Προολυμπιακό τουρνουά Ελβετίας, 6 Μαΐου 1980. Η Εθνική Ελλάδος στο μπάσκετ δεν έχει καταφέρει τίποτα το αξιοσημείωτο μέχρι τότε. Αποτυχίες σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα- όταν βέβαια κατάφερνε να φτάσει μέχρι εκεί- και προολυμπιακά τουρνουά, ανυπαρξία οργάνωσης και σχεδίου, κανένα σημαντικό επίτευγμα παρά τους καλούς παίκτες που διέθετε.
Και όμως εκείνη η μέρα ήταν η πιο σημαντική για το μπάσκετ στη χώρα μας. Στη πόλη Βεβέ της Ελβετίας, η Εθνική παρατάχθηκε με ένα εντελώς άγνωστο πρόσωπο στη σύνθεσή της. Έναν γεροδεμένο, μελαχρινό νεαρό 23 χρονών με το νούμερο 4, απεσταλμένο της Μοίρας να αλλάξει τα πάντα στο ελληνικό μπάσκετ, καταδικασμένο να αφήσει για πάντα το στίγμα του στο άθλημα και στον ελληνικό αθλητισμό. Το όνομά του, Νίκος Γκάλης.
Η ΑΡΧΗ
Γεννημένος στις 23 Ιουλίου 1957, γιος Ελλήνων μεταναστών από την Ρόδο, μεγάλωσε στις φτωχογειτονιές του Νιου Τζέρσει όπως πολλά από τα Ελληνόπουλα δεύτερης γενιάς. Ο Νίκος Γεωργαλής, όπως είναι το αληθινό όνομά του, ξεκίνησε να ασχολείται από μικρό παιδί με την πυγμαχία. Του άρεσε, αλλά γρήγορα κατάλαβε πως είναι φτιαγμένος για άλλα πράγματα. Όταν ακούμπησε την πορτοκαλί μπάλα σε ένα από τα εκατοντάδες ανοιχτά γήπεδα των ΗΠΑ, ο έρωτας ήταν αστραπιαίος. Δεν άργησε να ενταχθεί σε ένα από τα καλύτερα τότε κολέγια, του Σίτον Χολ. Εκεί, αγωνιζόμενος σε θέση shooting guard, ο Γκάλης έδειξε σε όλους το ατόφιο, εξαιρετικό ταλέντο του. Έφτασε την χρονιά 1978-1979 να έχει 27,5 πόντους μέσο όρο, πίσω από τον δεύτερο και μετέπειτα θρύλο του NBA, Larry Bird. Εύλογα επιλέχτηκε από τους Boston Celtics στο Draft εκείνης της χρονιάς, αλλά δεν έπαιξε ποτέ με τη φανέλα τους. Εκείνο το γεγονός θεωρήθηκε από πολλούς έκπληξη και λίγα χρόνια αργότερα, ο θρυλικός προπονητής των Celtics, Red Auderbach, παραδέχτηκε σε συνέντευξή του πως το να μη δώσει ευκαιρία στον Γκάλη ήταν το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας του!
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΡΗΣ
Κάθε εμπόδιο για καλό όμως. Ο Νίκος Γκάλης αποφάσισε να έρθει στη χώρα του και να δείξει σε όλους την αξία του. Ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός τον διεκδίκησαν, όμως αυτός κατέληξε στον Άρη Θεσσαλονίκης. Σε μία ομάδα πολύ δυνατή, ο Γκάλης από πολύ νωρίς παρουσίασε δείγματα του σπουδαίου ταλέντου του. Τη πρώτη του χρονιά αναδείχθηκε τρίτος σκόρερ του πρωταθλήματος, ενώ την επόμενη σεζόν ολοκλήρωσε τις αγωνιστικές του υποχρεώσεις με τον εξωφρενικό μέσο όρο των 44 πόντων ανά παιχνίδι!
Τα επόμενα χρόνια ήταν αυτά της προσωπικής καθιέρωσης του Γκάλη και της γιγάντωσης του Άρη και της Εθνικής ομάδας με αυτόν απόλυτο πρωταγωνιστή. Μετά από το ίσως πιο συγκλονιστικό ματς όλων των εποχών στο ελληνικό μπάσκετ, όπου ο Άρης με 63 πόντους του Γκάλη επικράτησε με 114-113 του Ιωνικού Νικαίας με 72 πόντους του Παναγιώτη Γιαννάκη, ο «Δράκος» έγινε συμπαίκτης του Νικ και στον Άρη και το ταξίδι προς την κορυφή ξεκίνησε. Με του δύο παίκτες να δένουν και να λύνουν στην περιφέρεια και τον Ιωαννίδη να τους καθοδηγεί μαεστρικά από τον πάγκο, η ομάδα της Θεσσαλονίκης έγινε μία από τις κορυφαίες ομάδες σε Ελλάδα και Ευρώπη. Από το 1984 και μέχρι το 1991, ο Άρης κατέκτησε 7 συνεχόμενα πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα 5 συνδυάστηκαν μαζί με το Κύπελλο Ελλάδας, επίδοση απίστευτη και δείγμα της τρομερής ομάδας που διέθετε τότε. Μέσα σε αυτά τα πρωταθλήματα, ο Άρης έτρεξε ένα μυθικό σερί 80 νικών που κράτησε για 3 ολόκληρα χρόνια, με τον Γκάλη να πυροβολεί τα αντίπαλα καλάθια και να ανακηρύσσεται συνεχώς πρώτος σκόρερ. Παράλληλα, ο Άρης πετύχαινε σημαντικά επιτεύγματα στην Ευρώπη. Μπορεί να μην κατέκτησε κάποιον τίτλο, αλλά μόνο το γεγονός πως κόντραρε στα ίσια ομάδες-μεγαθήρια της εποχής όπως η Τρείσερ Μιλάνου και η Βαρέζε και συμμετείχε σε τρία συνεχόμενα Final Four του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, από το 1988 μέχρι το 1990, χωρίς όμως να καταφέρει να φτάσει στην κορυφή σε κάποιο από αυτά. Παρ ‘όλα αυτά, οι πορείες στην Ευρώπη ήταν σπουδαίες και ο Γκάλης με τις μεγάλες και ηγετικές εμφανίσεις του ήταν ο απόλυτος πρωταγωνιστής, σκοράροντας πολύ και οδηγώντας την ομάδα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Το 1992 αποφάσισε να συνεχίσει την καριέρα του στον Παναθηναϊκό, αφού το συμβόλαιο του με τον Άρη δεν ανανεώθηκε. Η αθηναϊκή ομάδα δε βρισκόταν τότε σε καλή περίοδο αγωνιστικά, καθώς ήταν για πολλά χρόνια στην σκιά του Άρη αλλά και του πολύ δυνατού ΠΑΟΚ της εποχής εκείνης. Ο Γκάλης όμως έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην αναγέννηση του Παναθηναϊκού, καθώς με πολύ καλές εμφανίσεις τον οδήγησε στην κατάκτηση ενός Κυπέλλου Ελλάδας αλλά και στην Τρίτη θέση της Ευρώπης στο Final Four του Τελ Αβίβ.
Με το ξεκίνημα της σεζόν 1994-1995, ο Παναθηναϊκός απέκτησε τον Παναγιώτη Γιαννάκη και πλέον στόχος του ήταν ξεκάθαρα η κορυφή της Ελλάδας και της Ευρώπης. Ο Γκάλης συνέχιζε τις καλές εμφανίσεις, όμως ο προπονητής Κώστας Πολίτης μείωσε τα αγωνιστικά του λεπτά, κάτι που έκανε τον έμπειρο άσο να δυσαρεστηθεί. Η κατάσταση δεν άλλαζε, ο προπονητής δεν υποχωρούσε και πλέον η έκρηξη έμοιαζε κοντινή. Έτσι λοιπόν και έγινε, όταν στις 18 Οκτωβρίου 1994 στον αγώνα απέναντι στους Αμπελόκηπους ο επονομαζόμενος “Gangster” έμεινε στο πάγκο και δε ξεκίνησε βασικός. Θεωρώντας άδικη και προσβλητική την απόφαση του προπονητή του, ο Γκάλης αποχώρησε από το γήπεδο και δε ξαναγύρισε ποτέ, παρά τις προσπάθειες του ιδιοκτήτη του Παναθηναϊκού Παύλου Γιαννάκοπουλου. Άλλαξε προπονητή, του πρότεινε ακόμα και να τον αφήσει να γυρίσει στον Άρη, αλλά τίποτα δεν έπεισε τον Γκάλη να γυρίσει. Έτσι, ανακοίνωσε στις 28 Σεπτεμβρίου του 1995 το τέλος της καριέρας του. Ένα τέλος που σίγουρα δε συμβάδιζε με την σπουδαία καριέρα του και τα μαγικά επιτεύγματά του και πόνεσε το ελληνικό μπάσκετ σε μεγάλο βαθμό.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΘΝΙΚΗ
Παρά τα σημαντικά επιτεύγματα του στον Άρη, αυτό που καθιέρωσε πραγματικά τον Γκάλη στη συνείδηση του κόσμου ως τον πλέον κορυφαίο ήταν αναμφίβολα οι εμφανίσεις του με την Εθνική ομάδα. Με το εθνόσημο στο στήθος και έχοντας δίπλα του σπουδαίους παίκτες όπως ο Γιαννάκης, ο Χριστοδούλου και ο Φασούλας, ο Γκάλης έκανε όλους τους Έλληνες να πανηγυρίζουν έξαλλα και τους υπόλοιπους να παραμιλάνε με το επιθετικό του ταλέντο και τα εξαιρετικά τελειώματα του. Η αρχή των μεγάλων διακρίσεων έγινε στο Μουντομπάσκετ του 1986, όπου η πρωτάρα Εθνική Ελλάδος κατέκτησε την υψηλή 10η θέση, με τον Γκάλη να ανακυρήσσεται πρώτος σκόρερ του τουρνουά με 337 πόντους συνολικά!
Η απόλυτη επιτυχία και η μεγαλύτερη νίκη ήρθε όμως αναμφίβολα του 1987. Στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας, η Εθνική Ελλάδος έκανε ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα στην ιστορία των ομαδικών αθλημάτων. Με τον Γκάλη απόλυτο πρωταγωνιστή και σκόρερ, τον αρχηγό Γιαννάκη να δίνει την ψυχή και τον τσαμπουκά του και τους Φασούλα, Χριστοδούλου και τα άλλα παιδιά να παίζουν τους δικούς τους πολύτιμους ρόλους, η επίσημη αγαπημένη των Ελλήνων έφτασε στην κορυφή της Ευρώπης. Ξεπέρασε όλες τις προσδοκίες και τα όνειρα των φιλάθλων, πάτησε πάνω στα μεγαθήρια της εποχής ΕΣΣΔ και Γιουγκοσλαβία και έφτασε πανηγυρικά στη πρώτη θέση που επισφραγίστηκε από τις αξέχαστες βολές του Αργύρη Καμπούρη. Μία ομάδα-όνειρο για τους Έλληνες, η οποία φυσικά είχε ηγέτη τον αξεπέραστο Νίκο Γκάλη, πρώτο σκόρερ και MVP του τουρνουά.
Το 1989, πριν ακόμα κοπάσουν οι χαρές και τα πανηγύρια για το θαύμα του ’87, η Εθνική έκανε πάλι ένα απίστευτο Ευρωμπάσκετ. Η δεύτερη θέση πίσω από τους τρομερούς Γιουγκοσλάβους επιβεβαίωσε τη δυναμική της ομάδας και εγκαθίδρυσε τον Γκάλη ανάμεσα στους κορυφαίους της Ευρώπης. Πάλι πρώτος σκόρερ, πάλι ο απόλυτος πρωταγωνιστής μίας ομάδας που πριν την έλευσή του δεν υπήρχε στο μπασκετικό χάρτη. Οι εμφανίσεις του ιδιαίτερα σε αυτά τα 2 Ευρωμπάσκετ αλλά και σε αυτά του 1983 και του 1991 ήταν μαγικές, βγαλμένες από άλλο πλανήτη. Η κυριαρχία του Γκάλη ήταν απόλυτη και μαζί με τους υπόλοιπους αστέρες που είχε δίπλα του, έβαλε τις βάσεις για την ανάπτυξη του μπάσκετ στη χώρα μας και την γιγάντωση της Εθνικής μας ομάδας σε όλες τις ηλικίες.
Ο Νίκος Γκάλης είναι το πιο λαμπερό κεφάλαιο στον ελληνικό αθλητισμό, ο κορυφαίος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών στη χώρα μας. Μία ασταμάτητη καλαθομηχανή, ένας δεινός σκόρερ που εκτελούσε με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους. Δεν υπήρχε καμία άμυνα και κανένας παίκτης να τον σταματήσει και δίκαια θεωρείται ένας από τους κορυφαίους Ευρωπαίους μπασκετμπολίστες, μαζί με τον αείμνηστο Ντράζεν Πέτροβιτς, τους Λιθουανούς Σαμπιόνις και Μαρτσουλιόνις, τον Κούκοτς και μερικούς άλλους. Με τη συνολική του παρουσία άλλαξε εντελώς την ταυτότητα και το DNA του μπάσκετ στη χώρας μας, μετατρέποντας την Εθνική μας ομάδα από κομπάρσο σε πρωταγωνιστή. Ο μύθος του Γκάλη, του γκάνγκστερ των καλαθιών, θα μείνει για πάντα αναλλοίωτος στο πέρασμα των χρόνων, όσες διακρίσεις και αν
ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ
- 8 Πρωταθλήματα Ελλάδας: 1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991
- 7 Κύπελλα Ελλάδας: 1985, 1987, 1988, 1989, 1990,1992,1993
- 1 Χρυσό μετάλλιο Ευρωμπάσκετ: 1987
- 1 Αργυρό μεταλλιο Ευρωμπάσκετ: 1989
- 1 MVP Ευρωμπάσκετ: 1987
- 5 MVP Πρωταθλήματος Ελλάδας: 1988, 1989, 1990, 1991, 1992
- 11 φορές Πρώτος σκόρερ Ελληνικού Πρωταθλήματος: 1981, 1982, 1983, 1984, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990, 1991
- 2 φορές πρώτος σκόρερ Κυπέλλου Πρωταθλητριών: 1992, 1994
- 4 φορές Πρώτος σκόρερ Ευρωμπάσκετ: 1983, 1987, 1989, 1991
- 1 φορά Πρώτος σκόρερ Μουντομπάσκετ: 1986
- Έπαιξε σε 854 επίσημα παιγνίδια και σημείωσε 25.995 πόντους, 30.4 κατά μέσο όρο.
- Σε 384 αγώνες στη μεγάλη κατηγορία του μπάσκετ σημείωσε 12.849 πόντους (33,4 κατά μέσο όρο) και είναι ο πρώτος σκόρερ όλων των εποχών.
- Αγωνίσθηκε 168 φορές με την Εθνική Ελλάδας, με μέσο όρο πόντων 30,46.
- Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 και στα Ευρωπαϊκά του 1983, 1987, 1989 και 1991.
- Ρεκόρ πόντων σε ένα αγώνα: 62, στον αγώνα Άρη – Ιωνικού το 1981. Στον ίδιο αγώνα ο μελλοντικός του συμπαίκτης στον Άρη Παναγιώτης Γιαννάκης σημείωσε 73 πόντους για λογαριασμό της ομάδας της Νίκαιας.
- Ρεκόρ πόντων σε Ευρωπαϊκό Αγώνα: 57, το 1981, στον αγώνα Άρη-Βενέτσια για το κύπελλο Κόρατς.