Προσοχή στα λογικά σας, κύριοι,
προσοχή στα λογικά σας.
Δεν ξέρετε ως που θα μας σύρει
το μίσος για τη λογική…
Ο Αντονέν Αρτώ (4 Σεπτεμβρίου 1896-4 Μαρτίου 1948) υπήρξε Γάλλος ηθοποιός, ποιητής, σκηνοθέτης, συγγραφέας, σκηνογράφος, ενδυματολόγος και θεωρητικός του θεάτρου. Ήταν από τα πρώτα μέλη του υπερρρεαλισμού και τακτικός συνεργάτης του περιοδικού La Revolution Surrealiste (Η Υπερρεαλιστική επανάσταση). Έγραψε θεατρικά έργα, σενάρια, δοκίμια, κριτικές, ποιήματα, μανιφέστα και πολλές επιστολές με ή χωρίς παραλήπτη.
Έμεινε έγκλειστος για 9 χρόνια. Κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής κινδύνεψε να πεθάνει από ασιτία και με τη βοήθεια της μητέρας του και του Ντεσνός μεταφέρθηκε στο άσυλο Rodez. Εκεί τον υπέβαλλαν σε απανωτά ηλεκτροσόκ. Σε λιγότερο από έναν χρόνο ο Αρτώ είχε υποβληθεί σε περισσότερα από 51 ηλεκτροσόκ! Στη διάρκεια δε μιας “θεραπείας”, ο Αρτώ θα σπάσει το πλευρό του ενώ σε μια άλλη θα πέσει σε κώμα και θα ξυπνήσει στο νεκροτομείο. Μετά απ’ όλα αυτά αρχίζει να υποφέρει από αιμορραγία στα έντερα και θα χάσει όλα του τα δόντια. Το 1946 τελικά απελευθερώνεται αλλά είναι άρρωστος με καρκίνο στα έντερα και θα πεθάνει τελικά το 1948 από υπερβολική δόση ενός φαρμάκου. Η υπόνοια ότι μάλλον αυτοκτόνησε υπάρχει ακόμη.Όσο ήταν στις ψυχιατρικές κλινικές, ο Αρτώ έγραφε ασταμάτητα. Εκεί ήρθε σε επαφή με τις μεγαλύτερες επιρροές του τον Ρεμπώ και τον Μπωντλαίρ.
“…Με πίεζαν
ακόμα και στο σώμα μου
και μέχρι μέσα στο σώμα
και τότε ήταν
που τίναξα στον αέρα τα πάντα
γιατί το σώμα μου
δεν θα αφήσω να τ’ αγγίξει
κανένας πια.”
Ο Αρτώ και οι υπερρεαλιστές.
Το 1920 προσχώρησε στο κίνημα του υπερρεαλισμού. Έγινε διευθυντής της Σουρεαλιστικής Κεντρικής Επιτροπής και κρατούσε το ημερολόγιο του γραφείου σουρεαλιστικών ερευνών. Ωστόσο σύντομα διαφώνησε με τους συντρόφους του, όταν μετά από πρωτοβουλία του Μπρετόν προσχώρησαν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Για τον Αρτώ, η επανάσταση για την οποία μιλούσαν οι υπερρεαλιστές δεν χωρούσε μέσα σε οποιοδήποτε κόμμα. Δεν αρνείται την κοινωνική επανάσταση, απλά θεωρεί κρίσιμο η επανάσταση να είναι πρώτα εσωτερική.
Το όραμα του Αρτώ για το θέατρο
Ο Αρτώ θεωρεί το θέατρο πολύ σημαντικό και δίνει μεγάλη βάση σε αυτό, σε αντίθεση με τους υπερρεαλιστές συντρόφους του που το θεωρούν ανώφελη διασκέδαση για τους αστούς. Έτσι η ίδρυση του θεάτρου “Αλφέ Ζαρρύ” αποτέλεσε έναν ακόμη λόγο για την αποπομπή του από την ομάδα τους.
Στο θέατρο συμμετείχαν με έργα τους οι Ροζέ Βιτράκ και Ρομπέρ Αρόν. Ανάμεσα στα έργα που ανέβηκαν ήταν και η “Μάνα” του Μπουντόβκιν, ένα από τα πιο κλασσικά έργα του ρώσικου φορμαλισμού. Το “Αλφέ Ζαρρύ” ωστόσο έκλεισε λίγο αργότερα για οικονομικούς λόγους.
Το όραμα του ήταν να δημιουργήσει μέσω μιας πραγματικής καλλιτεχνικής επανάστασης ένα θέατρο πέρα και μακριά από τις συμβατικές αστικές μορφές. Σύμφωνα με αυτόν, η καπιταλιστική κοινωνία είχε μετατρέψει το θέατρο σ’ ένα μικροαστικό φερέφωνο που ως στόχο είχε την κοσμικότητα και το χειροκρότημα. Κάτι τέτοιο ήταν πολύ μακριά από τον πραγματικό λόγο ύπαρξης του θεάτρου. Αυτός για τον Αρτώ είναι η κάθαρση.
Έτσι δημιούργησε το “Θέατρο της Σκληρότητας”. Ένα θέατρο που απέρριπτε όλες αυτές τις συμβατικές μορφές που εκπροσωπούσαν τα καπιταλιστικά στοιχεία. Ένα θέατρο που βασίζεται στην παιδεία και όχι στο θέαμα, κοντά στα αρχέγονα πρότυπα που τόσο θαύμαζε.
Τι είναι το “Θέατρο της Σκληρότητας;”
Βασικός στόχος του θεάτρου είναι η απομάκρυνση του κοινού από την καθημερινότητα με στόχο την λύτρωση του. Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από σύμβολα, έντονα εκφραστικά μέσα(χρήση γκροτέτσκου, του πόνου) και τεχνικές. Ο σκοπός δεν είναι η φυσική παρουσία του θεατή αλλά η νοητική και η βία που προβάλει δεν είναι σωματική αλλά ψυχική. Έτσι μια παράσταση του θεάτρου της σκληρότητας λειτουργεί σύμφωνα με τον Αρτώ ως ψυχοθεραπεία, ως λύτρωση με στόχο την αφύπνιση. Ο Αρτώ θεωρούσε ότι στις καπιταλιστικές κοινωνίες όπου τα πάντα είναι αυτοματοποιημένα και κορεσμένα, η τέχνη πρέπει να είναι βίαιη ώστε να σοκάρει για ν’αφυπνίσει.
Το θέατρο που πέθανε αμέσως μετά την γέννηση του
Ο Αρτώ θα ανεβάσει μια και μοναδική παράσταση, τους “Τσένστσι” από την πεντάπρακτη τραγωδία του Shelley (1819) και το διήγημα του Stendhal (1837). Το κείμενο, όπως έλεγε, έθετε σε αμφισβήτηση “όλες τις παραδοσιακές αξίες της κοινωνίας, της τάξης, της δικαιοσύνης, της θρησκείας, της οικογένειας, του έθνους”.
Η παράσταση κρίθηκε ως αποτυχία από κοινό και κριτικούς κι έμεινε μόνο 17 μέρες στη σκηνή. Η παταγώδης αποτυχία τον έκανε να εγκαταλείψει οριστικά την θεατρική σκηνή. Αηδιασμένος από τον δυτικό εκφυλισμό της καταναλωτικής κοινωνίας, φεύγει το επόμενο έτος στο Μέξικο όπου ζει με μια φυλή Ινδιάνων, αναζητώντας την ανακάλυψη της απαρχής των ανθρώπινων κοινωνιών.
“… θ’ αφιερωθώ αποκλειστικά πια
στο θέατρο
έτσι όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι
ένα θέατρο που σε κάθε παράσταση θα
δίνει ένα κέρδος
σωματικό
τόσο σ’ αυτόν που παίζει ένα ρόλο
όσο και σ’ αυτόν που βλέπει να παίζεται ένας ρόλος
εξάλλου στο θέατρο δεν παίζεις,
δρας.
Στην πραγματικότητα το θέατρο είναι η γέννηση της δημιουργίας
Αυτό θα γίνει.”
Για να τελειώνουμε με την υπόθεση του Θεού
Η μοναδική σκηνοθεσία που έκανε μετά τους “Τσέντσι” ήταν όχι πια για το θέατρο, αλλά για το ραδιόφωνο. Το 1947 ηχογράφησε το “Pour en finir avec le jugement de Dieu” (“Για να τελειώνουμε με την υπόθεση του θεού”) ως μια μικρογραφία αυτού που εννοούσε “θεάτρο της σκληρότητας”.
Το κείμενο γράφτηκε μέσα στο άσυλο και κάνει κατά μέτωπο επίθεση -την τελευταία του- στον χριστιανισμό, την ψυχιατρική, τον πόλεμο.
Πιστός στην θεωρία του της σκληρότητας, το έργο είναι γεμάτο ουρλιαχτά και παράξενους ήχους, σκοτεινή ατμόσφαιρα και άγρια γλώσσα. Το έργο λογοκρίθηκε την τελευταία στιγμή πριν βγει στον αέρα.
Η αλήθεια είναι ότι είναι λίγο δύσκολο να κατανοήσει κανείς πλήρως το έργο του Αρτώ. Το μόνο σίγουρο είναι πώς ήταν εκφραστής της απόλυτης ελευθερίας. Απέρριψε το υπάρχον σύστημα, πολύ πριν το απορρίψει αυτό. Και αλήθεια, πόσο μακριά από την σύγχρονη κοινωνία είναι μερικές από τις απόψεις του;
Ο Αρτώ αναφέρεται σε μια κοινωνία όπου τα πάντα είναι αυτοματοποιημένα, η τέχνη έχει γίνει υποχείριο της μικροαστικής τάξης και δεν έχει ως στόχο να αφυπνίσει αλλά προσβλέπει στο χρήμα, την κοσμικότητα και το χειροκρότημα. Το είδος της βίας που υμνεί είναι ψυχικό και έχει ως στόχο την αφύπνιση του θεατή. Μέσα από την τέχνη μπορεί κανείς να περάσει πολλά μηνύματα και αυτό είναι ίσως κάτι που λείπει σήμερα. Ο Αρτώ μιλά για όλους αυτούς που χάνονται μέσα στο σύστημα και εκφράζει όλους αυτούς που δεν συμβιβάζονται με αυτό. Εκφράζει όλους αυτούς που είναι μόνοι τους σε όλο αυτό και το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι δεν μπορούν να επικοινωνήσουν με τους υπόλοιπους αλλά δεν μπορούν να επικοινωνήσουν και με τον ίδιο τους τον εαυτό.
“Εκεί όπου οι άλλοι υποκρίνονται ότι παρουσιάζουν έργα και ποιήματα εγώ δεν προτίθεμαι παρά να εκθέσω το πνεύμα μου γυμνό. Ζωή σημαίνει να σε καίνε τα ερωτήματα.Δεν αντιλαμβάνομαι το έργο σαν ξεκομμένο απ’ τη ζωή. Δεν μ’ αρέσει η ξεκομμένη απ’ τη ζωή δημιουργία. Άλλωστε, δεν αντιλαμβάνομαι, δεν μπορώ ν’ αντιληφθώ το πνεύμα σαν ξεκομμένο απ’ το πνεύμα. Κάθε ένα από τα έργα μου, κάθε ένα από τα εσωτερικά μου επίπεδα, κάθε μία από τις ψυχρές ανθοφορίες της ψυχής μου επικαλύπτουνε, θαρρείς, με κάτι σαν γλοιό ολόκληρο το είναι μου. Γι αυτό και μπορώ να με βρίσκω τόσο μέσα σ’ ένα γράμμα προορισμένο να εξηγήσει το ενδόμυχο σημείο αιχμής του είναι μου και τον υπέρλογο ευνουχισμό της ζωής μου όσο και μέσα σ’ ένα δοκίμιο εξωτερικό του εαυτού μου και το οποίο φαντάζει στα μάτια μου σαν μία κύηση αδιάφορη προς το πνεύμα μου. Υποφέρω που το Πνεύμα δεν βρίσκεται εντός της ζωής και που η ζωή δεν είναι το Πνεύμα, υποφέρω από το Πνεύμα-όργανον, από το Πνεύμα-μετάφραση, το Πνεύμα-φόβητρο που με βία εγγράφει τα πράγματα εντός του Πνεύματος.” (Από τη συλλογή Ο ομφαλός των φύλλων [1925])