Αφιέρωμα στον μεγάλο Καταλανό αρχιτέκτονα, Αντόνι Γκαουντί, που δυστυχώς άφησε ημιτελές ένα από τα σημαντικότερα και πιο εντυπωσιακά έργα του
O Αντόνι Γκαουντί (σωστή προφορά Γκαουδί- Antoni Gaudí) γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου 1852 και πέθανε στις 10 Ιουνίου 1926.Ήταν σημαντικός Καταλανός αρχιτέκτονας της Αρ Νουβό.
Στο σχολείο αρίστευσε στη Γεωμετρία, στη Μουσική και στα Αρχαία Ελληνικά, τα οποία μιλούσε σχεδόν άπταιστα. Βαθιά θρησκευόμενος, λάτρευε την Φύση. Πίστευε ότι οι μορφές και τα σχήματα μέσα στην Φύση εμπεριέχουν μέσα τους σοφία μεγαλύτερη απ’ ότι όλα τα βιβλία Ιστορίας και Τέχνης μαζί.Έτσι έλεγε συχνά ότι «τα δέντρα απέναντι από το παράθυρο μου είναι τα αγαπημένα μου βιβλία αρχιτεκτονικής».
Σε μια ερώτηση του δον Εουσέμπιο για ποιον λόγο επέλεξε να μείνει στην Βαρκελώνη αντί να δουλέψει σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου, όπου θα του δίνονταν πολλές περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες, ο Γκαουντί απάντησε: «Η Μεσόγειος είναι το ιδανικό μέρος για την γέννηση μεγάλων έργων τέχνης γιατί εδώ το φως του ήλιου πέφτει από τις 45 μοίρες και φωτίζει άψογα κάθε αντικείμενο, κρύβοντας κάθε του στρεβλότητα».
Το έργο του μπορεί να ενταχθεί σε τρεις περιόδους:
Την περίοδο κατά την οποία αυτό παρουσιάζει επιρροές από την Ανατολική αρχιτεκτονική (1883-1888), την Νέο-γοτθική του περίοδο (1888-1909) κι ενδιάμεσα την απόλυτα Νατουραλιστική του περίοδο, η οποία ξεκίνησε από το 1895 και κορυφώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1910. Ο Γκαουντί πίστευε ότι από όλα τα αρχιτεκτονικά στυλ, το Γοτθικό ήταν αυτό που υμνούσε περισσότερο την Φόρμα, την Σύνθεση κι απέρριπτε τα Αναγεννησιακά έργα, θεωρώντας τους δημιουργούς των περισσότερο έμμισθους διακοσμητές παρά bona fide καλλιτέχνες.
Αδιαμφισβήτητα, όμως, το έργο που καταχώρησε τον Γκαουντί για πάντα στο Πάνθεον των Μεγάλων Αρχιτεκτόνων ήταν η Σαγράδα Φαμίλια.
Από το 1888 μέχρι το 1926 ο τελειομανής Γκαουντί έκανε τέσσερα διαφορετικά σχέδια του Ναού, κατασκεύασε πλαστικά μοντέλα για κάθε ένα από τα μέρη του σε διαφορετικές κλίμακες και μελετούσε νυχθημερόν καθένα από αυτά ακόμη και στην παραμικρή του λεπτομέρεια. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1910 απέρριπτε οποιαδήποτε δουλειά του προτεινόταν, αφιερώνοντας με τον τρόπο αυτό όλο του το είναι στην ολοκλήρωση του Καθεδρικού Ναού, τον οποίο θεωρούσε το Magnum Opus του. Κάθε Κυριακή μετά την πρωινή λειτουργία, αναλάμβανε ο ίδιος να ξεναγήσει τους επισκέπτες που συνέρεαν στην Σαγράδα Φαμίλια, εξηγώντας τους με εκλαϊκευμένο τρόπο τις αρχιτεκτονικές του θεωρίες.
Ο Γκαουντί δεν άφησε πίσω του κανένα γραπτό σχέδιο ή μοντέλο για τους συνεχιστές που θα ήθελαν να ολοκληρώσουν τον Καθεδρικό. Κάποιοι συνάδελφοι του συνέχισαν την κατασκευή του μέχρι το 1936, οπότε μια φωτιά που ξέσπασε στο εργαστήριο του Γκαουντί, ως αποτέλεσμα των πολεμικών συγκρούσεων του Ισπανικού Εμφυλίου, κατέστρεψε ο,τι είχε μείνει από τις σημειώσεις του. Το 1952 ξεκίνησαν ξανά εργασίες στον ναό, οι οποίες με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ποτέ τους δεν ολοκληρώνονταν.
Σήμερα, ο ημιτελής Καθεδρικός εξακολουθεί να χτίζεται και υπολογίζεται, πως, ακόμη και με τα πλέον σύγχρονα τεχνικά μέσα κατασκευής, να ολοκληρωθεί το 2030!
Δεν παντρεύτηκε ποτέ του και πέρασε όλη του την ζωή μένοντας μαζί με τον πατέρα του και την ορφανή ανιψιά του στην κατοικία του στο Κτήμα Γκιουέλ. Φανατικός Καταλανός, κάποτε συνελήφθη γιατί μιλούσε Καταλανικά σε έναν δρόμο που απαγορευόταν.
Πολλοί μελετητές του ισχυρίζονται ότι έπασχε από αχρωματοψία και ότι κατάφερε να κατασκευάσει όλα του τα έργα με την βοήθεια του νεαρού αρχιτέκτονα Γιόσεπ Μαρία Χουγιόλ, ο οποίος τελούσε υπό την προστασία του.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί και ο ίδιος είχε αρχίσει να παραμελεί τον εαυτό του, να ντύνεται με κουβέρτες και να βγαίνει στον δρόμο ξυπόλητος. Στις 10 Ιουνίου 1926 ένα τραμ τον παρέσυρε σε ένα κεντρικό δρόμο της Βαρκελώνης και τον σκότωσε. Ο οδηγός είπε στις αστυνομικές αρχές ότι πέρασε τον Γκαουντί για ζητιάνο.
Η αρχιτεκτονική παρακαταθήκη του Γκαουντί έγκειται στο ότι κατάφερε να κατασκευάσει κάθε του κτίριο ως μια ολότητα, από τα θεμέλια μέχρι το περβάζι του παραθύρου κι από τις πόρτες μέχρι την παραμικρή διακοσμητική λεπτομέρεια.
Εκτός από πάρκα, οικίες και Καθεδρικούς, σχεδίασε και έφτιαξε έπιπλα, παραθυρόφυλλα και σιδερένια αντικείμενα χωρίς ποτέ του να επαναλάβει μια φόρμα ή ένα σχέδιο του. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι κάθε κτίριο φτιαγμένο από τον Γκαουντί έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δεν μοιάζει με κανένα άλλο. Αυτό είναι άλλωστε και το στοιχείο που τον διαφοροποιεί από τους υπολοίπους συναδέλφους του, έστω και 85 χρόνια μετά τον θάνατο του και κάνει τον θεατή να μην βαριέται ούτε στιγμή καμία από τις δημιουργίες του.
Πηγή: oneman.gr