ήταν στην ταινία «ΟΙ ΙΠΠΕΙΣ ΤΗΣ ΠΥΛΟΥ» του Νίκου Καλογερόπουλου, όπου ήμουν σκηνοθέτης β’ συνεργείου στις σκηνές που περιείχαν εφέ. Παίρναμε μια κάμερα και έναν οπερατέρ και τραβούσαμε τις σκηνές με τα εφέ, όπως πολλαπλασιασμό του κόσμου και εκεί γνώρισα την εταιρεία παραγωγής Faliro House. Τότε δούλευα το σενάριο για τη «ΣΥΝΘΗΚΗ 10/60» σαν μεγάλου μήκους. Επειδή ήταν πολύ μεγάλη, σκέφτηκα να κάνω μια μικρού μήκους για να λειτουργήσει σαν teaser. Πήγα στη Faliro House, τους άρεσε πολύ η ιδέα και ξεκινήσαμε να το δουλεύουμε. Το γυρίσαμε και έκατσα περίπου 1,5 χρόνο να κάνω τα εφέ μόνος μου. Όταν τελείωσε η ταινία και έπαιξε στη Δράμα, μπήκα στρατό και όταν απολύθηκα ξεκίνησα τη συνεργασία μου με τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη. Η συνεργασία μας ξεκίνησε από το «4», όπου είχα φτιάξει τους τίτλους αρχής. Με πήρε τηλέφωνο για να δουλέψω στο «ΑΝ», αλλά επειδή γύριζα τότε τη «Συνθήκη» δεν είχα χρόνο και συμφωνήσαμε για την επόμενη. Ήμουν ο πρώτος άνθρωπος που έκλεισε για τη ταινία του. Όταν ξεκινήσαμε ήταν ο Παπακαλιάτης, εγώ και ένα σενάριο.

Σκίτσο του Άκη Πολύζου για μια σκηνή της “Συνθήκης 10/60”

Ζωγράφιζα από μικρός, αλλά δεν ζωγράφιζα πράγματα που έβλεπα, όπως προσωπογραφίες και τοπία. Ζωγράφιζα σκίτσα και συνειδητοποίησα ότι αφιέρωνα περισσότερο χρόνο να σκεφτώ την ιστορία πίσω από τη ζωγραφιά πάρα να τη ζωγραφίσω. Σταδιακά κατάλαβα ότι η ιστορία με ενδιέφερε πολύ περισσότερο από την ίδια τη ζωγραφιά και έτσι ξεκίνησα να πλάθω ιστορίες.

“Το παραμύθι είναι αυτό που με εντυπωσιάζει στο σινεμά. Φτιάχνεις ένα κόσμο δικό σου και αρχίζεις να αφηγείσαι μια ιστορία προσπαθώντας να βάλεις το θεατή μέσα σε αυτόν τον κόσμο.”

Η περιγραφή σου μου δίνει την εντύπωση ότι θα μπορούσες κάλλιστα να ασχοληθείς και με το animation.

Τη «ΣΥΝΘΗΚΗ 10/60» πριν τη γυρίσω, επειδή δεν είχαμε και λεφτά, παίζοντας, την έφτιαξα πρώτα σε animation 2d και 3d. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ σαν είδος το animation, αλλά νομίζω ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε το κοινό που θα το ακολουθήσει. Θέλει πάρα πολλά λεφτά για να δημιουργήσεις animation και το κυριότερο είναι ότι με έναν άνθρωπο δεν γίνεται. Αν μου δοθεί η ευκαιρία θα το τολμήσω γιατί στο animation έχεις τον απόλυτο έλεγχο, φτιάχνεις ό,τι θες, όπως το θες. Αλλά από την άλλη δεν είναι πάντα θεμιτό να έχεις τον απόλυτο έλεγχο. Μου αρέσει που στον κινηματογράφο μετά το «πάμε» του σκηνοθέτη, δεν είσαι σίγουρος για το αποτέλεσμα, αφού πάντα υπάρχει η πιθανότητα να γίνει κάτι το απρόβλεπτο που θα είναι καλύτερο από το οργανωμένο. Δεν νομίζω, πάντως πως στην Ελλάδα μπορούμε να υποστηρίξουμε το animation σε επαγγελματικό επίπεδο. Αν κάποιος ασχοληθεί θα το κάνει στον ελεύθερό του χρόνο, σαν hobby. Αν υπήρχε μια βιομηχανία animation στην Ελλάδα θα ήμουν μέρος της σίγουρα.

Το 2013 έκανες τη δεύτερη ταινία μικρού μήκους ταινία σου, τη «ΣΥΝΘΗΚΗ 10/60», μια ταινία με εξαιρετική φωτογραφία και πολύ όμορφη χρήση των οπτικών εφέ. Πώς επέλεξες να κάνεις μια ιστορική ταινία φαντασίας;

Το σενάριο για τη μεγάλου μήκους ταινία που ήθελα να κάνω ήταν εμπνευσμένο από το «FAHRENHEIT 451» του Ray Bradbury, το οποίο εξελίσσεται στο μέλλον. Εγώ, όμως, δεν ήθελα να κάνω μια ταινία που εξελίσσεται στο μέλλον. Ήθελα να κάνω μια ταινία στο τώρα, αλλά σε ένα παράλληλο σύμπαν του σήμερα, που κάτι είχε αλλάξει πριν στην ιστορία. Οπότε όταν σκέφτηκα να κάνω το teaser της, αποφάσισα να κάνω το σημείο που άλλαξε η ιστορία και βρίσκεται στο παρελθόν. Εκείνη η εποχή που στήσαμε είναι πολύ ωραία κινηματογραφικά, σκηνογραφικά και ενδυματολογικά. Αν ήξερα πόσο δύσκολο είναι να γυρίσω ταινία εποχής δεν θα το έκανα. Αν δεν υπήρχε η Faliro House δεν θα μπορούσα να κάνω την ταινία. Η πρόταση που τους κατέθεσα είχε σχεδιασμένη και την παραμικρή λεπτομέρεια. Είχα σχεδιάσει τους υπολογιστές της εποχής, είχα κατόψεις από το σπίτι που θα γινόταν το γύρισμα, είχα βρει το σπίτι, το είχα σχεδιάσει σε 3d, είχα βάλει ψηφιακά τους φακούς για να βρω τι φακούς θα χρησιμοποιήσω και είχα κάνει moodboards, δηλαδή εικόνες που δείχνουν πως θα είναι η διάθεση της ταινίας σε κάθε σκηνή. Για το moodboard χρησιμοποιείς στιγμιότυπα από άλλες ταινίες για να δείξεις τι αποτέλεσμα θέλεις να έχεις εσύ στην ταινία σου. Η παραγωγή μου έδωσε τη δυνατότητα να εκτελέσω όλο αυτό που είχα στο μυαλό μου. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η Ιουλία Σταυρίδου, η σκηνογράφος, που λειτούργησε άψογα.

Τι διακρίσεις έχει πάρει ως τώρα η «Συνθήκη 10/60»;

Έκανε πρεμιέρα στο LA Shorts, το διεθνές φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους του Los Angeles το Σεπτέμβρη του 2013, στο διαγωνιστικό μέρος του Science Fiction τμήματος. Στη συνέχεια πήγε στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, όπου και πήρε βραβείο ήχου, βραβείο φωτογραφίας και βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη. Επιλέχθηκε από το Φεστιβάλ Δράμας να εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Κύπρου. Πήγε στο Φεστιβάλ Φανταστικού Κινηματογράφου εδώ στην Αθήνα όπως και στο SFFF και πήρε αρκετά βραβεία και έχει και μια μεγάλη λίστα από συμμετοχές σε διάφορα φεστιβάλ ανά τον κόσμο. Η μεγαλύτερη διάκριση από όλες, όμως, ήταν η επιλογή της ταινίας από το Vimeo, ως Stuff Pick, η οποία έδωσε τη δυνατότητα σε χιλιάδες ανθρώπους να τη δουν. Για να γίνει κάποια ταινία Stuff Pick πρέπει να πληροί κάποιες προδιαγραφές και να έχει ήδη κάποια views στο Vimeo. Έτσι έστειλα την ταινία σε όλα τα sciece fiction blogs. Χάρηκα ιδιαίτερα με αυτή τη διάκριση γιατί ξέρω ότι είδαν την ταινία μου σε πάρα πολλά μέρη του πλανήτη.

Μπορεί το ελληνικό σινεμά να πλησιάσει τις μεγάλες παραγωγές του εξωτερικού χρησιμοποιώντας πλέον την τεχνολογία;

Όχι, δυστυχώς δεν μπορεί. Μπορούμε να γυρίσουμε ταινίες που απευθύνονται και σε κοινό του εξωτερικού, αλλά για να το κάνουμε πρέπει να υπάρχει μια εγχώρια βιομηχανία, που μπορεί να υποστηρίξει μικρές και μεγάλες δουλειές, ώστε κάποιοι που βάζουν τα λεφτά τους να τα παίρνουν πίσω και να αρχίσουν να κινούνται κάποιες διαδικασίες, να εκπαιδεύονται καλύτερα τα συνεργεία και να αποκτηθεί τεχνογνωσία. Δεν μπορείς να περιμένεις από έναν άνθρωπο να κάνει τα πάντα σε μια ταινία. Χρειάζεται ένα κομμάτι βιομηχανίας. Είμαστε μικρή αγορά. Κάθε ταινία στοχεύει σε 200 με 300 χιλιάδες εισιτήρια. Παλιότερα το ελληνικό σινεμά ήταν μέρος της ψυχαγωγίας.

“Με την εμφάνιση των multiplex, των τηλεοράσεων υψηλής ευκρίνειας και της πειρατείας, το σινεμά έχασε το κοινό που είχε παλαιότερα. Πρέπει να γίνει ξανά μέρος της κουλτούρας μας, η έξοδος στο σινεμά, που συνοδεύεται με συζήτηση και ποτό μετά την ταινία.”

Η παρακολούθηση μιας ταινίας στο σινεμά είναι μια ξεχωριστή εμπειρία. Δεν είναι μόνο η μεγάλη οθόνη και ο τέλειος ήχος. Είναι και η συγκέντρωση που έχεις μέσα στο σινεμά, ζεις μέσα στον κόσμο της ταινίας για δύο ώρες και δεν σε αποσπά τίποτα. Δεν γνωρίζω πώς θα μπορούσαν οι ελληνικές παραγωγές να φτιάξουν μια μικρή βιομηχανία που να υποστηρίζει το ελληνικό σινεμά. Μάλλον ούτε αυτοί. Αν το γνώριζαν, θα το είχαν κάνει.

Αν είχες τη δυνατότητα και την ευκαιρία να φύγεις στο εξωτερικό θα το έκανες;

Αν με ρωτούσες πριν κάποια χρόνια, θα σου έλεγα ναι. Τώρα λέω όχι. Αυτό που πιστεύω ότι μπορούμε να κάνουμε στην Ελλάδα είναι να κάνουμε ξένες παραγωγές με χαμηλό κόστος. Αυτό θα στόχευα. Έχουμε σχετικά φτηνό κόστος για να γυριστεί μια ταινία. Για παράδειγμα μια ταινία που θα κόστιζε έξω 5 εκατομμύρια ευρώ, εδώ μπορεί να γίνει με 1,5. Η γραφειοκρατία είναι ένα αγκάθι σε αυτό, αλλά τα τοπία της Ελλάδας είναι αρκετά δελεαστικά και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Θα μπορούσαμε να κάνουμε ξένες παραγωγές με ελληνικά συνεργεία στην Ελλάδα, ώστε να κινηθεί η Ελληνική Βιομηχανία κινηματογράφου. Θα έφευγα από την Ελλάδα για να κάνω κάποια δουλειά, αλλά όχι για να κυνηγήσω το όνειρο μου. Μου αρέσει η Ελλάδα. Πήγα στο εξωτερικό και δεν μου άρεσε η ζωή εκεί.  Δεν έχω την κάψα να πάω να δουλέψω σε κάποια ξένη παραγωγή για να δω πως δουλεύουν. Εγώ δεν σπούδασα κινηματογράφο. Έμαθα να δουλεύω βλέποντας τα making of μεγάλων ταινιών, και όσο δούλεψα σαν βοηθός σκηνοθέτη δούλεψα με αυτή τη λογική. Δεν είχα την ανάγκη να δω πως δουλεύουν στα μεγάλα συνεργεία από κοντά. Φαντάζομαι ότι όλοι πάνω-κάτω με τον ίδιο τρόπο δουλεύουν. Αυτά μας έλεγε και ο J.K. Simmons, στα γυρίσματα της ταινίας του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Εντυπωσιάστηκε από την οργάνωση των γυρισμάτων, σε σχέση με αυτό που αρχικά φανταζόταν για ελληνική παραγωγή. Μας είπε πως και στο Hollywood με τον ίδιο τρόπο δουλεύουν, απλώς έχουν μεγαλύτερα budget. Αντί να έχουν 2 βοηθούς σκηνογράφου, έχουν 5, αντί να έχουν 2 άτομα βοηθούς παραγωγής, έχουν 10. Αυτό που θα ήθελα να κάνω είναι να φτιάξω ξενόγλωσσα project, να τα στείλω για pitching έξω και να έρθω να τα γυρίσω εδώ.

Ήσουν βοηθός σκηνοθέτη σε μεγάλες ελληνικές παραγωγές. Μεταξύ αυτών και η νέα ταινία του Χριστόφορου Παπακαλιάτη. Μίλησε μας για την εμπειρία σου.

Ο Χριστόφορος είχε κάνει ήδη μια ταινία, το «ΑΝ», η οποία ήταν ένα μεταβατικό στάδιο για να περάσει από την τηλεόραση στο σινεμά. Ήταν πάρα πολύ καλό το «ΑΝ». Όταν μου έστειλε το σενάριο της ταινίας «ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΚΟΣΜΟΣ», διέκρινα μια προσπάθεια να κάνει κάτι παραπάνω από αυτό που είναι. Όταν κάτσαμε να συζητήσουμε το σενάριο είδα ότι πραγματικά τον ενδιέφερε να ασχοληθεί με τα θέματα που θίγει η ταινία. Όταν εμείς γυρίζαμε την ταινία το Συριακό είχε σβήσει. Με το που αρχίσαμε να ετοιμάζουμε την ταινία για διανομή, άρχισε να ξαναφουντώνει. Ο Χριστόφορος ήθελε να ασχοληθεί πολύ με αυτά τα θέματα και ήταν και πολύ ανοιχτός. Για την πρώτη ιστορία, το Boomerang, βρήκαμε Σύριους μετανάστες στην Ελλάδα, πήγαμε σπίτι τους, μας είπαν πώς έρχονται, από πού μπαίνουν, τι κάνουν μόλις έρχονται, πώς θέλουν να φύγουν. Αντίστοιχα, το δεύτερο μέρος, με το εργασιακό ζήτημα ήταν εμπειρίες φίλων που αντιμετώπιζαν τέτοιου είδους προβλήματα.

Ήταν πολύ δύσκολο για μας αρχικά να γυρίσουμε την ταινία. Την γυρίσαμε σε τρία μέρη. Γυρίσαμε πρώτα τη μία ιστορία. Κάναμε 15 μέρες γύρισμα. Βρήκαμε τον Παλαιστίνιο ηθοποιό, τον Tawfeek Barhom, κάναμε testing, τον φέραμε στην Ελλάδα και γυρίσαμε την πρώτη ιστορία. Την μοντάραμε για να μπορέσει ο Χριστόφορος με βάση την πρώτη ιστορία να «ψήσει» ξένους ηθοποιούς να συνεχίσουμε τις άλλες δύο ιστορίες. Ο J.K. Simmons ήρθε διαβάζοντας το σενάριο και βλέποντας την πρώτη ιστορία. Είδε υλικό και μας είπε ότι είναι πάρα πολύ κοντά σε αυτό που διάβασε στο σενάριο, οπότε αν και τα υπόλοιπα γυριστούν έτσι, θέλει να συμμετέχει.

Ο Άκης Πολύζος και ο Χριστόφορος Παπακαλιάτης στα γυρίσματα της ταινίας “Ένας  Άλλος Κόσμος”.

Τα πιο δύσκολα γυρίσματα ήταν στην πρώτη ιστορία με τους μετανάστες που τρέχουν στην αγορά. Δεν το είχαμε ξανακάνει. Χρησιμοποιήσαμε πολλά storyboard και έφτιαξα όλη την αγορά σε 3d. Μετρήσαμε τις διαστάσεις με laser και προσαρμόσαμε ψηφιακά τους φακούς για να δούμε πόσα άτομα θα χρειαστούμε για να γεμίσει ο χώρος, τι πλάνα θα κάνουμε και τι ώρα πρέπει να γυρίσουμε για να είναι το φως ιδανικό.

Το preproduction της πρώτης ιστορίας ξεκίνησε Πρωτομαγιά του 2014 και κάναμε το πρώτο γύρισμα 20 Ιουνίου. Τελειώσαμε τα γυρίσματα τέλος Ιουλίου. Τη δεύτερη ιστορία την ξεκινήσαμε μέσα Σεπτεμβρίου και ο J.K. Simmons μπορούσε να έρθει για δέκα μόνο μέρες. Άλλο πολύ δύσκολο γύρισμα, γιατί γυρίζαμε σε Super Market. Οπότε τα ημερήσια του Super Market, τα γυρίσαμε 28η Οκτωβρίου που ήταν κλειστό και όλα τα υπόλοιπα μετά τις 9.00 το βράδυ που έκλεινε, μέχρι τις 7.00 που άνοιγε.

Μετά το τέλος των γυρισμάτων, ανέλαβα όλα τα trailer και έγινα post production manager.

Μίλησε μας για τη χρησιμότητα του Storyboard.

Είναι αρκετά δύσκολο να μεταφέρεις σε κάποιον μια εικόνα που φαντάζεσαι. Το εργαλείο που χρησιμοποιείς για να επιτύχεις κάτι τέτοιο είναι το storyboard, δηλαδή ένας πίνακας που περιέχει την ιστορία σε πλάνα.

Storyboard του Άκη Πολύζου από την ταινία “Ένας Άλλος Κόσμος” του Χριστόφορου Παπακαλιάτη.

Υπάρχουν δύο ειδών storyboard. Είναι τα conceptual storyboards, τα οποία δεν είναι τεχνικά, δηλαδή δεν περιγράφουν το φακό ή τη γωνία λήψης. Περιγράφουν μια διάθεση. Μπορεί ένα κάδρο να περιγράφει μια ολόκληρη σκηνή. Τα conceptual storyboards φτιάχνονται στην προετοιμασία μιας ταινίας. Είναι τροφή για συζήτηση πάνω στην αισθητική της ταινίας, μαζί με τον διευθυντή φωτογραφίας και το σκηνογράφο. Το δεύτερο είδος storyboard είναι το τεχνικό storyboard. Έχει να κάνει με το πού μπαίνει η κάμερα σε ένα χώρο, ποια είναι η αλληλουχία των πλάνων, ποια πλάνα χρειάζονται για να βγει αυτή η σκηνή και τι φακούς χρησιμοποιείς. Έχοντας όλα αυτά σε ένα φύλλο χαρτί, έχεις μια πολύ καλή εικόνα του τελικού αποτελέσματος και μπορείς να την επικοινωνήσεις στους συνεργάτες σου. Είναι πολύ πιο εύκολο να εξηγήσεις αυτό που φαντάζεσαι δείχνοντας σκίτσα. Καλώς ή κακώς αν περιγράψεις μια σκηνή ο κάθε άνθρωπος θα την φανταστεί διαφορετικά. Είναι καλό ένας σκηνοθέτης να μπορεί να σκιτσάρει. Δεν εννοώ να είναι ζωγράφος. Αρκεί να μπορεί να σχεδιάσει το κλασικό ανθρωπάκι μέσα σε ένα κάδρο. Αυτό βοηθάει γιατί για να μπεις στη διαδικασία να σχεδιάσεις το κάθε σου πλάνο σημαίνει ότι το σκέφτεσαι για αρκετή ώρα και ελέγχεις αν λειτουργεί ή όχι. Εγώ συμπληρώνω τα storyboards με ελάχιστα 3d. Παίρνω τις κατόψεις των χώρων και τις μετατρέπω σε κτίρια. Χρησιμοποιώντας ανθρωπάκια κουνάω τις κάμερες μέσα στο χώρο και προσπαθώ να δω τι βλέπω.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει ένας σκηνοθέτης για να μπορέσει να δημιουργήσει στην Ελλάδα;

Εξαιρετικά γερό στομάχι. Πρέπει να έχει μια σφαιρική άποψη γύρω από όλες τις ειδικότητες. Να ξέρει τι σημαίνει κάμερα, μοντάζ, Vfx. Αυτό που λείπει στην  Ελλάδα είναι ο παραγωγός. Θα πρέπει ο σκηνοθέτης να είναι σε θέση να εκτελέσει χρέη παραγωγού. Να πάει να βρει λεφτά, ηθοποιούς, χώρους. Επίσης, χρειάζεται να έχει πολύ μεράκι και πολύ καλούς φίλους.

Αφήνοντας στην άκρη τεχνικά χαρακτηριστικά και σκηνοθετικές προσεγγίσεις ποια ταινία σημάδεψε τη ζωή σου; Ποια ταινία είδες και θέλησες να γίνεις από θεατής, δημιουργός;

Η πρώτη ταινία που θυμάμαι να μου κάνει εντύπωση ήταν το «KING KONG» του 1976. Είχα πλαντάξει στο κλάμα. Μπήκα σε ένα άλλο κόσμο και άρχισα να φαντάζομαι ιστορίες. Ζωγράφιζα το φεγγάρι πάνω από τα κτίρια, τον Κινγκ Κονγκ που τον σκοτώνουν. Το είδα στην τρίτη δημοτικού. Αλλά η ταινία που είδα και αποφάσισα να γίνω σκηνοθέτης ήταν  «Ο ΑΡΧΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙΩΝ». Το είδα τρίτη γυμνασίου στο σινεμά, είδα στη συνέχεια τα making of και είπα ότι αυτή είναι η δουλειά που θέλω να κάνω.

Σε ποιο στάδιο της δημιουργίας μιας ταινίας αισθάνεσαι πλήρης; Στη σύλληψη της ιδέας, στο τέλος της συγγραφής του σεναρίου, όταν βρεις cast, συνεργείο, στο τέλος του πρώτου γυρίσματος, στο τέλος του μοντάζ, στη διανομή;

Στη σύλληψη της ιδέας. Στη στιγμή της σύλληψης της ιδέας βρίσκεται το καλύτερο. Από κει και πέρα ξεκινάει ένας Γολγοθάς. Είναι μια μάχη με όλα τα άλλα που σου φωνάζουν ότι δεν πρέπει να κάνεις την ταινία.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σου;

Πέρυσι έστειλα στο κέντρο ένα σενάριο μικρού μήκους, για ταινία εποχής. Έχω την ανάγκη να κάνω ακόμα μια μικρού μήκους μετά τη «ΣΥΝΘΗΚΗ 10/60», όπου απέδειξα στον εαυτό μου ότι κατέχω τα τεχνικά. Τώρα θέλω να δουλέψω περισσότερο το σενάριο και τους ηθοποιούς.

Σχόλια

Exit mobile version