Η παιδική ηλικία, μια κατάσταση ανέμελης ζωής, δίχως έγνοιες και σκοτούρες, ούτε προβλήματα σοβαρά, αποτελεί αδιαμφισβήτητα αγαπημένη περίοδο κάθε ανθρώπου. Τι γίνεται όμως όταν, εξαιτίας ορισμένων συνθηκών, αυτή η παιδικότητα οδεύει προς την εξαφάνιση;

Όσο περνούν τα χρόνια, και αφουγκραζόμενη τις καταστάσεις τριγύρω μου, για ένα πράγμα αναρωτιέμαι διαρκώς. Πόσο τα παιδιά της εποχής μας, είναι πράγματι μέσα τους παιδιά; Κατά πόσο η παιδική τους αθωότητα συνάδει με αυτό που όλοι οι μεγάλοι νοσταλγικά αναπολούν; Η καθημερινότητα πλέον κυλάει τόσο γρήγορα και με εξαντλητικό ρυθμό και οι υποχρεώσεις είναι τόσες πολλές, που τα παιδιά αδυνατούν να βιώσουν σε βάθος την ηλικία τους, την ηλικία της ανεμελιάς, της ξεγνοιασιάς, της δημιουργικότητας, μακριά από σκοτούρες και προβληματισμούς.

Κυρίαρχο συναίσθημα είναι αυτό της πρόωρης ενηλικίωσης. Πλέον τα παιδιά ενστερνίζονται την καθημερινότητα ενός ενήλικα.  Ο όγκος της εργασίας που έχουν αναλάβει να εκπονήσουν είναι υπέρογκος, και οι δραστηριότητες ανεξάντλητες. Η ρουτίνα έχει εισέλθει για τα καλά στον τρόπο ζωής τους και το ημερήσιο πρόγραμμά τους είναι εκ των προτέρων διαμορφωμένο.

Σχολείο, φροντιστήριο ξένων γλωσσών, κάποιο άθλημα ή κάποια εξωσχολική δραστηριότητα, και πάλι απ΄την αρχή. Δικαιολογία γι’αυτό το απρόσωπο κι εξαντλητικό πρόγραμμα αποτελεί η ανάγκη απόκτησης όλο και περισσότερων διακρίσεων και πτυχίων, για την εξασφάλιση ενός πιο βέβαιου μέλλοντος, το οποίο όμως δε μπορεί να τους εγγυηθεί κανένας.

Μήπως όμως γι’αυτή την απώλεια της παιδικής αθωότητας ευθύνονται και οι ίδιοι οι γονείς; Απουσιάζοντας απ’το σπίτι και απ’την καθημερινότητα των παιδιών τους για μεγάλο διάστημα της μέρας, ουσιαστικά άθελά τους τα αναγκάζουν να ανακαλύψουν πράγματα και καταστάσεις μόνα τους. Κυνηγώντας τις οικονομικές απολαβές και την επαγγελματική καταξίωση, δεν αφιερώνουν όσο χρόνο θα έπρεπε στα παιδιά τους, τα οποία περνούν μέρος της ημέρας μόνα τους στο σπίτι.

Οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί της καθημερινότητας τους εγκλωβίζουν σε μια δίνη σπασμωδικών κινήσεων και χειρισμών. Έτσι τα παιδιά αναγκάζονται να πάρουν μόνα τους πρωτοβουλίες μέσα στο σπίτι ή και να φροντίσουν τα μικρότερα αδέλφια τους, με αποτέλεσμα να γίνονται πιο ανεξάρτητα, πιο υπεύθυνα και πιο ώριμα από μικρή ηλικία. Με λίγα λόγια, αναγκάζονται να γίνουν τα ίδια κηδεμόνες του εαυτού τους.

Αρκετές φορές όμως, ενώ οι γονείς βρίσκονται στο σπίτι και ασχολούνται με τα παιδιά τους, αντί να τα ενθαρρύνουν να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους, τους μεταλαμπαδεύουν τις δικές τους φιλοδοξίες και τα δικά τους άγχη, και περικυκλώνουν τα παιδιά τους με πιεστικά δεσμά προσδοκιών. Τα παιδιά προσπαθούν να χαράξουν το δρόμο τους δεχόμενα πίεση από παντού, έχοντας να αντιμετωπίσουν τις ξεπερασμένες μεθόδους και γνώσεις των γονιών τους, μεθόδους βλαβερές για το δημιουργικό πνεύμα ενός παιδιού σε αυτή την εποχή.

Στην παιδικότητα των παιδιών ή την έλλειψή της επιδρά κι άλλο ένα κυρίαρχο σύστημα. Το σχολείο, ιδιαίτερα μετά το τέλος των τάξεων του δημοτικού, μπορεί κι αυτό να λειτουργήσει ως «κλέφτης» της παιδικής αθωότητας, στερώντας από τα παιδιά όλα τα στοιχεία που απαρτίζουν την παιδική τους υπόσταση, τη ζωντάνια, τον αυθορμητισμό, την ανεξαρτησία και την ανάπτυξη κριτικής σκέψεις. Τα παιδιά εγκλωβίζονται μέσα σε αυτό το δίπολο γονείς-σχολείο, ενώ παράλληλα αναζητούν να διαμορφώσουν τη δική τους ταυτότητα.

Smartphones-tablets. Δύο προϊόντα της τεχνολογίας άκακα, στα χέρια ενός μικρού παιδιού όμως, είναι πυρηνική βόμβα. Τα δεκάχρονα πλέον, αντί να ζήσουν την εμπειρία του παιχνιδιού στα πάρκα μαζί με άλλα παιδιά, αντλούν ευχαρίστηση από μια οθόνη και τις λειτουργίες της.

Αντί για γρατζουνισμένα γόνατα μετά από το παιχνίδι και την ευτυχία αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους, στη ζωή τους έχει λάβει περίοπτη θέση η εικονική αλήθεια, η οποία προσφέρει μόνο αυταπάτες. Τα δάχτυλά τους είναι πλέον άκρως εξασκημένα για την κατάκτηση κάθε συσκευής αφής, και με αυτόν τον τρόπο μαθαίνουν μόνα τους τον κόσμο μέσα από ένα παραπλανητικό παράθυρο.

Βρίσκονται συνεχώς εκτεθειμένα σε περιεχόμενα που δεν ενδείκνυνται για την ηλικία τους, σε σκηνές βίας, εγκληματικότητας, περιεχόμενα που απευθύνονται στους ενηλίκους και όχι στα ίδια. Έχουν πλέον πρόσβαση σε οτιδήποτε χρειαστούν απ’ τους υπολογιστές τους, κατάλληλο ή μη για την ηλικία τους, σε εικόνες κι αλήθειες σκληρές, υπερβολικές πολλές φορές γι’ αυτά κι ακατάλληλες για το νεαρό της ηλικίας τους.

Γίνονται όλοι μικρομέγαλοι σε μια κοινωνία παιδιών. Τα ίδια τα παιδιά βιάζονται να μεγαλώσουν σε μια προσπάθεια να αποδείξουν τα αυταπόδεικτα. Το να είσαι παιδί δεν είναι το ίδιο εύκολο όπως κάποτε, αφού η ίδια η κοινωνία δεν διευκολύνει πλέον την ήπια και πατροπαράδοτη παιδικότητα. Βιάζονται έτσι να μιμηθούν τους ενήλικες ώστε να αλλάξουν τις δραστηριότητες και τα θέλω τους, έχοντας σύμμαχό τους σε αυτή την προσπάθεια τα παντοδύναμα social media.

Μέσω των social media τα παιδιά υιοθετούν μικρομεγάλες συμπεριφορές και συνήθειες. Η εφηβεία πλέον ξεκινάει πολύ πιο νωρίς απ’ότι παλιότερα, ωθώντας τα παιδιά και ιδίως τα κορίτσια, να συμπεριφέρονται εκτός των ορίων που τους θέτει η ηλικία τους. Έτσι, μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης προσπαθούν να αναδειχθούν ώστε να αποσπάσουν την προσοχή που επιζητούν.

Υπερβολικές ποσότητες μακιγιάζ και αποκαλυπτικές εικόνες συνθέτουν τη «συνταγή της επιτυχίας» γι’αυτό το σκοπό. Εικόνες που παρεκκλίνουν πολύ απ’την προάσπιση της παιδικής τους αθωότητας και τις εμποδίζουν απ’το να ζήσουν στο μέγιστο βαθμό την ηλικία τους και όλα τα προτερήματα που αυτή περικλείει.

Το άγχος της εξωτερικής εμφάνισης πλέον εκτός από τις εφηβικές ηλικίες πλήττει και τις παιδικές. Όλα θυσιάζονται στο βωμό του φαίνεσθαι· η παιδικότητα, ο αυθορμητισμός, η ζωντάνια της παιδικής ηλικίας. Τα αγόρια επιθυμούν να αναδειχτούν ανάμεσα στους φίλους τους υιοθετώντας μικρομεγάλες συνήθειες και συμπεριφορές, ενώ τα κοριτσάκια γίνονται έρμαιο του μάρκετινγκ. Με κραγιόν, μάσκαρες, ρούχα που δεν αρμόζουν στην ηλικία τους, εισέρχονται από μικρά στο τριπάκι του φαίνεσθαι και της προσωπικής προβολής.

Παιδιά που μεγαλώνουν με λάθος πρότυπα που προβάλλουν τα social media, αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στην παιδικότητα της ηλικίας τους. Οι προβαλλόμενες συνιστώσες της showbiz ως επί το πλείστον αποτελούνται από τραγουδιστές κι ηθοποιούς μπλεγμένους με ναρκωτικά και αλκοόλ, δύο συστατικά άκρως επικίνδυνα για την εξέλιξη της νεολαίας, που ασκούν ωστόσο καταλυτικό ρόλο στην ψυχοσύνθεσή τους. Η συνεχής προβολή ανθρώπων ανεύθυνων κι αυτοκαταστροφικών συνιστά μια πολύ λανθασμένη πρακτική, αποβάλλοντας από το χαρακτήρα των παιδιών τη συναίσθηση του κινδύνου και στερώντας τους την παιδική τους αθωότητα.

Τα παιδιά έχουν ανάγκη να απομυζούν τη ζωή και να θυμούνται τα ανέμελα παιδικά τους χρόνια, κι όχι να βρίσκονται εγκλωβισμένα σε ένα δίκτυο που προσπαθεί να τους στερήσει με κάθε τρόπο την παιδικότητά τους. Δε μπορώ και δε θέλω να φανταστώ πόσο ακόμα μπορούν να αλλάξουν οι σχέσεις και η καθημερινότητα των παιδιών με την πάροδο των χρόνων, ένα όμως είναι σίγουρο. Οφείλουμε και οι ίδιοι να ξυπνήσουμε και να τους δείξουμε την φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, να τα προστατεύσουμε, γιατί έτσι προστατεύουμε το μέλλον μας. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν το παιχνίδι, πριν να είναι πολύ αργά.

Σχόλια