Με αφορμή την γνωστοποίηση της πρότασης του γαλλικού λογοτεχνικού περιοδικού Pen – που αποτελεί παράρτημα της διεθνούς ένωσης συγγραφέων με παρουσία σε 100 και πλέον χώρες – να προτείνει τον ″δικό μας″ Τίτο Πατρίκιο για το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2015, αποφάσισα πως ήρθε επιτέλους η στιγμή να γνωρίσουμε λίγο την ζωή και το έργο του σπουδαίου αυτού Έλληνα ποιητή, πεζογράφου και μεταφραστή, η συνεισφορά του οποίου χαίρει ήδη τεράστιας αναγνώρισης εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.

Τίτος Πατρίκιος

Η ζωή
Ο Τίτος Πατρίκιος γεννήθηκε στην Αθήνα του μεσοπολέμου, στις 21 Μαΐου του 1928 και καταγόταν από καλλιτεχνική οικογένεια, καθώς και οι 2 γονείς του – Σπύρος Πατρίκιος και Λέλα Σταματοπούλου – άνηκαν στο χώρο του θεάτρου. Τα ανέμελα παιδικά του χρόνια διακόπηκαν βιαίως από τον πόλεμο και τις ναζιστικές στρατιές που είχαν κατακλύσει την ελληνική επικράτεια. Ο ποιητής, αν και ανήλικος την εποχή εκείνη, δεν ακινητοποιήθηκε μπροστά στο φόβο των γερμανικών όπλων, αντιθέτως έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση αρχικά με την ΕΠΟΝ και εν συνεχεία εντάχθηκε στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Το φθινόπωρο του ’44 σε ηλικία μόλις 16 ετών, καταδικάστηκε σε θάνατο από ασφαλίτες – συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων, εντούτοις την τελευταία στιγμή η εκτέλεσή του ματαιώθηκε.

Με το τέλος της κατοχής ο Πατρίκιος αποφοίτησε από το Γυμνάσιο και συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Παράλληλα με το Πανεπιστήμιο ο Πατρίκιος ενασχολείτο ολοένα και περισσότερο με τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα της χώρας. Η ενεργής ανάμειξή του με ευαίσθητα πολιτικά ζητήματα, όπως τα θεωρούσε το ελληνικό κράτος, σε συνδυασμό με τον αριστερό προσανατολισμό του, τον οδήγησαν στην εξορία για 3 χρόνια, πρώτα στη Μακρόνησο και μετέπειτα στον Αϊ-Στράτη (1951-1953).

Όταν η κόλαση του εμφυλίου και των πολιτικών διώξεων είχε τυπικά τελειώσει, ο ποιητής μας αποφασίζει να πάει στο Παρίσι, το 1959, για περαιτέρω σπουδές στον τομέα της Κοινωνιολογίας. Κατά την παρουσία του στο εξωτερικό, εργάστηκε για την UNESCO, στην έδρα της στη γαλλική πρωτεύουσα, αλλά και για τη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας, στη Ρώμη. Έπειτα από μακρά απουσία, επέστρεψε στην Ελλάδα μετά την πτώση της χούντας, το 1975, όποτε και αποφάσισε να ασχοληθεί ανελλιπώς με τη συγγραφή ποιημάτων και την μετάφραση έργων.

Τίτος Πατρίκιος

”Η σάρκα” απο την συλλογή ”Αντιδικίες” 1981.

Το έργο
Το 1943 και εν μέσω του Β΄ΠΠ δημοσιεύεται για πρώτη φορά ποίημα του. Από εκείνη τη στιγμή τα έργα του βρήκαν τεράστια ανταπόκριση από το κοινό, όχι μόνο από το ελληνικό, με τα ποιήματά του να έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες, μεταξύ των οποίων τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ολλανδικά. Το 1994 του απονεμήθηκε το Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για την συνολική του προσφορά στις τέχνες και στα γράμματα. Ενώ πριν από 2 έτη (2013) βραβεύτηκε με το Διεθνές Βραβείο Ποίησης στην Ιταλία. Τώρα ο κόσμος της λογοτεχνίας αποφάσισε να τον ανταμείψει για την συνεισφορά του στην παγκόσμια λογοτεχνία, προτείνοντας τον για το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2015.

Ευελπιστώ πως η Σουηδική Ακαδημία Επιστήμων θα αποδώσει στον Τίτο Πατρίκιο το βραβείο που του αξίζει, κάνοντάς τον, παράλληλα, τον τρίτο Έλληνα ποιητή που λαμβάνει τη συγκεκριμένη τιμητική διάκριση (οι 2 προηγούμενοι ήταν ο Γιώργος Σεφέρης το 1963 και ο Οδυσσέας Ελύτης το 1979). Ακόμα και αν δεν κερδίσει το βραβείο, σε καμία περίπτωση δεν θα μειωθεί η ποιητική του αξία και η συνεισφορά του στην τέχνη. Καθώς είναι από τους λίγους στρατευμένους ποιητές, που στην προσπάθεια του να κατακρίνει τους κρατούντες και να αναδείξει τα κακώς κείμενα της κοινωνίας που ζούμε δεν πλήγωσε ποτέ την ποίηση, δημιουργώντας προπαγανδιστικά κακέκτυπα που μειώνουν την νοημοσύνη μας και εξευτελίζουν την τέχνη. Εν αντιθέσει, ο ποιητικός του λόγος διακρίνεται από καθαρότητα, βαθύ στοχασμό και πλούσια συναισθήματα, αφού πολλά από τα έργα του έχουν πηγή έμπνευσης την ίδια του τη ζωή και τα βιώματα της πονεμένης από τα πολιτικά πάθη Ελλάδος (εμφύλιος, πολιτικές διώξεις αριστερών, εξορία, δικτατορία του 1967-1974) .

″Δυο άνθρωποι ″
Αν είδες ποτέ στη μέση του δρόμου
δυο ανθρώπους να τους πηγαίνουν με χειροπέδες
δεν αποκλείεται ο ένας να ήμουν εγώ
που με ξανάστελναν εξορία.
Και κείνο το πρωί είχα και σένα
τόσα όνειρα
για τη δουλειά που θα ‘βρισκα,
για έναν περίπατο στα φώτα και την άσφαλτο,
για λίγο ήλιο…
Και κείνος
που ξαφνικά τα σίδερα τον δέσαν στο κορμί μου
είχε και κείνος χαραγμένα τα όνειρά του
στο αυστηρό του πρόσωπο.
(Τον πήρανε χαράματα στις έξη από τη γυναίκα του).
Όταν βλέπεις στο δρόμο δυο ανθρώπους
με χειροπέδες
μη νομίσεις τίποτα περισσότερο
μη νομίσεις τίποτα λιγότερο.
Δυο άνθρωποι.
Σαν και σένα.

Σχόλια