Καφενεία στην Αθήνα άλλων δεκαετιών και ποια από αυτά υπάρχουν μέχρι σήμερα…

«Από το καφενείο ξεκίνησαν όλα» ισχυρίζεται ο πρόεδρος των καφεπωλών Ιωάννης Κατσόγιαννης.

Ο κατεξοχήν κοινωνικός χώρος εμφανίζεται στη δημόσια σφαίρα από τα χρόνια της αρχαίας Αγοράς όταν οι πολίτες συγκεντρώνονταν σε αντίστοιχους χώρους για να ακούσουν τις ειδήσεις της ημέρας.

Σήμερα όλοι έχουμε συνηθίσει τις μοντέρνες καφετέριες με βιομηχανικό στυλ, δυνατή μουσική και ο ελληνικός καφές να είναι της μηχανής με αποτέλεσμα να μην πίνεται.

Απ’ την άλλη όσο περνάμε σε μια εποχή αναβίωσης του παλιού, η Αθήνα έχει γεμίσει με ρετρό μαγαζάκια προσπαθώντας έτσι να δώσει μια νότα νοσταλγίας. Όμως, το κέντρο της Αθήνας ανέκαθεν φημιζόταν για τα παραδοσιακά καφενεία που σέρβιραν ελληνικό καφέ στη χόβολη, που είχαν ξύλινες καρέκλες και παραδοσιακή μουσική να ηχεί από τα ηχεία του γραμμόφωνου.

Τα πρώτα ευρωπαϊκά καφενεία θα κάνουν την εμφάνισή τους αρχικά στην οδό Αιόλου με το καφενείο  «Η ωραία Ελλάς». Το συγκεκριμένο καφενείο λειτούργησε από το 1839 έως το 1879. Εκεί συγκεντρωνόταν όλη η διανόηση και ο πνευματικός κόσμος του νεαρού τότε ελληνικού κράτους. Θα άκουγες βεβαίως πολιτικές συζητήσεις αφού από εκεί ξεκινούσαν τα συλλαλητήρια των φλογερών φοιτητών.

Η επαναλειτουργία του το 1960  είναι σημαντική καθώς αποτελεί έναν πολιτιστικό φορέα και αναπόσπαστο κομμάτι πολιτισμού και παράδοσης.

Γι’ αυτό εάν δεν το έχετε επισκεφτεί να το κάνετε σύντομα.

Καφενεία στην Αθήνα

Παράλληλα, ένα από τα αγαπημένα μου καφενεία το οποίο βέβαια πλέον δεν υπάρχει είναι το «Πατάρι του Λουμίδη», το οποίο άνοιξε από τους αδελφούς Λουμίδη.  Ιστορικό πατάρι από όπου πέρασαν ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Μίλτος Σαχτούρης, ο Μιχάλης Κατσαρός, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Γιάννης Μόραλης, ο Ανδρέας Εμπειρίκος και πλήθος άλλων ποιητών, πεζογράφων, δημοσιογράφων και ηθοποιών.

Άνοιξε το 1938, τη σκληρή περίοδο της δικτατορίας Μεταξά, στο νούμερο 38 της οδού Σταδίου στα Χαυτεία, δίπλα στο παλαιό Βιβλιοπωλείον της Εστίας, και γρήγορα συγκέντρωσε τον καλλιτεχνικό, τον λογοτεχνικό και τον δημοσιογραφικό κόσμο της Αθήνας, αφού βρισκόταν σε επίκαιρη θέση, κοντά στα γραφεία των εφημερίδων και στα θέατρα, δίπλα στο ιστορικότερο βιβλιοπωλείο της εποχής. Ήταν αναπόφευκτο να συνδεθεί αμέσως σχεδόν με την κουλτούρα του καφέ και των συζητήσεων, των ιδεών και των ζυμώσεων που προκαλούσαν.

Η δικτατορία της 21ης Απριλίου 1967 υπήρξε η χαριστική βολή για το πατάρι του Λουμίδη, το οποίο εξακολουθούσε να υπάρχει – και να παρακμάζει – επί μικρόν ακόμη διάστημα.

Κάποια μέρα, σαν παραμύθι που είχε κακό τέλος, το κατάστημα του Λουμίδη έκλεισε και το διπλανό βιβλιοπωλείο της Εστίας μετακόμισε στην οδό Σόλωνος, όπου βρίσκεται και σήμερα. Συνέβη αυτό το οποίο συνέβη σε τόσα και τόσα κτίρια της Αθήνας – και όχι μόνον: «Κλειστόν λόγω κατεδαφίσεως».

Καφενεία στην Αθήνα

Επίσης , το «Ζόναρς» αποτελεί ένα από τα πιο παλιά καφενεία της Αθήνας . Θα έλεγε κανείς πως όταν έκλεισε το «Πατάρι του Λουμίδη» όλοι οι καλλιτέχνες μαζεύτηκαν στου «Ζόναρς».

Το καφεζαχαροπλαστείο «Ζοναρς» στεγάζεται στο Μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, έργο των αρχιτεκτόνων Βασίλη Κασσάνδρα και Λεωνίδα Μπόνη που ολοκληρώθηκε το 1938 και συνδυάζει Art Deco και κλασικιστικά στοιχεία.

Ο Ζωναράς, Έλληνας της Αμερικής, επιστρέφει στην Ελλάδα για να ανοίξει στο 1934 το «Ζόναρς»,  το οποίο στεγάστηκε αρχικά στη γωνία Πανεπιστημίου και Κριεζώτου, για να μεταφερθεί το 1940 στο ισόγειο του Μεγάρου του ΜΤΣ.

Το «Ζόναρς», ένα από τα πολυτελέστερα καφενεία της πρωτεύουσας, ήταν γνωστό για τα γλυκά του, όπως το παγωτό «Σικάγο» που λέγεται ότι δημιουργήθηκε εκεί. Τακτικοί θαμώνες ήταν οι Οδυσσέας Ελύτης, Ευάγγελος Αβέρωφ, Γεώργιος Ράλλης, Φρέντυ Γερμανός κ.α. Γνωστές προσωπικότητες που επισκέφθηκαν την Αθήνα όπως ο Άντονι Κουίν, η Σοφία Λόρεν και ο Χόρχε Λούις Μπόρχες δεν παρέλειψαν να το επισκεφθούν.  

Σήμερα λειτουργεί κανονικά και δεσπόζει στην οδό Πανεπιστημίου.

Καφενεία στην Αθήνα

Το «Βυζάντιον» της Πλατείας Κολωνακίου, άρχισε να προσελκύει λογοτέχνες κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950, λόγω της σταδιακής παρακμής άλλων φιλολογικών στεκιών, όπως του «Λουμίδη», και ακολουθώντας την μετακίνηση της αθηναϊκής εστίασης προς την Πλατεία Συντάγματος και το Κολωνάκι κατά τα χρόνια εκείνα. Α

νάμεσα στους θαμώνες του, εκτός από τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Νίκο Γκάτσο, του ζωγράφους Φασιανό και Ακριθάκη και τον Μάνο Χατζιδάκι, συναντούσε κανείς τον κύκλο των Ελλήνων σουρεαλιστών, με προεξέχοντα τον Νάνο Βαλαωρίτη, αλλά και τον ίδιο τον Αντρέ Μπρετόν, αν τύχαινε να βρεθεί στην Αθήνα.

Η ατμόσφαιρα του Βυζαντίου, με την φτωχική και λιτή του σάλα και τον τετραπέρατο σερβιτόρο Μπάμπη, αποτυπώνεται στην τελευταία ποιητική συλλογή του Κώστα Ταχτσή, που είχε τίτλο «Καφενείον το Βυζάντιον», αλλά και σε ποιήματα του Νάνου Βαλαωρίτη.

Αξίζει να σημειωθεί το καφενείο του «Ζαχαράτου». Από το 1888 μέχρι το 1960 λειτούργησε το καφενείο στην πλατεία Συντάγματος που εξελίχθηκε σε Ακαδημία Πολιτικών Επιστημών.

Καφενεία στην Αθήνα

Τον Δεκέμβριο του 1888 ξεκινά στην Πλατεία Συντάγματος το θρυλικό καφενείο  «Ζαχαράτου», που θα γράψει τη δική του αθηναϊκή ιστορία. Μπόρεσε κι επιβίωσε μέχρι το 1960, ενώ ο Γ. Παπανδρέου το χαρακτήρισε ως «το δεύτερο και πιο ελεύθερο κοινοβούλιο της χώρας»!

Σιγά-σιγά η πελατεία του καφενείου (πολιτικοί, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι) διαμόρφωσε το μοναδικό προφίλ του, που μόνο με το καφενείο της «Ωραίας Ελλάδος» των Οθωνικών χρόνων θα μπορούσε να συγκριθεί.

Έτσι, τον Μάρτιο του 1928 διαβάζουμε στο «Ελεύθερον Βήμα»:  «Δεν είναι καφενείο αυτό. Είναι η “συνισταμένη” των νεοελληνικών παλμών. Η κλώσσα όλων ανεξαιρέτως των νεοσσών της πολιτικής. Το να περάσης ένα μέρος της ζωής σου στου Ζαχαράτου, είνε η μόνη ασφαλής εγγύησις για την καρριέρα σου. Άμα ο Ζαχαράτος σε αγνοεί, εχάθηκες. Είσαι απών από την πραγματικότητα και η τυχόν αξία σου προώρισται να παραγνωρισθή οικτρώς, διότι εκεί είνε ο στίβος που θα δοκιμασθής, που θα κριθής και από κει θα ξεκινήσης για να λάβης χαρτοφυλάκιο. Άπαξ σου δώση το δίπλωμα, χωρείς ακατάσχετος προς την κυβέρνησιν. Ετελείωσε. Είνε το φυτώριο των επισήμων θέσεων, ο προθάλαμος των εξουσιών. Ανωτάτη έδρα πολιτικών επιστημών!».

Το «Φλόκα», το οποίο στεγάστηκε δίπλα στο «Ζόναρς» ήταν καφέ-ζαχαροπλαστείο. Οι θεσσαλονικείς αδελφοί Φλόκα, επιχειρηματίες σοκολάτας, άνοιξαν το 1938 το πρώτο τους ζαχαροπλαστείο στην Αθήνα στην οδό Κοραή, στο μέγαρο της Εθνικής Ασφαλιστικής, ενώ το 1940 θα ανοίξουν το δεύτερο κατάστημά τους στο μέγαρο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού.

Πλακα: Περπατωντας στην μακροβιοτερη συνοικια της Αθηνας

Ο Φλόκας όπως και το διπλανό του «Ζόναρς», θα σταματήσουν τη λειτουργία τους κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου για να ξανανοίξουν μεταπολεμικά, το 1952. Λίγο πριν αναστείλει την λειτουργία του Γερμανοί στρατιώτες φωτογραφίζονται να πίνουν στα τραπεζάκια του. Σύντομα ο Φλόκας άνοιξε υποκαταστήματα στη Φωκίωνος Νέγρη, στη Βασιλίσσης Σοφίας και αλλού, απευθυνόμενος πάντοτε στην μεγαλοαστική τάξη. Το κατάστημα στο μέγαρο του ΜΤΣ έκλεισε το 1987. Στου Φλόκα σύχναζαν το τότε πρωθυπουργικό ζεύγος Κωνσταντίνος και Αμαλία Καραμανλή,  ο Γιώργος Σεφέρης, ο οποίος έβρισκε το γειτονικό «Ζόναρς» «άσχημα φωτισμένο και επιπλωμένο πρόστυχα», ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Νίκος Γκάτσος, ο Μάνος Χατζιδάκις κ.ά. Ειδικά οι δυο τελευταίοι είχαν και δικό τους, ξεχωριστό τραπέζι στο πατάρι.

Καφενεία στην Αθήνα

Στην πρωτεύουσα της Ελλάδας δεν λειτουργεί σήμερα ούτε ένα λογοτεχνικό καφενείο που να άνοιξε προπολεμικά. Όλα όσα βρίσκονταν σε επίκαιρες θέσεις ή παρήκμασαν ή άλλαξαν χρήση. Μεταμορφώθηκαν από την Κίρκη του νεοπλουτισμού σε ταχυφαγεία, εστιατόρια, καταστήματα νεοτερισμών, υποκαταστήματα τραπεζών και κοσμηματοπωλεία. Πουθενά δεν θα μυρίσεις σήμερα φρέσκο ελληνικό καφέ και σπάνια θα ακούσεις σοβαρές συζητήσεις στα καφενεία σήμερα.

Οι σύγχρονοι λογοτέχνες είναι συχνά κι αυτοί καθηλωμένοι μπροστά από την οθόνη του προσωπικού τους κομπιούτερ, απομονωμένοι από όλους τους υπόλοιπους, όπως μια ολόκληρη κοινωνία, η οποία συνδιαλέγεται και ζει τη ζωή της εικονικά μέσα στο σπίτι της. Συν τοις άλλοις τα καφέ – στέκια είναι διάσπαρτα παντού, και συχνά οι παρέες δεν αναζητούν τους ομότεχνούς τους αλλά χάνονται ανάμεσα σε μπαράκια, σε βιβλιοπωλεία, σε γκαλερί, σε εκδοτικούς οίκους ή σε εφήμερα κέντρα διασκέδασης.

“Η μνήμη είναι ως φαίνεται μια πολυτέλεια πολύ ακριβή για να την αντέξουμε.”

Σχόλια