Ο Jean-JacquesRousseau ήταν Ελβετός παιδαγωγός, συγγραφέας, συνθέτης και ένας από τους μεγαλύτερους ριζοσπάστες αστούς φιλοσόφους του 18ου αιώνα και συγκεκριμένα την περίοδο του διαφωτισμού.

Με τις ιδιαίτερες, για την εποχή, πολιτικές ιδέες του κατάφερε να επηρεάσει την εξέλιξη της γαλλικής επανάστασης, να αναπτύξει την ιδεολογία του εθνικισμού αλλά και της κομμουνιστικής και σοσιαλιστικής θεωρίας. Η ιδεολογία του δεν ήταν συντηρητική κι αυτό ίσως αποτέλεσε ενόχληση για τους ιστορικούς και τους φιλοσόφους της εποχής, μιας και αποτελούσε πηγή έμπνευσης και εξέφραζε ιδεολογικά μεγάλο μέρος του λαϊκού πληθυσμού. Ωστόσο, δεν έλαβε χώρα καμία επανάσταση όσο αυτός ήταν ενεργός.

Ο Rousseau γεννήθηκε στις 28 Ιουνίου 1712 στην προτεσταντική Γενεύη, όπου οι πρόγονοί του (Γαλλικής καταγωγής) είχαν μεταναστεύσει λόγω των θρησκευτικών πολέμων. Η μητέρα του ήταν κόρη ενός προτεστάντη ιερέα, απεβίωσε μόλις εννιά μέρες μετά την γέννησή του κι έτσι έμεινε ορφανός, από μητέρα, από πολύ μικρή ηλικία. Ο πατέρας του, Ισαάκ Ρουσσώ, εργαζόταν ως ωρολογοποιός και, επιπλέον, είχε μια γενικότερη μόρφωση και έφεση στην μουσική. Στα μάτια του Jean-Jacques, ο πατέρας του φάνταζε ένας ανεξάρτητος τεχνίτης, καθόλου κλειστόμυαλος και περιορισμένος και με ιδιαίτερα διευρυμένους, για την εποχή, ορίζοντες. Όταν όμως ο Jean-Jacques έγινε δέκα ετών, εγκαταλείφθηκε από τον πατέρα του, αναλαμβάνοντας την ανατροφή του ο θείος του, με σκοπό ο Ισαάκ Ρουσσώ, να ζήσει με την δεύτερη γυναίκα του.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά τα γεγονότα, μπορούμε δικαιολογημένα να χαρακτηρίσουμε δύσκολα τα παιδικά χρόνια του Rousseau. Τα επόμενα δύο έτη της ζωής του (ως το 1724) τα πέρασε κοντά σε έναν πάστορα. Έπειτα, με την μεσολάβηση του θείου του, τοποθετήθηκε σε ένα δικαστικό γραφείο ως μαθητευόμενος γραφέας και στην συνέχεια ως μαθητευόμενος ενός χαράκτη.

Παρόλο που η Γενεύη, αρχικά, ορθωνόταν στα μάτια του Rousseau σαν μια ελεύθερη πόλη-κράτος που το καθεστώς της ήταν η άμεση δημοκρατία, μετέπειτα φάνηκε ότι ήταν εξιδανικευμένη αυτή η εικόνα από τον ίδιο, όπως ακριβώς συνέβη και με την εικόνα του πατέρα του. Στην πραγματικότητα, η πόλη-κράτος διοικούνταν από τις εικοσιπέντε πλούσιες οικογένειες που κατοικούσαν εκεί και ακόμη ήταν αυστηρά προτεσταντική, κάνοντάς τον να υφίσταται περιορισμούς στην προσωπική του ελευθερία. Όλοι οι προαναφερθέντες λόγοι σε συνδυασμό, τον οδήγησαν να εγκαταλείψει την γενέτειρά του σε ηλικία δεκαέξι χρονών (1728).

Οι δυσκολίες που είχε περάσει φαίνεται ότι ενίσχυσαν το πνεύμα του και τον κατέστησαν ανεξάρτητο και αποφασιστικό. Ο εφημέριος του Κονφινιόν, τον στέλνει τελικά στην Σαβοΐα, και συγκεκριμένα στην πρόσφατα χωρισμένη βαρώνη μαντάμ ντε Βαράνς. Αυτή με την σειρά της τον φυγαδεύει για ένα χρόνο στο Τορίνο της Ιταλίας, εκεί όπου ο ίδιος ασπάζεται τον καθολικισμό. Έπειτα επιστρέφει και πάλι στην, προσηλυτισμένη στον καθολικισμό, βαρώνη, στο πρόσωπο της οποίας βρήκε την μάνα που δεν είχε γνωρίσει στα παιδικά του χρόνια. Βέβαια, λέγεται ότι η βαρώνη ντε Βαράνς δεν κάλυπτε μόνο τις μητρικές αλλά και τις σεξουαλικές ανάγκες του Rousseau.

Ως τότε ήταν αυτοδίδακτος στην φιλοσοφία, τις επιστήμες και γενικότερα στα γράμματα. Όμως, με την οικονομική βοήθεια της βαρώνης κατάφερε να παρακολουθήσει μαθήματα μουσικής, πράγμα που ωφέλησε πολύ στο να βγάζει τα προς το ζην μελλοντικά, παραδίδοντας μαθήματα και κάνοντας συνθέσεις. Συγκεκριμένα, το 1730 στο Νεσατέλ επιβίωσε διδάσκοντας μουσική. Μέχρι το 1739 περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη της Ελβετίας, χωρίς να καθίσει αρκετά σε κανένα από αυτά. Το ίδιο έτος έγραψε και το πρώτο του βιβλίο (Leverger de Madame la baronne de Warens).

Τρία χρόνια αργότερα (1742), έχοντας μετοικήσει στο Παρίσι, ο Rousseauγράφει δύο δοκίμια σχετικά με την μουσική. Εκείνη την περίοδο, άρχισε να αναπτύσσει μια σημαντικά φιλική σχέση με τον διαφωτιστή Ντιντερό και αρχίζει να αποκτά φήμη μέσω της συγγραφικής πλέον δουλειάς του.

Το 1745 γνώρισε την για πολλά χρόνια σύντροφό του, Τερέζ Λεβασέρ, η οποία ήταν υπηρέτρια σε ένα πανδοχείο. Είναι η γυναίκα με την οποία θα αποκτήσει πέντε παιδιά, τα οποία αργότερα θα εγκαταλείψει σε ορφανοτροφείο. Είναι ένα πράγμα που δεν συγχώρησε ποτέ τον εαυτό του.

Τα επόμενα χρόνια γράφει αρκετά άρθρα, σχετικά με την μουσική και αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει άρθρα στην «Εγκυκλοπαίδεια» τα οποία είναι σχετικά τόσο με την μουσική όσο και με την πολιτική οικονομία. Λίγο αργότερα, το 1750, λαμβάνει μέρος σε έναν διαγωνισμό της Ακαδημίας της Ντιζόν με το έργο του «Διατριβή σχετικά με τις τέχνες και τις επιστήμες». Εκεί, παίρνει το πρώτο βραβείο του διαγωνισμού, μιας και στην παρούσα διατριβή υποστήριξε την θέση ότι η πρόοδος συνεπάγεται διαφθορά κι εκφυλισμό. Σε έναν άλλον διαγωνισμό (που ανήκε στην ίδια ακαδημία), το 1755, προκαλεί έντονες αντιδράσεις και επιθέσεις εναντίον του με ένα μεγάλο έργο του, «Διατριβή για την προέλευση και τις βάσεις της ανισότητας μεταξύ των ανθρώπων».

Ο ευέξαπτος χαρακτήρας του, δεν τον βοήθησε να αντιμετωπίσει ανάλογα όλες αυτές τις επιθέσεις. Ακόμα και με τον στενό του φίλο, Ντιντερό, ήρθε σε ρήξη, μετά από έναν μεγάλο καβγά σε λογοτεχνικό σαλόνι. Οι χαρακτηρισμοί που του προσάπτει, τόσο ο Ντιντερό όσο και άλλοι σημαντικοί της εποχής (όπως ο φιλόσοφος Χιουμ) είναι ιδιαίτερα αιχμηροί: «ψεύτης», «ματαιόδοξος», «παρανοϊκός», «βάναυσος».

Οι λεκτικοί χαρακτηρισμοί, ωστόσο, δεν ήταν τίποτα μπροστά σε αυτό που επακολούθησε στην συνέχεια. Συγκεκριμένα, οι πραγματικοί διωγμοί εναντίον του Rousseau, άρχισαν το 1762, το έτος δηλαδή που δημοσιεύτηκε το μεγάλο παιδαγωγικό έργο του φιλοσόφου, «Αιμίλιος», μέσα από το οποίο θέλησε να τονίσει την μάθηση μέσω της εμπειρίας, την συναισθηματική καλλιέργεια του παιδιού πριν από την λογική του καλλιέργεια και την ανάπτυξη των αισθήσεων. Αυτοί που θίχτηκαν περισσότερο με το έργο του αυτό ήταν η Καθολική και η Προτεσταντική εκκλησία, μέσα από συγκεκριμένα πράγματα που υποστήριξε σε αυτό σχετικά με την θρησκεία. Θεωρήθηκε ότι εξίσωνε όλες τις θρησκείες και απέρριπτε το προπατορικό αμάρτημα, πράγματα που δεν πέρασαν απαρατήρητα από τις δύο εκκλησίες. Ο Rousseauμετά από αυτό, δεν έμεινε ατιμώρητος: τα βιβλία του κάηκαν, αφορίστηκε από την εκκλησία και τέλος εξορίστηκε.

Ο θάνατός του επήλθε στις 2 Ιουλίου 1778 από την ασθένεια ουραιμία αλλά υπάρχουν και φήμες που υποστηρίζουν ότι αυτοκτόνησε. Την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 66 ετών, αφήνει στην πόλη Ερμεμονβίγ της Γαλλίας. Η σορός του μεταφέρθηκε δύο αιώνες αργότερα (1974) στο Πάνθεον, απέναντι από τον Βολταίρο. Ενδιάμεσα, το 1834, ένα νησάκι κοντά στην λίμνη πήρε το όνομά του από τις αρχές της Γενεύης.

Ο Rousseauήταν αντικομφορμιστής και διαφωτιστής και δεν είναι λίγοι αυτοί που τονίζουν ότι ήταν από τους κύριους εμπνευστές/παρακινητές για την πραγματοποίηση της Γαλλικής Επανάστασης. Δεν ήταν ασήμαντη και η προσφορά του στην παιδεία αφού έβαλε τις βάσεις της σύγχρονης παιδαγωγίας. Όμως ο ευέξαπτος χαρακτήρας του και οι πρωτοπόρες και διαφορετικές για την εποχή απόψεις του, δεν τον βοήθησαν ιδιαίτερα στην συνέχεια της ζωής του. Αντίθετα, την έκαναν αρκετά δύσκολη και σκληρή ως το τέλος της.

Σχόλια