Η Ελλάδα είναι παραδοσιακά μια χώρα με μεγάλη αθλητική παράδοση. Παρά το γεγονός πως το κοινό επικεντρώνεται κυρίως στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ, υπάρχουν πολλά αθλήματα που έχουν δώσει στη χώρα μας σπουδαίες επιτυχίες και ανέλπιστα μετάλλια σε μεγάλες διοργανώσεις.
Οι καταδύσεις, είναι ένα από αυτά. Λίγοι το θυμούνται, όμως το πρώτο χρυσό μετάλλιο της Ελλάδας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ήρθε από τους εξαιρετικούς Θωμά Μπίμη και Νίκο Συρανίδη στο άθλημα της συγχρονισμένης κατάδυσης από βατήρα 3 μέτρων.
Προπονητής τους, ο Πέτρος Φυρίγος. Στη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή των καταδύσεων από το 1995 μέχρι και σήμερα, ο κ. Φυρίγος είναι ένας άνθρωπος που έχει καταφέρει πολλά και προσπαθεί καθημερινά, κάτω από αντίξοες συνθήκες να αναδείξει νέους πρωταθλητές. Τον βρήκαμε στο κλειστό κολυμβητήριο στο ΟΑΚΑ, όπου και μας μίλησε για όλα. Για τη ζωή του, το χρυσό μετάλλιο του 2004 και κυρίως για τα πολλά προβλήματα που ταλανίζουν εδώ και χρόνια των χώρο των καταδύσεων.
Ας το πάρουμε από την αρχή. Πότε ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τις καταδύσεις; Σε ποια ηλικία και με ποιο έναυσμα;
Αρχικά ήμουν αθλητής κολύμβησης, στον ΑΝΟΓ της Γλυφάδας. Αγωνίστηκα εκεί μέχρι το 1981 περίπου και μετά από αρκετές προπονήσεις συνήθιζα να ανεβαίνω στους βατήρες και να κάνω βουτιές. Έτσι, δειλά δειλά ξεκίνησα να ασχολούμαι με τις καταδύσεις.
Ως αθλητής φτάσατε σε μεγάλες επιτυχίες, έχοντας στο ενεργητικό σας 11 συνεχόμενα πρωταθλήματα Ελλάδος. Εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολα;
Εκείνη η εποχή δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τη σημερινή. Ήταν πολύ δύσκολη η κατάσταση και ό,τι καλό γινόταν, προέκυπτε από το θάρρος του κάθε αθλητή και από το πόσο πολύ “το γούσταρε” και το ήθελε. Οι καταδύσεις είναι ένα πολύ όμορφο και θεαματικό άθλημα, το οποίο έχει όμως πολλά εμπόδια και πολλές παραμέτρους, καθώς συνδυάζει αθλήματα όπως την ενόργανη, το τραμπολίνο και την ακροβατική. Όλα αυτά προετοιμάζονται έξω από την πισίνα ώστε να δούμε μία τέλεια βουτιά είτε από το τραμπολίνο είτε από τον βατήρα δέκα μέτρων. Παρά τις συνθήκες, ξεκίνησα σιγά σιγά και μου άρεσε πάρα πολύ. Κάναμε ό,τι κάναμε μέχρι το 1991, που ήταν οι τελευταίοι αγώνες της καριέρας μου. Εκεί, τερμάτισα 13ος όταν οι πρώτοι 12 έπαιρναν την πρόκριση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης που θα πραγματοποιούνταν λίγους μήνες μετά. Έμεινα έξω για σαράντα εκατοστά και αυτό ήταν το πρώτο χαστούκι του πρωταθλητισμού. Δε με πτόησε όμως.
Μετά τους αγώνες αυτούς, γίνατε προπονητής. Ήταν φυσικό επόμενο για εσάς ή προέκυψε στη πορεία;
Αγαπούσα πολύ τη προπονητική. Έβαλα κάτω τα πράγματα και προσπάθησα πολύ στο θέμα αυτό. Έμαθα, πήγα έξω για να παρακολουθήσω αγώνες και να δω πως λειτουργούν οι προπονητές και τα επιτελεία στο κορυφαίο επίπεδο. Από το 1995 και μετά που ανέλαβα τη θέση του ομοσπονδιακού προπονητή, τα μετάλλια δεν άργησαν να έρθουν. Ο Γιάννης Γαβριηλίδης, 3ος στο 10 μέτρα στο Πανευρωπαϊκό του Άαχεν, 1ος στο Πανευρωπαϊκό Νέων Ανδρών στη Τουρκία, και 4ος στο Παγκόσμιο του Καναδά στο Κεμπέκ. Ο Σωτήρης Τράκας, 3ος στο Πανευρωπαικό πρωτάθλημα. Ο Αλέξανδρος Μάνος, 1ος στο Άαχεν με επίδοση ρεκόρ για αθλητή Α κατηγορίας, και φυσικά το αποκορύφωμα ήταν το 2004.
Μιλάτε φυσικά για το Χρυσό Μετάλλιο του Μπίμη και του Συρανίδη στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.
Ναι, ήταν μία πολύ μεγάλη στιγμή. Ήταν μία προσπάθεια πολλών ετών και μία συνεργασία με πολλές δυσκολίες. Ήταν πραγματικά αντίξοες οι συνθήκες, όμως μας ωφέλησε πολύ το γεγονός πως κάναμε μία πολύ μεγάλη και σοβαρή προετοιμασία 16-17 μηνών από το 2003 μέχρι τους Αγώνες στη Πάτρα, καθώς είχαν κλείσει τα κολυμβητήρια στην Αθήνα για να ανακαινιστούν. Ήταν μία προετοιμασία σε επαγγελματικά πρότυπα, όπως ακριβώς έπρεπε να είναι. Με τριπλές προπονήσεις, με γιατρούς, φυσικοθεραπευτές.
Το περιμένατε; Είχατε δηλώσει πριν τον αγώνα πως έχετε ένα περίεργο προαίσθημα.
Ναι εγώ το περίμενα. Είχα την διαίσθηση. Είχε γίνει πραγματικά πολύ μεγάλη προσπάθεια τόσο προπονητικά και οργανωτικά σε συνεργασία με τη Γεωργία Φυρίγου, τόσο και από την πλευρά των παιδιών που πάλεψαν χωρίς καμία βοήθεια. Ήταν μία τεράστια επιτυχία, το πρώτο Χρυσό Μετάλλιο στον υγρό στίβο και το πρώτο Χρυσό εκείνων των Ολυμπιακών, κόντρα σε υπερδυνάμεις του χώρου όπως η Κίνα, η Ρωσία και η Γερμανία. Δυστυχώς όμως, αυτό έμεινε εκεί.
Πάμε στο σήμερα. Λέτε πως η επιτυχία του 2004 έμεινε εκεί. Είναι γνωστό πως υπάρχουν πολλά προβλήματα στον χώρο. Τι ελλείψεις υπάρχουν; Σε ποιους τομείς;
Τα προβλήματα δυστυχώς είναι πολλά και σοβαρά. Λείπει το πρόγραμμα, η οργάνωση. Κτίστηκε το δικό μας σπίτι, το καταδυτήριο-προπονητήριο του Αγίου Κοσμά, το οποίο ουσιαστικά δεν υφίσταται. Για τις καταδύσεις και μόνο είναι κλειστό, από το 2014, όταν και έγινε ένα ατύχημα με τον αθλητή μας τον Μιχάλη Φαφαλή. Από τότε, όλα έμειναν υποσχέσεις.
Αυτό είναι θέμα ομοσπονδίας ή του κράτους;
Αυτό είναι θέμα της Πολιτείας. Είχαν εκταμιευθεί 60 χιλιάδες ευρώ για την αγορά 3 νέων σανιδιών – τραμπολίνων και για ανακατασκευή των βατήρων, τα οποία όμως ουδέποτε δόθηκαν ώστε να γίνουν αυτά που έπρεπε να γίνουν και να μπορέσουμε απρόσκοπα να κάνουμε προπονήσεις και προετοιμασία. Αναγκαζόμαστε να γυρνάμε από εδώ και από εκεί για να βρούμε μία πισίνα και να κάνουμε προπόνηση. Που και πως θα μπορέσουμε να ετοιμάσουμε αυτά τα παιδία για να έχουν στόχους και κίνητρα; Τα πράγματα δεν είναι όπως πρέπει να είναι. Φτιάχτηκε προπονητήριο στον Άγιο Κοσμά, και δυστυχώς δε μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε. Ξέρουμε να πατάμε στα πόδια μας, δε πετάμε στα σύννεφα και γνωρίζουμε πως έχει η κατάσταση. Η Ομοσπονδία προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί. Παρόλα αυτά λειτουργούμε και κάνουμε αγώνες σε σανίδια 12-14 χρόνων, τα οποία είναι φυσικά πολύ επικίνδυνα. Είναι κάτι απλό να μπορέσουν οι αθλητές να έχουν ασφαλή σανίδια και βατήρες. Δυστυχώς όμως, δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον από τους ιθύνοντες και τον αρμόδιο Υπουργό για ένα άθλημα που έχει δώσει ένα χρυσό μετάλλιο στη χώρα μας, παρά τις υποσχέσεις που ακούσαμε από τον προηγούμενο Υφυπουργό Αθλητισμού, κ.Ανδριανό.
Δεν υπάρχουν άλλοι πόροι εκτός από τη Πολιτεία; Κάποιος χορηγός για παράδειγμα;
Όχι. Δυστυχώς, είμαστε το μόνο άθλημα και το λέω με μεγάλη πικρία, όπου δε πήραμε καμία απολύτως επιχορήγηση και δεν υπάρχει κάποιος χορηγός ή σπόνσορας. Και αυτό, παρά τις επιτυχίες που έχουμε κατά καιρούς και ένα σπουδαίο παρελθόν πίσω μας, καθώς από το 1992 και έπειτα έχομε συνεχώς εκπροσώπηση στις Ολυμπιάδες. Είναι ένα μεγάλο μου παράπονο, το οποίο εκφράζω με κάθε ευκαιρία. Με έχει κουράσει αρκετά αυτή η κατάσταση, να φτάνουμε να παρακαλάμε για το αυτονόητο. Και πριν το 2004 έτσι ήμασταν, όμως περίμενα με το χρυσό και την προβολή που είχαμε ως άθλημα και ως χώρα να αλλάξουν τα πράγματα. Μόνο για έξι μήνες κράτησε αυτό. Μετά πάλι τα ίδια. Δυστυχώς, έτσι είναι η Ελλάδα. Υπάρχει σεβασμός από όλες τις χώρες, τις μεγάλες αθλητικές-καταδυτικές στον κόσμο (Κίνα, Ιταλία, Ρωσία) και δεν υπάρχει δυστυχώς από την ίδια τη χώρα. Δεν υπάρχει ο απαιτούμενος σεβασμός για τους προπονητές, τους αθλητές, που πραγματικά μόχθησαν και πάλεψαν για να φέρουν επιτυχίες και το χρυσό του 2004.
Παρ’ όλα αυτά, αυτό που βλέπω και εγώ εδώ γύρω μας είναι πολλά παιδιά. Παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με την κολύμβηση και τις καταδύσεις. Σας δίνει αυτό επιπλέον κίνητρο; Σε τι επίπεδο είναι οι ακαδημίες στη χώρα μας;
Σίγουρα μου δίνει επιπλέον κίνητρο. Κοιτάμε όμως και μπροστά. Είμαστε δέκα μήνες πριν την Ολυμπιάδα, πρέπει να κοιτάμε ποια παιδιά μπορούν να πάρουν την πρόκριση και να πετύχουν κάτι καλό. Από εκεί και πέρα, υποδομή υπάρχει. Λειτουργούν έξι σύλλογοι αυτή τη στιγμή, στους οποίους υπάρχει μεγάλη συμμετοχή και γίνεται πραγματικά πολύ καλή δουλειά. Αυτό όμως δε λέει κάτι. Το σημαντικό είναι να βγαίνουν νέοι αθλητές, να προωθούνται σιγά σιγά, να μπαίνουν στα κλιμάκια της εθνικής ομάδας και με σωστή καθοδήγηση, με λίγο πιο έμπειρους προπονητές, με καλύτερες συνθήκες – γιατί άλλο να δουλεύεις με δέκα παιδιά, και άλλο με εξήντα- να καταφέρουν πράγματα στο χώρο. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν καθόλου ώρες προπόνησης για την Εθνική ομάδα. Έχουμε μόνο δύο ώρες, αντί για τέσσερις, εδώ στο κολυμβητήριο του ΟΑΚΑ, και αυτές τις δανειζόμαστε κατά κάποιο τρόπο ως Εθνική από τους συλλόγους. Κάτι που δυσχεραίνει περισσότερο το έργο μας.
Ποιοι είναι οι επόμενοι στόχοι σας, τόσο στο σύντομο όσο και στο πιο μακρινό μέλλον;
Στόχος μας είναι να πάρουμε μία ή δύο προκρίσεις για την Ολυμπιάδα. Θεωρώ πως παρά τις δύσκολες συνθήκες αυτό είναι εφικτό. Βέβαια, γίνεται μία τρομερή προσπάθεια από όλους μας και έχουμε πολλά εμπόδια στον δρόμο μας. Έχουμε ήδη έναν αθλητή, τον Στέφανο Παπαρούνα, που είναι σε καλό επίπεδο και έχει τις δυνατότητες, αλλά έχει αρκετά προβλήματα στα γόνατά του λόγω της εκτεταμένης χρήσης των παλιών και επικίνδυνων σανιδιών. Αυτά έχουν φέρει μεγάλες επιβαρύνσεις στα γόνατα του αθλητή, με αποτέλεσμα να είμαστε συνέχεια με γιατρούς και φυσικοθεραπευτές για να τον προστατέψουμε και να δούμε τι θα κάνουμε. Μακροπρόθεσμα, υπάρχουν αρκετά παιδιά σε επίπεδο Β Κατηγορίας, Νεανίδων Εφήβων και Νέων Ανδρών, τα οποία μπορούν με αρκετή δουλειά να βρεθούν στην Εθνική και να στοχεύσουν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 2020.
Είστε αισιόδοξος;
Σε θέματα υποδομής και ταλέντου, ναι. Στα υπόλοιπα όχι. Δε θεωρώ πως θα αλλάξει κάτι. Έχει αρχίσει και με κουράζει πολύ η αδιαφορία. Μιλάμε για τρομερή αδιαφορία. Εγώ όμως το αγαπάω αυτό που κάνω, και μέσα από τις δυνατότητες μου προσπαθώ να διδάξω στους αθλητές μου ότι όποιος έχει την επιμονή και την υπομονή, μπορεί να κάνει κάτι καλό όπως ο Μπίμης και ο Συρανίδης το 2004. Αυτή είναι η Ελλάδα μας, αυτός είναι ο αθλητισμός μας. Πρέπει να δημιουργούμε συνεχώς κίνητρα στους αθλητές μας, γιατί δεν έχουν κανέναν χορηγό, καμία βοήθεια. Δυστυχώς, στη χώρα μας πλεονέκτημα έχουν τα αθλήματα που έχουν μπάλα, είτε αυτό λέγεται ποδόσφαιρο και μπάσκετ, είτε αυτό λέγεται πόλο. Αθλητισμός δεν είναι μόνο αυτά τα σπορ. Στην Ευρώπη είναι εντελώς διαφορετικές οι συνθήκες. Εκεί βλέπουμε τον σεβασμό που δεν έχουμε μέσα στην ίδια μας την χώρα. Αλλά είπαμε. Αυτή είναι η Ελλάδα μας. Το 2004 έγινε μία οργανωμένη προσπάθεια και φτάσαμε να έχουμε τόσα μετάλλια. Αν τους ενδιαφέρει ο ελληνικός αθλητισμός, και όχι μόνο τα “μεγάλα” αθλήματα, πρέπει να κοιτάξουν αμέσως την κατάσταση. Γιατί δε πρέπει να ξεχνάμε πως ο αθλητισμός είναι πολιτισμός και σε κάθε εμφάνισή μας πρέπει να προβάλλουμε και να διαφημίζουμε τη χώρα μας.
Επιμέλεια: Μάκης Σερεπίσος
Φωτογραφίες: Γιάννα Βασιλειάδη