«Εγώ ποτέ δεν θα γίνω πολιτικός. Είμαι επαναστάτης, γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης»
Σαν σήμερα, στις 5 Ιούνη του 1898, γεννήθηκε ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα. Με τη δική του ματιά μάθαμε να «κοιτάζουμε» την Ισπανία. Μοναχικός καβαλάρης της ποίησης, του θεάτρου και της μουσικής, ταξίδευε, ολοένα ταξίδευε, για την Κόρδοβα. Πισωκάπουλα στο μαύρο άλογό του, γυμνόστηθη Τσιγγάνα με το όπλο στο χέρι, η δημοκρατική Ισπανία, του «Νο Πασαράν».
Ο γιος μιας προνομιούχας και μορφωμένης οικογένειας του Φουέντε Βακέρος της Ανδαλουσίας γεννήθηκε στις 5 Ιούνη 1898. Οσο γρήγορα απέκτησε συνείδηση της κοινωνικής του θέσης, τόσο γρήγορα συνειδητοποίησε ότι υπήρχε και μια άλλη ζωή – εκείνη των πολλών – βουτηγμένη στον πόνο και τη φτώχεια. Ολες οι ανδαλουσιανές «φιγούρες», όλα τα πρόσωπα του χωριού και το δράμα τους πήραν αργότερα θέση στα έργα του. Για τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, επίσης, οι Τσιγγάνοι συμβόλιζαν τα ουσιωδέστερα στοιχεία της ανδαλουσιανής ψυχής.
Το καλοκαίρι του 1936, ο Λόρκα σχεδίασε να πάει στη Γρανάδα να δει τους γονείς του. Οταν κατάλαβε τον κίνδυνο, ήταν πια αργά. Οι φασίστες απήγαγαν τον «ενοχλητικό» Λόρκα και τον δολοφόνησαν, πυροβολώντας τον πισώπλατα, στις 19 Αυγούστου, κοντά σε μια πηγή που οι Ισπανοί την ονόμαζαν Φουέντε Γκράντε, (Μεγάλη Πηγή) και οι Αραβες Αϊναδαμάρ (Πηγή των Δακρύων)
Το καθεστώς του Franco απαγόρευσε με νομικά μέσα τα έργα του Lorca, και μόνο το 1953 τα μέτρα αυτά ανακλήθηκαν, οπότε και κυκλοφόρησε μια συλλογή με Τα Ολοκληρωμένα Έργα του. Εν συνεχεία, Ο Ματωμένος Γάμος, η Yerma και Το Σπίτι της Bernarda Alba παίχθηκαν επιτυχημένα στις κεντρικές σκηνές της Ισπανίας.Μετά το θάνατο του Franco το 1975, η ζωή και ο θάνατος του Lorca μπορούσαν να συζητηθούν ανοιχτά στην Ισπανία.Το 1986, η Αγγλική μετάφραση του Leonard Cohen για το ποίημα ‘Pequeno vals vienes’, έφτασε το νούμερο 1 στα Ισπανικά single charts, ως ‘Take This Waltz’, σε μουσική του Cohen. Ο ίδιος έχει πει για τον Lorca πως υπήρξε το είδωλό του στα νιάτα του και ονόμασε την κόρη του Lorca Cohen γι’ αυτό το λόγο.Ο Ισπανός ποιητής, Antonio Machado, έγραψε το ποίημα ‘El crimen fue en Granada’ , ως αναφορά στο θάνατο του Lorca.Σήμερα, ο Garcia Lorca τιμάται μ’ ένα άγαλμα που είναι τοποθετημένο στην πλατεία Santa Ana της Μαδρίτης. Ο πολιτικός φιλόσοφος David Crocker, αναφέρει ότι ‘το άγαλμα είναι ακόμη ένα έμβλημα του επίμαχου παρελθόντος: κάθε μέρα, ένας απ’ τους Αριστερούς βάζει ένα μαντήλι στο λαιμό του αγάλματος και κάποιους απ’ τους Δεξιούς έρχεται αργότερα για να το βγάλει’.
Η ποίηση και το θέατρο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα ανοίγουν μια μυστική θέα, όπου φανερώνεται η λειτουργία του έρωτα και του θανάτου. Σαν ποιητής πιστεύει στις μεταμορφώσεις των πραγμάτων και στις ανεξάντλητες προσωποποιήσεις της Φύσης. Το ρόδο της Δόνα Ροζίτα, η roza mutabilis, είναι το κέντρο του λορκικού ποιητικού κύκλου που συνοψίζει αυτές τις μεταμορφώσεις. Και ο ίδιος ο ποιητής χαρακτήριζε τον εαυτό του «στενό φίλο των ρόδων». Ένας μακρινός ορφικός απόηχος, αλληγορική αποκρυπτογράφηση της μοίρας, ακούγεται στο τραγούδι:
Έχει στα ουράνια κήπους
με γελαστά τριαντάφυλλα
και, μέσα στα λογιώ λογιώ
το Ρόδο το θαυματουργό.
Η λαϊκή ψυχή στάθηκε για το Λόρκα η πυξίδα της ποιητικής του. Γιατί τα όρια της φαντασίας του λαού είναι ανεξερεύνητα και μέσα σ’ αυτά ο ποιητής δημιουργεί γλώσσα όχι με νέες λέξεις, αλλά με τρόπους της σκέψης και με εικόνες.
Βαγγέλης Ροζακέας
https://www.youtube.com/watch?v=Ke1GxUDUSrM
/p>
Τα σονέτα του σκοτεινού έρωτα
“Ανάμεσα στο μ’αγαπάς και σ’αγαπώ,
άνεμος απ’τα αστέρια και σύγκρυο λουλουδιών,
σύννεφο από ανεμώνες σηκώνει
με σκοτεινό ολολυγμό έναν ολάκερο χρόνο”
“Φοβάμαι μη χάσω το θαύμα
των αγαλμάτινων ματιών σου και τη μελωδία
που μου αποθέτει τη νύχτα στο μάγουλο
το μοναχικό ρόδο της ανάσας σου.
Πονώ που είμαι σε τούτη την όχθη
κορμός δίχως κλαδιά, μα πιότερο λυπάμαι
το που δεν έχω τον άνθό, πόλφο ή πηλό,
για το σκουλήκι του μαρτυρίου μου.
Αν είσαι συ ο κρυμμένος μου θησαυρός,
αν είσαι ο σταυρός κι ο πόνος μου ο υγρός,
αν είμαι το σκυλί της αρχοντιάς σου,
μη μ’αφήσεις να χάσω ό,τι έχω κερδίσει
και στόλισε τα νερά του ποταμού σου
με φύλλα απ’το φρενοκρουσμένο μου φθινόπωρο.”
“Αγάπη των σπλάχνων μου, ζωντανέ θάνατε,
μάταια περιμένω το γραφτό λόγο σου,
και σκέφτομαι, με το λουλούδι που μαραίνεται,
πως αν είναι να ζήσω δίχως μου προτιμώ να σε χάσω.
[…]
Γέμισε, λοιπόν, με λόγια την τρέλα μου
ή άσε με να ζήσω μες στη γαλήνια
νύχτα μου της ψυχής, παντοτινά ολοσκότεινη.”
“Θέλω να κλάψω τον πόνο μου και στο λέω
για να μ’ αγαπήσεις και να με κλάψεις
κάποιο απόβραδο αηδονιών
μ’ ένα στιλέτο, με φιλιά και με σένα.”
“Εμένα με θυμήθηκες σαν ανηφόριζες
τη σιγαλιά που τυρανάει το φίδι
αιχμάλωτο στους φρύλους και στ’απόσκια;
Δεν είδες μέσα απ’τον αγέρο το διάφανο
μια ντάλια από καημούς κι από χαρές
που σου ‘στειλε η φλογερή καρδιά μου;”
“Έτσι κι η καρδιά μου, νύχτα και μέρα,
δέσμια στη φυλακή του σκοτεινού έρωτα,
κλαίει, δίχως να σε βλέπει, τη μελαγχολία της.”
“Ποτέ σου δεν θα καταλάβεις πόσο σ’ αγαπώ
γιατί κοιμάσαι μέσα μου κι είσαι αποκοιμισμένος,
εγώ σε κρύβω κλαίγοντας, κυνηγημένος
από μια φωνή από διαπεραστικό ατσάλι.”
“Νύχτα πάνω από τους δυο με πανσέληνο,
εγώ βάλθηκα να κλαίω κι εσύ γελούσες.
Η καταφρόνια σου ήταν ένας Θεός, τα δικά μου παράπονα
στιγμές και περιστέρια αλυσοδεμένα.”
Πηγή : ριζοσπάστης ,wikipedia