Ερωτική εξομολόγηση, μήπως μπορεί να γίνει και πιο εύκολα;
Φίλη αγαπημένη έρχεται για να συζητήσουμε την έκβαση της wannabe σχέσης της. Τύπος λιγομίλητος απάντησε στο ένα της μήνυμα μα όχι στο δεύτερο. Αν και δεν πιστεύω στους νόμους των σχέσεων, καταλαβαίνω ότι οι περισσότεροι ανταποκρίνονται σε αυτούς, οπότε της λέω “Δωσ’του ένα τριήμερο”.
Με ρωτάει γιατί, και της λέω για τον περίφημο νόμο των τριών ημερών που μάθαμε όλοι από τον Barney Stinson ο οποίος τον έμαθε από τον ίδιο τον Χριστό: ο νόμος υποχρεώνει τον αποδέκτη του φλερτ να περιμένει έως τρεις μέρες πριν απαντήσει σε εκδήλωση ερωτικού ενδιαφέροντος από το αντικείμενο του πόθου (όπως όλοι οι νόμοι, έτσι κι αυτός παραβαίνει τους νόμους της φύσης). Παραθυράκια του νόμου βγήκαν κατόπιν που λένε ότι την αναμονή μπορούν να την τηρούν αμφότεροι εκ περιτροπής, όποτε θέλουν να νιώσουν επιθυμητοί.
Πράγματι λοιπόν, εντός διημέρου είχαμε απάντηση, οπότε τώρα βρισκόμαστε στο στάδιο του “σε γνωρίζω να μάθω τα χουσούρια σου, να δω αν είμαστε συμβατοί εραστές, να τσεκάρω τα κουτάκια να έχω το κεφάλι μου ήσυχο”.
Τα παραπάνω κι άλλα πολλά αποτελούν αυτό που λέμε “Στρατηγική των σχέσεων”. Την μαθαίνουμε από μικροί και εθιζόμαστε γιατί αρχίζει με απλά και διασκεδαστικά μαθήματα:
- Πώς να ερμηνεύσετε το μήνυμά του: Γιατί… και οι τελείες έχουν σημασία
- Πώς να απαντήσετε στο μήνυμά του
- Τσακωμός: σε γουστάρει ή σε αντιπαθεί;
Μετά βέβαια, αρχίζει η παρανόηση. Είναι εκεί, κάπου στα τέλη γυμνασίου που σε συμβουλεύουν οι συνομήλικοι που τάχα διάβασαν τα SOS του flirting και ξέρουν: να μην τον κοιτάξεις καθόλου στο πάρτυ αν θες να σε προσεγγίσει. Κι αν σου στείλει μήνυμα, μην απαντήσεις αμέσως. Κοίτα να παιχνιδίσεις και να δώσεις δικαιώματα σε κάποιον άσχετο: μπορεί ο άσχετος να μη σου αρέσει, αλλά θα κάνεις τον άλλον να ζηλέψει, κι αυτό θες ουσιαστικά.
Μπορεί να μεγαλώσαμε, μα οι νοοτροπίες δεν άλλαξαν. Να δείχνεις διαθέσιμη μα όχι απεγνωσμένη. Και που είσαι…; Ποτέ από το πρώτο ραντεβού. Κώδικες συμπεριφοράς και ντυσίματος. Οι κανόνες για τα μηνύματα παραμένουν οι ίδιοι με το γυμνάσιο. Άλλο μέγα κεφάλαιο: Τρόποι αξιολόγησης συμπεριφοράς. Εμπορική συναλλαγή σχεδόν.
Αγαπητή/-έ Υποψήφια Ερωμένη/ Υποψήφιε εραστή,
Συμπληρώστε τη φόρμα, τσεκάρετε τα κουτάκια με τα προσόντα που διαθέτετε, τα υπόλοιπα αφήστε τα κενά και βάλτε υπογραφή και σφραγίδα στο τέλος. Αν περάσετε την πρώτη φάση αξιολόγησης, θα το μάθετε Παρασκευή βράδυ με ένα sms.
Με φιλικούς χαιρετισμούς,
η επίδοξη ερωμένη σας/ o wannabe εραστής σας.
Έχουμε τις ίδιες εφηβικές συμπεριφορές, αλλά παράλληλα θέλουμε μία ενήλικη σχέση. Που ουσιαστικά, η ενήλικη σχέση που θέλουμε δεν διαφέρει καθόλου από τη σχέση που θέλαμε πριν από όλες αυτές τις στρατηγικές, κάπου στα τέλη δημοτικού με αρχές γυμνασίου. Τότε που έμπαινες στη διαδικασία να ακούσεις τη μουσική που άκουγε αυτός που σου αρέσει για να μπορείς να τον προσεγγίσεις. Τότε που προσπαθούσες να βρεθείς δίπλα του γιατί έτσι του έδινες δικαίωμα να σε πειράξει. Τότε που δήθεν περνούσες τυχαία κάτω από το σπίτι του, ή που έκανες αφιερώσεις στο ράδιο. Που ήταν η στρατηγική τότε; Και μήπως δεν ήταν κάπως έτσι που προέκυψε ο πρώτος έρωτας;
Από την άλλη, θα μου πεις, όλα τα παραπάνω τα προεφηβικά, στην ενήλικη ζωή μπορεί να παρερμηνευθούν για απόγνωση. Απελπιστικά διαθέσιμη που λέει και η Λίνα. Αλλά δεν είναι πάντα αυτός ο φόβος της εξομολόγησης; Να πεις ξεκάθαρα πως εσύ γουστάρεις και στο τέλος να “κάτσεις στον άξονα”;
Λίγοι διδάχθηκαν το κεφάλαιο της εξομολόγησης στην διδακτέα ύλη του κόρτε, και ακόμα λιγότεροι το πέρασαν. Γι’ αυτό, ας επενδύσουμε μερικές παραγράφους στην επιμόρφωσή μας, εντοπίζοντας το κακό στην πηγή του: την ερωτική εξομολόγηση. Έχει μία γλύκα η εξομολόγηση. Ο ένας θέλει να τα πει, και ο άλλος σίγουρα θέλει να τα ακούσει (πάντα είναι ευπρόσδεκτη μία ερωτική εξομολόγηση).
Υπάρχουν αυτοί που νιώθουν εγκλωβισμένοι μέσα στο ερωτικό τους μυστικό. Είναι αυτοί που έχουν χάσει την ηρεμία που είχαν, και η εξομολόγηση γι’ αυτούς έχει και την ερμηνεία της ανακούφισης, της επιθυμίας για επιστροφή στην ηρεμία (δεν αντέχω άλλο, θα το πω κι ό,τι θέλει ας γίνει).
Υπάρχουν επίσης αυτοί που μέσα στο μυαλό τους η επιθυμία τους έγινε αυτόνομη, εξελίχθηκε, έγινε σχέση, οικογένεια και παιδιά, και για να μη στερήσουν τον εαυτό τους από το όνειρο, έκαναν το μεγάλο βήμα και μίλησαν.
Σε κάθε περίπτωση αυτός που εξομολογείται τον έρωτά του, στα μάτια των υπολοίπων αποκτά αξία. Όπως και να το κάνουμε ακούγεται πολύ κινηματογραφικό, και ποιος μπορεί να αντισταθεί σ’ αυτό; Θεωρείται γενναίος ο ερωτευμένος που έχει το κουράγιο να το ομολογήσει στο αντικείμενο της ερωτικής του παραφοράς. Να αντιμετωπίσει τον φόβο της απόρριψης, να πάρει το ρίσκο να εκτεθεί.
Καλά κι ωραία όλα αυτά, αλλά αυτός που κάνει την εξομολόγηση δεν είναι απλώς γενναίος και ξεκάθαρος. Γιατί με την εξομολόγησή του επιφορτίζει τον άλλον με το βάρος της αμοιβαιότητας. Όταν ο άλλος σου εξομολογείται την αγάπη του, είναι σαν να αιτείται την δική σου αγάπη, σαν να σου λέει “αγάπα με κι εσύ”. Κι αν σπάσει ο διάολος το ποδάρι του, κι εσύ δε γουστάρεις ρε παιδί μου ηλιοβασίλεμα αλλά βροχής πρωινό, τότε γίνεσαι ο δήμιος του έρωτα.
Ο τρόπος της εξομολόγησης εκφράζει την ελπίδα εγκατάστασης στον άλλον, δηλαδή να γίνεις κομμάτι της καθημερινότητάς και αντικείμενο του έρωτά του. Όσο εντονότερος ο τρόπος, τόσο πιο βίαια ζητάς αμοιβαιότητα.
Με λίγα λόγια, η εξομολόγηση έχει έναν κατεξοχήν εγωιστικό χαρακτήρα, καθώς αυτό που επιθυμείς προφανώς δεν είναι η έγκυρη ενημέρωση του άλλου για τον έρωτά σου, αλλά το καλύτερο ερωτικό πλασάρισμα του εαυτού σου απαρχής κόσμου. Επιδιώκεις την ερωτική κυριαρχία πάνω στον άλλον με την πιο ειλικρινή μορφή: όχι απλώς χωρίς να κρύψεις τίποτα, αλλά λέγοντάς τα όλα.
Βέβαια, υπάρχουν και οι μάστερ του είδους που γεννήθηκαν με το χάρισμα, κι έτσι ενισχύοντας την εξομολόγηση με χιούμορ ή στυλ, την απεμπλουτίζουν από τη βιαιότητά της. Αλλά δεν έχω γνωρίσει ακόμα τέτοιο τύπο, μιας όταν είναι κανείς στη φάση της εξομολόγησης νιώθει πως το χιούμορ και το στυλ στερούν από την εξομολόγηση τη σημασία της. Στα μάτια των περισσότερων η σημασία της εξομολόγησης βρίσκεται στη βαρύτητα των δηλώσεων (γι’ αυτό άλλωστε τις πρώτες, νεαρές εξομολογήσεις μας προσπαθούμε οι περισσότεροι να τις ξεχάσουμε). Έτσι, για πολλούς από εμάς η εξομολόγηση κατέληξε να είναι κυνική, βίαιη και εγωιστική (για τους πιο άτυχους, είναι και τραυματική).
Ωστόσο, το μυστικό που κουβαλάει ένας ερωτευμένος είναι αβάσταχτο: Να βιώνεις τον έρωτα χωρίς το αντικείμενο του έρωτά σου να το γνωρίζει. Έτσι, υπάρχουν και οι ερωτευμένοι που δε μίλησαν ποτέ. Είναι αυτοί που την ερωτική αμηχανία την κουβαλούν πάντα μαζί τους, που ακόμα και μετά από 10 χρόνια μία τυχαία συνάντηση με το γυμνασιακό απωθημένο τους λύνει τα γόνατα. Προφανώς το έχουν ξεπεράσει, αλλά, ψυχολογικά μιλώντας, ο εγκέφαλος έχει συνδέσει το συγκεκριμένο πρόσωπο με τα συγκεκριμένα συναισθήματα. Αφού δε μίλησαν τότε, δε θα μιλήσουν ποτέ, κι έτσι το απωθημένο πάντα ακολουθεί. Είναι μία δίκαιη τιμωρία αν θέλετε τη γνώμη μου.
Οι άνθρωποι που ποτέ δεν εξομολογήθηκαν είναι αυτοί που πίστεψαν ότι η εξομολόγηση αφαιρεί την ποιητικότητα του έρωτα. Αυτοί που πιστεύουν πως είναι τόση η βιαιότητα της εξομολόγησης που μειώνει το συναίσθημά τους, πως δε μπορούν να χωρέσουν σε λόγια αυτό που νιώθουν, πως αν το πουν θα σταματήσει το γλυκό μαρτύριο. Αυτοί που λένε πως αν πουν τι νιώθουν, θα είναι σαν να ζητούν θετική απάντηση. Οπότε επιλέγουν την ασφαλή πλην ανέραστη οδό. Δε θέλουν «να μετατρέψουν τον έρωτά τους σε αίτημα», κι έτσι απομακρύνονται. Απαιτεί κι αυτό εσωτερική δύναμη, αλλά δύναμη που στρέφεται κατά του δυνατού. Μοιάζει με την γενναιότητα αυτών που αυτοκτονούν: κανείς δεν θέλει αυτή τη γενναιότητα. Είναι οι αυτοκτονικοί του έρωτα.
Αν είστε λοιπόν στο στάδιο που εκκολάπτεται μέσα σας ο ερωτικός παροξυσμός, αποδεχτείτε τον, κι αφήστε τον ελεύθερο. Αν σας αγαπάει, θα επιστρέψει.