Πόσοι από εσάς θυμάστε τον εαυτό σας παιδί να κρατά μια λατρεμένη κουβέρτα, ένα τρυφερό λούτρινο αρκουδάκι ή την αγαπημένη σας κούκλα; Ή τους πλησιέστερους συγγενείς να ανακαλούν εικόνες του νηπιακού παρελθόντος σας εξιστορώντας παιδικές στιγμές όπου δεν μπορούσατε ούτε καν για δευτερόλεπτο να αποχωριστείτε τα παραπάνω στοργικά σας αντικείμενα και κλαίγατε από φόβο όταν σας τα στερούσαν έστω και για λίγο; Είμαι σίγουρη πως πολλοί, δίχως να αποκλείω φυσικά τον εαυτό μου, έχετε βιώσει αυτήν την εμπειρία, όμως έχετε αναλογιστεί πότε προς τι η τόση προσκόλληση με τα παραπάνω αυτά αγαπημένα μας αντικείμενα; Για ποιο λόγο λοιπόν νιώθαμε τόσο θέρμη με αυτά τα αντικείμενα και ανησυχούσαμε στην σκέψη του αποχωρισμού;
Στην παραπάνω διερώτηση έχει ασχοληθεί ένα ολόκληρο ρεύμα ψυχολογίας και συγκεκριμένα η «Ψυχοδυναμική» σχολή της Ψυχολογίας. Οι υπέρμαχοι αυτής υποστηρίζουν ότι οι σχέσεις μας με τα παραπάνω αντικείμενα, με τα πρώτα μας αντικείμενα, είναι καίριες, κατέχουν ζωτική σημασία διότι αυτά αντικατοπτρίζουν την μετέπειτα συμπεριφορά μας με τους υπόλοιπους συνανθρώπους μας. Ανάμεσα σε αυτούς ο διακεκριμένος ακόλουθος της παραπάνω σχολής Donald Winnicott με την θεωρία «των μεταβατικών αντικειμένων», εξειδικεύθηκε στην μελέτη των παραπάνω, πρώτων υλικών νηπιακών αποκτημάτων.
Ο όρος λοιπόν μεταβατικό αντικείμενο αναφέρεται στη χρήση οποιοδήποτε αντικειμένου, όπως της κούκλας/κουβέρτας ή του αρκουδιού όπως προαναφέραμε στην αρχή, στο οποίο προσκολλάται το παιδί ανεξαρτήτως φύλου, λόγω κάποιου είδους συναισθηματικής στέρησης. Τα μεταβατικά αντικείμενα εμφανίζονται για πρώτη φορά στην νηπιακή ηλικία του κάθε ατόμου ανάμεσα στον τέταρτο και δωδέκατο μήνα της ζωής του παιδιού και είναι πιθανόν να κατατρέχουν όλη μας την ζωή αφού τα μεταβατικά αντικείμενα τείνουν να αλλάζουν μορφή ή να ανανεώνονται με βάση το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε καθώς ενηλικιωνόμαστε. Τα μεταβατικά αυτά αντικείμενα εμφανίζονται για πρώτη φορά στην πρώτη δύσκολη κατάσταση, όπου το παιδί αντιλαμβάνεται ότι η ύπαρξη του είναι οντολογικά ξεχωριστή από αυτή της μητέρας του, ότι δηλαδή κατά τον ψυχολογικό όρο η μητέρα παύει να λειτουργεί ως «καθρέφτης» και να αντικατοπτρίζει εξολοκλήρου τον εαυτό του παιδιού. Στην δυσμενή αυτή κατάσταση το παιδί, μαθαίνει να αντιμετωπίζει για πρώτη φορά μόνο του το περιβάλλον ως ξεχωριστή οντολογική υπόσταση. Επομένως το κουκλάκι και η κουβερτούλα «έρχονται» για να αντισταθμίσουν την απώλεια κάποιου επιθυμητού συναισθήματος, συγκεκριμένα του ζωτικού συναισθήματος μητρικής στοργής και αγάπης. Αντανακλούν δηλαδή ένα σημαντικό για το παιδί άτομο, την μητέρα του, και επομένως μεταμορφώνονται αντίστοιχα σε πομπό εκδήλωσης επιθυμητών συναισθημάτων. Στα αντικείμενα αυτά λοιπόν εσωτερικεύουν εικόνες επιθυμητών μητρικών συναισθημάτων και συμπεριφορών. Το τρυφερό αρκουδάκι/ η ζεστή κουβέρτα «ενσωματώνονται» δυναμικά στην ζωή του παιδιού ως υποκατάστατο, ως καταφύγιο , κατευνάζοντας όλους τους φόβους του, παρέχοντας τους την θέρμη και την θαλπωρή, ένα είδος μαγικής ασφάλειας, όταν το παιδί αισθάνεται εκείνη την στιγμή την απώλεια του αναγκαίου ενδιαφέροντος και της ζωτικής εκδήλωσης της μητρικής στοργής και αγάπης. Τα μεταβατικά αντικείμενα λειτουργούν ως όχημα λοιπόν που συνδράμουν στην μετάβαση τους σε ένα πιο απόμακρο περιβάλλον, στο οποίο διαδραματίζουν το ρόλο της εξοικείωσης τους με αυτό το αντίξοο περιβάλλον.
Τα μεταβατικά αντικείμενα δηλαδή δρουν ως ασπίδα προστασίας για τα παιδιά όταν αισθάνονται την έλλειψη επιθυμητής μητρικής στοργής έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερο δυναμισμό το ξένο για αυτά περιβάλλον. Με τον τρόπο αυτό τα μεταβατικά αντικείμενα συνδράμουν στην ευκολότερη εξοικείωση των παιδιών με το άγνωστο για αυτούς περιβάλλον. Τους προσφέρουν την αίσθηση της διατήρησης και ενίσχυσης της ταυτότητάς τους .Για το λόγο αυτό, όταν το παιδί αισθάνεται ότι απομακρύνεται από τα πολύτιμα αυτά μεταβατικά αντικείμενα, θεωρεί ότι ολόκληρος ο κόσμος του απειλείται, και ότι η ταυτότητα του διαταράσσεται. Ο βαθμός και η ποιότητα της επαφής και της ενασχόλησης των παιδιών με τα μεταβατικά τους αντικείμενα θα καθορίσουν ως ένα σημείο τη σχέση των παιδιών με τους μετέπειτα συνανθρώπους τους. Όσο πιο ισχυρή είναι η σχέση των παιδιών με την μητέρα, τόσο πιο θετικές είναι οι εικόνες του μητρικού αρχέτυπου που ενσωματώνουν τα παιδιά στα μεταβατικά τους αντικείμενα και τόσο συνακόλουθα πιο υγιής είναι η σχέση-εξάρτησης των παιδιών με τα μεταβατικά τους αντικείμενα καθώς και στη συνέχεια η σχέση τους με τους υπόλοιπους συνανθρώπους. Πως όμως τα μεταβατικά αντικείμενα συνεχίζουν να υπάρχουν μετά την νηπιακή ηλικία ακόμη και στην ενήλικη ζωή;
Στην ανοδική πορεία της ενηλικίωσης το κάθε άτομο, αντιμετωπίζει πιο περίπλοκες δυσχέρειες, περιστάσεις στις οποίες επίσης παρόμοια αναζητεί ως διέξοδο άλλα μεταβατικά αντικείμενα, τα οποία με την σειρά τους συμβολίζουν την απώλεια άλλων σημαντικών ατόμων, μεταγενέστερων «μητέρων» και συνακόλουθα λειτουργούν για αντισταθμίσουν την αντίστοιχη στέρηση επιθυμητών συναισθημάτων. Η απώλεια επιθυμητών συναισθημάτων μπορεί να είναι πάλι η έλλειψη συναισθήματος αγάπης και στοργής αλλά και άλλων συναισθημάτων όπως ο φόβος της κοινωνικής απόρριψης. Για παράδειγμα στις σχέσεις εξ αποστάσεως τα ζευγάρια προκειμένου να ανταπεξέλθουν με μεγαλύτερη ασφάλεια στις δυσμενείς συνθήκες του περιβάλλοντός τους μπορούν να καταφεύγουν στην προσκόλληση διάφορων αντικειμένων δώρων ή αναμνηστικών φωτογραφιών που να τους θυμίζουν τον έτερό τους και έτσι με την επαφή τους με αυτά να καλύπτεται εν μέρει η ανάγκη για τρυφερότητα, αγάπη και θαλπωρή. Ενώ για παράδειγμα με αφορμή την ανάδυση της επιτακτικής ανάγκης της κοινωνικής αποδοχής και της διάθεσης διευρυμένου κοινωνικού δικτύου λόγω του εντεινόμενου ανταγωνισμού / κρίσης, δημιουργείται στα άτομα η ανησυχία της κοινωνικής απόρριψης. Για το λόγο αυτό έναντι στον φόβο της κοινωνικής απόρριψης, τα άτομα μπορούν να στραφούν στον καταναλωτισμό ακριβών υλικών αγαθών ή βραβείων / διπλωμάτων/ επαίνων, τα οποία με την σειρά τους λειτουργούν παρόμοια ως μεταβατικά αντικείμενα εφόσον με αυτά τους παρέχεται το αίσθημα της ασφάλειας και της κοινωνικής αναγνώρισης.
Συμπερασματικά λοιπόν συγκεφαλαιώνουμε ότι τα μεταβατικά αντικείμενα δεν είναι απλά κάποια κατάλοιπα του παρελθόντος αλλά αντίθετα, είναι συνοδοιπόροι σε όλη μας τη ζωή. Λειτουργούν ως έρεισμα πάνω στα οποία στηριζόμαστε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας , συνδράμοντας δυναμικά στην εξοικείωση μας με το κάθε φορά άγνωστο και αντίξοο περιβάλλον, εφόσον μας γαλουχούν με τα απαραίτητα για μας συναισθήματα ασφάλειας και αγάπης, αναδεικνύοντας τα λοιπόν ως γέφυρα που ενώνει τον εσωτερικό μας κόσμο με την εξωτερική πραγματικότητα. Με αφορμή λοιπόν την ισχύ της σημασίας των μεταβατικών αντικειμένων, πολλές εταιρίες αναγνωρίζουν την ωφέλιμη πρακτική αξία που θα έχει η ύπαρξη αυτών στον οργανισμό τους αποβλέποντας έτσι στην δημιουργία μιας εποικοδομητικής κουλτούρας και στην ανάδειξη αυτής ως μεταβατικά αντικείμενα προκειμένου να επιτύχουν την ενίσχυση της δέσμευσης του προσωπικού με τον οργανισμό καθώς και την ενδυνάμωση της επικοινωνίας και της ομαδικότητας.
Τι λέτε λοιπόν: είναι σημαντικά τα μεταβατικά αντικείμενα στην ζωή μας ή είναι απλά κάποια πορίσματα ορισμένων δαιδαλωδών θεωριών ;
της Μαρίας Σουλούνια